ΕΡΩΤΑΠΟΚΡΙΣΕΙΣ ΤΟΥ ΟΜΟΛΟΓΗΤΟΥ
ΑΓΙΟΥ ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΤΟΥ ΣΤΟΥΔΙΤΗ
ΕΡΩΤΗΣΗ: ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΗΝ ΠΙΣΤΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΜΑΣ, ΟΙ ΙΕΡΕΙΣ (ΜΗ ΚΑΘΗΡΗΜΕΝΟΙ) ΠΟΥ ΥΠΕΠΕΣΑΝ ΕΠΙΣΗΜΑ-ΣΥΝΟΔΙΚΑ ΣΤΗΝ ΑΙΡΕΣΗ ΚΑΙ ΟΣΟΙ ΕΧΟΥΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΜΑΖΙ ΤΟΥΣ, ΣΥΝΕΧΙΖΟΥΝ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΜΕΛΗ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ;
Στὴν ἐρώτηση ἂν εἶναι οἱ ἱερεῖς ποὺ ὑπέπεσαν στὴν αἵρεση μέλη τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ἀπάντηση εἶναι, φυσικὰ καὶ ὄχι. Διότι, ὅπως ὁρίζει τὸ Ὀρθόδοξο δόγμα, μὲ τὸ Μυστηριακὸ Θεανθρώπινο Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας ὁ ἱερέας δὲν εἶναι ἑνωμένος μὲ τὴν χειροτονία ἀλλὰ μὲ τὴν Πίστη.
Δηλαδή, γιὰ νὰ μιλήσουμε πιὸ συγκεκριμένα,τὸ ἀπαραίτητο καὶ κύριο κριτήριο γιὰ τὴν ἰδιότητα τοῦ Χριστιανοῦ εἶναι ἡ Ὀρθὴ καὶ Σωτήρια Ὁμολογία τῆς Πίστεως, δηλαδή, ἡ Ἀληθὴς καὶ Ἀκριβὴς Ὀρθόδοξος Πίστη.
Τὸ κριτήριο αὐτὸ ἰσχύει τόσο γιὰ μεμονωμένα μέλη-πρόσωπα, ὅσο καὶ γιὰ τὸ σύνολο τῶν μελῶν-προσώπων, μιᾶς ὁλόκληρης τοπικῆς Ἐκκλησίας, ἀνεξαρτήτως πληθυσμιακῆς καὶ γεωγραφικῆς διάστασης.
Στὴ βάση αὐτῆς τῆς Ὀρθῆς Ὁμολογίας θεμελιώνεται ἡ Μυστηριακὴ κοινωνία τῶν πιστῶν. Δηλαδή, προηγεῖται ἡ Ἑνότητα τῆς Πίστεως διὰ τῆς Ὀρθοδόξου Ὁμολογίας καὶ ἔπειτα ἡ Κοινωνία τῶν Μυστηρίων.
Ὁ πολὺς Θεόδωρος Στουδίτης ὁ Ὁμολογητής, σύμφωνα μὲ τὴν Ἀπόφαση τῆς Ζ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου ποὺ καταδίκασε-ἀναθεμάτισε τὴν εἰκονομαχία ἀλλὰ καὶ ὅλες τὶς αἱρέσεις καὶ ὅλους τους αἱρετικοὺς (δηλ. τοὺς ἔθεσε ἐκτὸς Ἐκκλησίας) ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος τούτου, δὲν εἶχε οὐδεμία ἐκκλησιαστικὴ κοινωνία μὲ τοὺς μὴ τυπικὰ-Συνοδικὰ καθηρημένους αἱρετικοὺς ψευδεπισκόπους, μὴ δεχόμενος ὡς ἔγκυρά τα μυστήρια τους, ὑποστηρίζοντας ὅτι ὅλοι οἱ αἱρετικοὶ εἶναι ἐκτὸς Ἐκκλησίας.
Καὶ ὅλα αὐτὰ τὰ ἔπραξε μετὰ ἀπὸ τὴν εἰκονομαχικὴ Σύνοδο τοῦ 815 τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἐπὶ αὐτοκράτορα Λέοντος τοῦ Ε΄ τοῦ Ἀρμένιου ποὺ ἀκύρωσε τὴν Ζ΄ Οἰκουμενική της Νικαίας καὶ ἐπανέφερε σὲ ἰσχὺ τὶς ἀποφάσεις τῆς εἰκονομαχικῆς Συνόδου τοῦ 754 μ.Χ. τῆς Ἱέρειας ποὺ τότε εἶχε ἀνακηρυχθεῖ ὡς οἰκουμενική.
Ἐναντίον αὐτῆς τῆς ληστρικῆς Συνόδου τοῦ 815 μ.Χ. ἐξεγέρθη καὶ ὁ Μοναχὸς Θεόδωρος Στουδίτης.
Συγκεκριμένα, στὶς Τίμιες Ἐπιστολές του, ὁ Πανόσιος Θεόδωρος ὁ Ἡγούμενος τῆς Μονῆς Στουδίου (ὁ μόνος Ἅγιος της Ἐκκλησίας ποὺ προσφωνεῖται Πανόσιος ὅπως τὸν προσφωνεῖ καὶ τὸ Συνοδικό της Ὀρθοδοξίας), ἀναφέρει: «Ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τῶν Ἀποστόλων καὶ μετέπειτα, πολλὲς αἱρέσεις μὲ πολλοὺς τρόπους συγκρούστηκαν μὲ τὴν Ἐκκλησία, καὶ παρουσιάστηκαν ἀντικανονικὲς πράξεις ἢ παραλείψεις. Ἀλλὰ ὅμως, ἡ Ἐκκλησία παρέμεινε μὲ τὸν τρόπο ποὺ προειπώθηκε, ἀδιάσπαστη καὶ ἄσπιλη, καὶ θὰ παραμείνει μέχρι τὸ τέλος τῆς ἱστορίας, μὲ τὸ νὰ ἀπομακρύνονται καὶ νὰ διώχνονται, ἀπὸ αὐτὴν (τὴν Ἐκκλησία) ἐκεῖνοι ποὺ κακῶς πίστεψαν καὶ ἔπραξαν ὅπως ἀποδιώχνονται τὰ κύματα τῆς θάλασσας ἀπὸ τὰ βράχια τῆς παραλίας.» (ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΚΗ΄. Βασιλείω μονάζοντι)
ΕΡΩΤΗΣΗ: Πῶς πρέπει νὰ συμπεριφέρονται οἱ Χριστιανοί, σύμφωνα μὲ τὸν ὅσιο Θεόδωρο Στουδίτη, ὅταν ἡ αἵρεση κατοχυρωθεῖ συνοδικά;
ΑΠΑΝΤΗΣΗ: ΕΠΙΣΤΟΛΗ Μ΄. Ναυκρατίω τέκνω: «Ἡ αἵρεση δηλαδὴ στὸ σύνολο τῆς μοιάζει σὰν μιὰ ἁλυσίδα δαιμονόπλοκη, ὅπου ἡ μιὰ κρατιέται ἀπὸ τὴν ἄλλη καὶ ὅλες εἶναι κρεμασμένες σὰν ἀπὸ μιὰ κορυφὴ τῆς ἀσέβειας καὶ τῆς ἀθεΐας, ἂν καὶ διαφέρουν καὶ στὴ διαφορετικὴ ὀνομασία καὶ στὸν χρόνο καὶ στὸν τόπο καὶ στὴν ποσότητα καὶ στὴν ποιότητα καὶ στὴν δύναμη καὶ στὴν ἐνέργεια».
ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΛΘ΄. Θεοφίλω ἠγουμένω: «Αὐτὰ λοιπὸν μὲ τὴν δική σου συμφωνία θεώρησα ἀναγκαῖο νὰ ὑπενθυμίσω τὴν πατρότητά σου. Ὅπως γνωρίζεις ὑπάρχει αἵρεσις. Φεῦγε ἀπὸ τὴν αἵρεση καὶ τοὺς αἱρετικούς, μὴν ἔχεις καμιὰ ἐκκλησιαστικὴ κοινωνία, οὔτε νὰ μνημονεύεις κάποιον ἀπὸ αὐτοὺς στὴν Θεία Λειτουργία. Διότι ὑπάρχουν φοβεροὶ κανόνες, οἱ ὁποῖοι ἀπειλοῦν μὲ μεγάλες ποινὲς αὐτοὺς ποὺ συγκαταβαίνουν πρὸς τοὺς αἱρετικοὺς ἀκόμη καὶ μέχρι τοῦ σημείου τῆς κοινῆς συνεστιάσεως.
Ἐὰν ὅμως ἀπορήσει ἡ ὁσιότης σου, πῶς αὐτὸ δὲν σοῦ τὸ ἀναφέραμε πρὶν ἀπὸ τὴν λεηλασία τῆς μονῆς, ἀλλὰ ἀπεναντίας καὶ ἐμεῖς στὴν μονὴ τοῦ Στουδίου ἐμνημονεύαμε τοὺς Ἐπισκόπους της Κωνσταντινουπόλεως, θὰ πρέπει νὰ γνωρίζεις ὅτι ἐμνημονεύαμε τότε ποὺ δὲν εἶχε γίνει Σύνοδος, οὔτε εἶχε Συνοδικῶς ἐκφωνηθεῖ τὸ πονηρὸ δόγμα καὶ ἀνάθεμα.
Καὶ πρὶν ὑπάρξει αὐτὴ ἡ ξεκάθαρη ὁμολογία καὶ ἀποδοχὴ τῆς Αἱρέσεως ἀπὸ τοὺς Ἐπισκόπους δὲν ἦταν ἀσφαλὲς νὰ ἀποκόπουμε τελείως ἀπὸ τοὺς παράνομους ἀλλὰ μόνον νὰ ἀποφεύγουμε τὴν φανερὴ καὶ δημόσια ἐκκλησιαστικὴ κοινωνία μὲ αὐτούς, νὰ τοὺς μνημονεύουμε δὲ κατὰ οἰκονομία ἄχρι καιροῦ.
Ἀπὸ τὴν ὥρα ὅμως ποὺ ἔγινε φανερὴ καὶ ξεκάθαρη ἡ αἱρετικὴ ἀσέβεια καὶ κατοχυρώθηκε Συνοδικῶς, πρέπει καὶ ἐσὺ καὶ ὅλοι οἱ Ὀρθόδοξοι νὰ ἀποφύγετε μὲ παρρησία κάθε ἐκκλησιαστικὴ ἐπικοινωνία μὲ τοὺς κακόδοξους καὶ νὰ μὴ μνημονεύετε κάποιον ἀπὸ αὐτοὺς οἱ ὁποῖοι συμμετεῖχαν στὴν Σύνοδο, ἢ εἶναι ὁμόφρονες μὲ τὶς ἀποφάσεις της.
Διότι ἐσὺ ποὺ ἀληθῶς φέρεις τὸ ὄνομα τοῦ Θεόφιλου εἶναι δίκαιο καὶ μὲ αὐτὸν τὸν τρόπον νὰ ἀγαπᾶς τὸν Θεό. Ἐπειδὴ ὁ Ἱερὸς Χρυσόστομος ἐχθρούς του Θεοῦ δὲν ἐχαρακτήριζε μόνον τοῦ αἱρετικούς, ἀλλὰ καὶ ὅσους εἶχαν ἐκκλησιαστικὴ κοινωνία μαζί τους…...
Ἂν τὸ μοναχικὸ τάγμα δὲν θεωρήσει ὡς ἄχρηστα, μοναστήρια λέγω καὶ ὅτι ὑπάρχει σὲ αὐτά, πῶς ὁ λαϊκὸς θὰ καταφρονήσει γυναίκα, τέκνα καὶ τῶν ἄλλων;»
ΕΠΙΣΤΟΛΗ Π΄. Ἰωάννη Λογοθέτη: «Γιατί ὄχι μόνο δὲν εἶναι ἅγιος ναὸς τοῦ Θεοῦ αὐτὸς ποὺ βεβηλώνεται ἀπὸ τοὺς αἱρετικούς, ἀλλὰ εἶναι κοινὸς οἶκος, ὅπως λέγει ὁ Μέγας Βασίλειος, ἀφοῦ ὁ ἄγγελος ποὺ ὑπῆρχε σὲ αὐτόν, ὅπως ὑπάρχει σὲ κάθε Ἐκκλησία, ἔφυγε ἀπὸ αὐτὸν ἐξαιτίας τῆς ἀσέβειας. Γι' αὐτὸ οὔτε καὶ ἡ θυσία ποὺ τελεῖται μέσα σὲ αὐτὸν εἶναι εὐπρόσδεκτη στὸν Θεό. Καὶ ἄκουσε τὸν ποὺ λέγει· «Ὁ ἀσεβὴς πού μου προσφέρει θυσία ἕνα μοσχάρι, εἶναι ἴδιος σὰν αὐτὸν ὁ ὁποῖος μου προσφέρει θυσία ἕνα σκυλί»…
ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΜΘ΄: Τοῖς διὰ Κύριον πεφυγαδευμένοις πνευματικοῖς ἁγίοις μου πατράσι, Θεόδωρος, ἐλάχιστος πρεσβύτερος καὶ ἡγούμενος τῶν Στουδίου, ἐν Κυρίω χαίρειν.
Ἐρώτηση: Ὑπάρχουν σὲ μερικὰ μοναστήρια μοναχοί, οἱ ὁποῖοι οὔτε μὲ λόγια οὔτε μὲ ἔργα συνῆλθαν μὲ αἱρετικοὺς καὶ ἐξασφαλίζουν τὴν σωτηρία τους μὲ φυγὴ ἀπὸ τὸ μοναστήρι καὶ μετὰ τὴν ὑποχώρηση τῶν ἀσεβῶν ξαναγυρίζουν πάλι. Εἶναι σωστὸ αὐτὸ νὰ γίνεται;
Ἀπάντηση: «Ἐὰν ἡ ἐκκλησία ἔχει λειτουργηθεῖ ἀπὸ τοὺς ἀσεβεῖς μόνο μιὰ φορὰ ὅμως, τότε μποροῦν νὰ μπαίνουν μέσα μόνο γιὰ νὰ προσευχηθοῦν, ἐὰν ὅμως ἡ ἐκκλησία λειτουργήθηκε ἀπὸ τοὺς αἱρετικοὺς πολλὲς φορές, νὰ φεύγουν μακριὰ ἀπὸ αὐτὴν τὴν ἐκκλησία.
ΕΠΙΣΤΟΛΗ Μ΄. Ναυκρατίω τέκνω Ἐρώτηση 2η: Γιὰ φιλοχριστὸ ποὺ σὲ προσκαλεῖ στὸ προσευχητήριο (ἐκκλησάκι) του νὰ κάνεις ὁλονύκτια ἀκολουθία καὶ ἐὰν πρέπει νὰ λειτουργήσεις καὶ μὲ ποιοὺς πρέπει.
Ἀπάντηση: «Πρέπει φυσικὰ νὰ ὑπακούσεις καὶ νὰ πᾶς νὰ συνψάλλετε, ἐὰν αὐτὸς ποῦ σὲ προσκαλεῖ καὶ οἱ ψάλτες εἶναι Ὀρθόδοξοι καὶ φυλάγονται καὶ οἱ δύο ἀπὸ τὴν κοινωνία μὲ τοὺς αἱρετικούς. Καὶ νὰ λειτουργήσεις στὸ προσευχητήριο (ἐκκλησάκι) του, ἐὰν φυσικὰ ὁμολογήσει ὁ ἰδιοκτήτης του, ὅτι δὲν θὰ λειτουργεῖται τὸ προσευχητήριο αὐτὸ ποτὲ ἀπὸ αἱρετικό. Ἔχει λεχθεῖ προηγουμένως ὅτι εἶναι ἀναγκαῖο νὰ ρωτᾶμε σὲ ὅλους, ἐξαιτίας τῆς αἱρέσεως ποὺ ἔχει λυσσάξει.
Ἐρώτηση. 3η: Ἐὰν κάποιος Ὀρθόδοξος παραλάβει ἀπὸ κάποιον ἐκκλησία καὶ ὑπάρχει συνήθεια μιὰ ἢ δύο φορὲς τὸν χρόνο νὰ συγκεντρώνεται σὲ αὐτὴν λαὸς καὶ κατὰ τὴν λειτουργία νὰ ἀναφέρεται (μνημονεύεται) ὁ αἱρετικὸς ἐπίσκοπος. Ἀπάντηση: «Νὰ τοῦ ἐπιτρέπεται κατὰ ἀνάγκη νὰ ψάλλει, ἀλλὰ ὄχι καὶ νὰ λειτουργεῖ. Ἐὰν ὅμως εἶναι δυνατὸν νὰ διακοπεῖ ἡ συνήθεια, (δηλαδὴ νὰ μὴν μνημονευτεῖ ποτὲ ξανὰ ὁ αἱρετικὸς ἐπίσκοπος ) τότε καὶ νὰ λειτουργεῖ».
Ἐρώτηση 4η: Ἐὰν ὑπάρχει Ἐκκλησία στὴν ὁποία αὐτὸς ποὺ λειτουργεῖ ἀναφέρει (μνημονεύει) αἱρετικὸ ἐπίσκοπο καὶ ὁ Ὀρθόδοξος ἔχει θυσιαστήριο καθαγιασμένο (ἀντιμήνσιο), σὲ σεντόνι ἢ σανίδα, πρέπει νὰ τεθεῖ αὐτό σε αὐτὴν τὴν ἐκκλησία καὶ νὰ λειτουργήσει ὁ Ὀρθόδοξος;
Ἀπάντηση: «Δὲν πρέπει, ἀλλὰ εἶναι καλύτερα νὰ λειτουργήσει σὲ ἕνα συνηθισμένο σπίτι, σὲ κάποιον διαλεγμένο καθαρότατο τόπο».
Ε΄ Ἐρώτηση: Ἐὰν κάποιος ἱερέας ἀναφέρει (μνημονεύει) τὸν αἱρετικὸ ἐπίσκοπο δημοσίως, ἐνῶ ὅταν προκαλεῖται ἰδιαιτέρως ἀπὸ κάποιον ὀρθόδοξο σὲ εὐκτήριο οἶκο ἀποφεύγει νὰ ἀναφέρει τὸν αἱρετικό, πρέπει ἄραγε σὲ τέτοιο εὐκτήριο νὰ προσεύχεται ὁ Ὀρθόδοξος; Ἀπάντηση: «Μὲ κανέναν τρόπο».
ΕΠΙΣΤΟΛΗ 177. Ναυκρατίω τέκνω. «Ἐὰν ἔλθουν οἱ εἰκονομάχοι - αἱρετικοὶ - γιὰ νὰ καταλάβουν τὴν μονή, μὴν τοὺς ἀνοίξετε τὴν θύρα ἀπὸ μόνοι σας. Ἐὰν δὲ μὲ τρόπο ληστρικὸ εἰσέλθουν στὴν μονή, ὅπως αὐτοὶ συνηθίζουν, ἀθῶοι εἶστε. Μὴν ὑποχωρήσετε ἕως ὅτου σᾶς ἐκδιώξουν μὲ τὴν βία. Ἡ ἁμαρτία δικιά τους εἶναι. Προπάντων νὰ παραμείνετε στὸν ναὸ γιὰ νὰ ψάλλετε καὶ νὰ λειτουργεῖτε, ἐκτὸς ἐὰν αὐτὸς βεβηλωθεῖ ἀπὸ τοὺς αἱρετικοὺς διὰ τῆς δικῆς τους βδελυγμίας, δηλαδὴ λειτουργίας».
ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΣΙΕ΄ (215η). Μεθοδίω μονάζοντι. Ἐρώτηση 3η: Γιὰ τὶς ἐκκλησίες ποὺ βεβηλώθηκαν ἀπὸ τοὺς ἱερεῖς ποὺ κοινώνησαν μὲ τὴν αἵρεση καὶ κατέχονται ἀπὸ αὐτούς. Ἐὰν πρέπει νὰ μπαίνουμε σ' αὐτὲς γιὰ νὰ προσευχηθοῦμε καὶ νὰ ψάλλουμε.
Ἀπάντηση: «Δὲν πρέπει νὰ μπαίνουμε καθόλου στὶς ἐκκλησίες αὐτὲς μὲ τοὺς τρόπους ποὺ ἀναφέρθηκαν, γιατί εἶναι γραμμένο· “Νά, ὁ οἶκος σας ἐγκαταλείπεται ἔρημος”. Γιατί μόλις μπαίνει μέσα στὶς ἐκκλησίες αὐτὲς ἡ αἵρεση, φεύγει ὁ ἄγγελος ποὺ ἐποπτεύει ὅλα ὅσα γίνονται ἐκεῖ, σύμφωνα μὲ τὰ λόγια τοῦ μεγάλου Βασιλείου, καὶ ὁ ναὸς αὐτὸς γίνεται ἕνας κοινὸς οἶκος. Γιατί λέγει· “Δὲν θὰ μπῶ μέσα σὲ ἐκκλησία πονηρῶν”. Καὶ ὁ Ἀπόστολος· “Ποιὰ συμφωνία ὑπάρχει ἀνάμεσα στὸν ναὸ τοῦ Θεοῦ καὶ στὰ εἴδωλα;”».
Ἐρώτηση 5η: Γιὰ τὰ σώματα τῶν ἁγίων· ἐὰν ἐπιτρέπεται ἡ εἴσοδος στὰ κοιμητήρια τους καὶ νὰ προσεύχονται καὶ νὰ τοὺς προσκυνοῦν, ὅταν κατέχονται ἀπὸ ἱερεῖς ποὺ ἔχουν μιανθεῖ.
Ἀπάντηση: «Κανένας κανόνας, σύμφωνα μὲ αὐτὰ ποῦ προαναφέρθηκαν, δὲν ἐπιτρέπει νὰ μπαίνουμε σ’ αὐτὰ τὰ κοιμητήρια (γιατί ἔχει γραφεῖ· “Γιατί ἡ ἐλευθερία μου νὰ κρίνεται ἀπὸ τὴν συνείδηση ἄλλου;”) ἐκτὸς ἐὰν πρόκειται γιὰ ἀνάγκη, καὶ μόνο ὅταν ἡ εἴσοδος γίνεται πρὸς ἀσπασμὸ τοῦ λειψάνου».
Ἐρώτηση 6η: «Γι' αὐτοὺς ποὺ ἔλαβαν τὸ μοναχικὸ σχῆμα ἀπὸ ἱερεῖς ποὺ κοινώνησαν μὲ αἱρετικούς. Πῶς πρέπει νὰ τοὺς δεχόμαστε αὐτούς»;
Ἀπάντηση: «Ἀφοῦ ὁμολογήσουν ὅτι ἁμάρτησαν καὶ δεχθοῦν ἐπιτίμιο γιὰ κάποιο χρονικὸ διάστημα, πρέπει νὰ τοὺς δεχόμαστε ἐφόσον λάβουν ἐπιβεβαίωση ἀπὸ ὀρθόδοξον πρεσβύτερο».
Ἐρώτηση 7η: «Γιὰ τοὺς μοναχοὺς καὶ κληρικοὺς ποὺ ὑπέγραψαν καὶ κοινώνησαν μὲ τὴν αἵρεση αὐτήν, πὼς πρέπει νὰ τοὺς δεχόμαστε·χωρὶς ἐπιτίμιο, ἢ μὲ ἐπιτίμιο, ἐὰν ὁμολογοῦν ὅτι δὲν ἱερουργοῦν πιά. Καὶ ἐὰν ἐπιτρέπεται σὲ μᾶς νὰ ἐπιβάλουμε σὲ αὐτοὺς ἐπιτίμια».
Ἀπάντηση: «Εἶναι φανερό, ὅτι πρέπει νὰ τοὺς δεχόμαστε μετὰ ἀπὸ τὸ ἐπιτίμιο. Πῶς δηλαδή, χωρὶς νὰ ἐπιδείξουν τοὺς καρποὺς τῆς μετανοίας τους, εἶναι δυνατὸν νὰ εἶναι ἄξιοι νὰ ἑνωθοῦν μὲ τὸ ὀρθόδοξο σῶμα; Τὸ νὰ ἐπιβάλουμε καὶ ἐμεῖς ἐπιτίμια σὲ αὐτοὺς δὲν ἀπαγορεύεται. Γιατί ἔχει γραφεῖ· “Ὁ καθένας νὰ σηκώνει τὰ βάρη τοῦ ἄλλου, καὶ μὲ τὸν τρόπο αὐτὸν ἐκπληρώσατε τὸν νόμο τοῦ Χριστοῦ”».
Ἐρώτηση 8η: «Γιὰ τοὺς μοναχοὺς οἱ ὁποῖοι δέχονται ἀδιάφορα ὁποιονδήποτε καὶ συμπροσεύχονται καὶ τρῶνε μαζὶ μὲ αὐτούς, ἂν πρέπει αὐτοὺς νὰ τοὺς δεχόμαστε σὲ συνεστίαση καὶ ψαλμωδία».
Ἀπάντηση: «Ὅταν ὁ Ἀπόστολος λέγει· “ Νὰ ἀποφεύγετε σεῖς κάθε ἀδελφὸ ποὺ κάνει ἄτακτη ζωὴ καὶ δὲν εἶναι σύμφωνη μὲ τὴν παράδοση ποὺ παρέλαβαν ἀπό μας”, γιατί νὰ μὴ ἐξετάζετε τὸ καλὸ καὶ σεῖς οἱ ἴδιοι; Ἐὰν λοιπὸν ἀποκοποῦν ἀπὸ τὴν ἁμαρτωλὴ συνήθειά τους καὶ δεχθοῦν τὸ ἐπιτίμιο ποὺ πρέπει, πρέπει νὰ γίνονται δεκτοί. Πρέπει νὰ προσέχετε ὅμως, ποιοὶ εἶναι αὐτοὶ τοὺς ὁποίους χαρακτηρίζετε τυχόντες. Ἂν εἶναι αἱρετικοί, ἢ φανερὰ καταδικασμένοι γιὰ τὴν ζωή τους. Γιατί γι' αὐτοὺς ὁ Ἀπόστολος λέγει· «Ἐὰν κάποιος ἀδελφὸς εἶναι πόρνος ἢ πλεονέκτης ἢ εἰδωλολάτρης, καὶ λοιπά, μὲ αὐτὸν οὔτε νὰ συντρώγετε».
Ἐρώτηση 9η: «Γιὰ τοὺς πρεσβυτέρους ποὺ συνέφαγαν μὲ αἱρετικοὺς μία ἢ δύο φορές, ἀλλὰ δὲν κοινώνησαν, οὔτε ὑπέγραψαν, οὔτε συλλειτούργησαν, ἐὰν πρέπει αὐτοὺς νὰ τοὺς δεχόμαστε σὲ συνεστίαση καὶ ψαλμωδία, χωρὶς ἀποδεικτικὸ ἔγγραφο ἢ μὲ ἔγγραφο ἀποδεικτικό».
Ἀπάντηση: «Σχετικὰ μὲ αὐτοὺς πρέπει νὰ προσέχετε, ἐὰν οἱ ἱερεῖς αὐτοὶ συνέφαγαν μὲ ἱερεῖς αἱρετικοὺς ἢ μὲ λαϊκούς, καὶ ὁμολογοῦν βέβαια ἢ ἔχουν ὀρθόδοξο φρόνημα, ἀλλὰ κοινωνοῦν μὲ τοὺς αἱρετικούς. Γιατί τὸ κρίμα στὴν περίπτωση τῶν ἱερωμένων εἶναι μεγαλύτερο, καὶ πρέπει μὲ μετάνοια ἀξιόλογη νὰ τοὺς δέχεσθε καὶ τοὺς δύο καὶ νὰ κοινωνεῖτε μὲ αὐτούς σε τράπεζα καὶ προσευχές, ἀλλὰ μὲ ἀποδείξεις.
Ἐρώτηση 10η: «Γιὰ τοὺς λαϊκοὺς ποὺ ὑπέγραψαν στὴν αἵρεση καὶ κοινωνοῦν, ἐὰν πρέπει μὲ αὐτοὺς τοὺς λαϊκοὺς νὰ κοινωνοῦν οἱ λαϊκοὶ ὀρθόδοξοι καὶ νὰ συνεσθίουν».
Ἀπάντηση: «Αἴτιο τοῦ κακοῦ εἶναι ἡ ἀδιαφορία. Γιατί λέγει· «Δὲν ἔκαναν διάκριση ἀνάμεσα στὸ καθαρὸ καὶ στὸ βέβηλο». Πρέπει λοιπόν, ἐὰν οἱ ὀρθόδοξοι εἶναι ζηλωτές, νὰ μὴ τοὺς δέχονται αὐτούς σε συνεστίαση, ἂν προηγουμένως δὲν λάβουν ἐπιτίμιο γιὰ τὴν πονηρὴ ὑπογραφή τους καὶ στὴν συνέχεια, ἂν δὲν διακόψουν τὴν κοινωνία μὲ τοὺς αἱρετικούς. Καὶ ἐπειδὴ ἀνάλογα μὲ τὶς περιστάσεις μερικοί, γιὰ νὰ ἀποφύγουν κινδύνους, μολύνονται μὲ τὴν αἱρετικὴ κοινωνία, ἐὰν ὁμολογήσουν τὴν περιπέτειά τους καὶ μετανοήσουν, πρέπει νὰ γίνονται δεκτοὶ σὲ συνεστίαση. Καὶ αὐτὸ νὰ μὴ γίνεται μὲ ἀδιαφορία, ἀλλὰ μὲ κάποια συμφωνία ποὺ ἐπιβάλλεται ἀπὸ τὴν περίσταση, καὶ φέρνει κέρδος καὶ στοὺς δύο καὶ ὄχι ψυχικὴ ζημιά.
Ἐρώτηση 16η : «Γιὰ πρεσβυτέρους ὀρθόδοξους, δηλαδὴ τὸν Ἰλαρίωνα καὶ τὸν μοναχὸ Εὐστράτιο, ἂν ἔχουν δικαίωμα νὰ ἐπιβάλουν ἐπιτίμια».
Ἀπάντηση: «Εἰπώθηκε προηγουμένως στὰ παραπάνω, ὅτι μποροῦν νὰ ἐπιβάλουν. Ἐπειδὴ ὅμως ἡ ἐρώτηση ὑπονοεῖ, ἂν μπορεῖ καὶ αὐτὸς ποὺ δὲν ἔχει ἱερωσύνη, ἐλλείψει πρεσβυτέρων καὶ σύμφωνα μὲ τὴν πίστη αὐτοῦ ποὺ προσέρχεται, δὲν εἶναι ἔξω ἀπὸ τὸ σωστὸ καὶ ὁ ἁπλὸς μοναχὸς νὰ ἐπιβάλει ἐπιτίμια».
ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΣΙΘ΄. Λύσεις διαφόρων κεφαλαίων. Ἐρώτηση 1η : «Γιὰ πρεσβύτερο, διάκονο καὶ ἀναγνώστη ποὺ εἶχαν ὀρθὴ πίστη, ἀλλὰ κοινώνησαν μὲ τοὺς αἱρετικοὺς ἀπὸ ἀνθρώπινο φόβο, ἂν πρέπει νὰ κάνουμε γι' αὐτοὺς προσφορὰ ἢ παννυχίδα, ἢ προσευχή».
Ἀπάντηση: «Ἐὰν ἔμειναν μέχρι τὸ τέλος τῆς ζωῆς τους κοινωνοὶ τῶν αἱρετικῶν, μὲ κανένα τρόπο. Ἐὰν ὅμως κατὰ τὴν ἔξοδό τους ἀπὸ τὴ ζωὴ μετανόησαν καὶ ὁμολόγησαν ὅτι ἦταν κυριευμένοι ἀπὸ φόβο, καὶ τρίτον, ἂν κοινώνησαν τῶν ὀρθοδόξων μυστηρίων, πρέπει νὰ τοὺς συγχωροῦνται αὐτὰ ποὺ προαναφέρθηκαν».
Ἐρώτηση 2η : «Γιὰ μοναχοὺς καὶ μοναχὲς ποὺ κατὰ τὸν ἴδιο τρόπο πέθαναν σὲ κοινωνία μὲ τοὺς αἱρετικούς».
Ἀπάντηση: «Ἡ προηγούμενη ἀπάντηση νὰ τηρεῖται καὶ σὲ αὐτούς. Τὸ ἴδιο καὶ γιὰ τοὺς λαϊκούς, ἄνδρες καὶ γυναῖκες καὶ παιδιά. Αὐτὰ βέβαια εἰπώθηκαν γιὰ τοὺς πεθαμένους. Ἐὰν ὅμως κάποιος ἀπὸ ὅλους τους προαναφερθέντες ζεῖ καὶ μετανοήσει, ἀποβάλλοντας τὸν φόβο ἀπὸ ἐδῶ, καὶ προτιμήσει νὰ κακοπαθήσει γιὰ τὸ καλό, ἐὰν εἶναι πρεσβύτερος ἢ διάκονος, νὰ ἐμποδίζεται ἀπὸ τὴν ἱερουργία μέχρι νὰ συγκληθεῖ ὀρθόδοξη Σύνοδος, καὶ μετὰ ἀπὸ κατάλληλο ἐπιτίμιο, νὰ συμμετέχει στὰ ὀρθόδοξα μυστήρια... Ἐὰν ὅμως εἶναι μοναχὸς ἢ ἀναγνώστης ἢ μοναχή, μόλις ὁλοκληρωθεῖ τὸ ἐπιτίμιο, νὰ τοῦ ἐπιτρέπεται ἀμέσως ἡ συμμετοχὴ στὰ μυστήρια. Τὸ ἴδιο καὶ γιὰ τοὺς λαϊκούς, ἄντρες, γυναῖκες καὶ παιδιά...»
Ἐρώτηση 3η : «Γιὰ τὴν προσφορὰ δώρων στὰ μοναστήρια ἀνδρικὰ καὶ γυναικεία».
Ἀπάντηση: «Νὰ προσφέρουν, ἐὰν εἶναι ἀπαλλαγμένοι ἀπὸ τὴν κοινωνία μὲ τοὺς αἱρετικούς».
Ἐρώτηση 9η : «Ἐὰν ἔρθει σὲ μᾶς μοναχὸς ἢ μοναχὴ γιὰ νὰ κοινωνήσει, τί εἴδους ὁμολογία πρέπει νὰ τοῦ ζητήσουμε, ἐπειδὴ μᾶς εἶναι ἄγνωστά τα σχετικὰ μὲ αὐτούς;»
Ἀπάντηση. «Καθέναν ποὺ ἔρχεται νὰ κοινωνήσει, ἐὰν ἀγνοεῖτε τὰ σχετικὰ μὲ αὐτόν, νὰ τὸν ἐρωτᾶτε ἐὰν προσκυνεῖ τοὺς αἱρετικοὺς καὶ σὲ ὅποιο ἄλλο ἑτερόδοξο φρόνημα φαίνεται ὕποπτος. Καὶ ὅταν τὰ ὁμολογήσει ὅλα καὶ ἡ ὁμολογία του εἶναι ἀπαλλαγμένη ἀπὸ κάθε αἵρεση ἀπαγορευτική, τότε νὰ τοῦ μεταδίδεται καὶ νὰ τοῦ κοινωνεῖται τὰ μυστήρια».
Ἐρώτηση 11η : «Ἂν πρέπει, περνώντας ἀπὸ ἐκκλησία ποὺ κρατεῖται ἀπὸ αἱρετικό, νὰ μπαίνουμε μέσα».
Ἀπάντηση: «Ἀφοῦ εἶναι ἐκκλησία ποὺ κατέχεται ἀπὸ αἱρετικόν, δὲν πρέπει νὰ μπαίνουμε γιὰ νὰ προσευχηθοῦμε, ἐκτὸς ἐὰν ὑπάρχει κάποια ἄλλη πρόφαση».
Ἐρώτηση 12η : «Ἄγνωστον Ἀββᾶ ποὺ ἔρχεται σὲ μᾶς, πρέπει πρὶν τὸν ἀνακρίνουμε νὰ τὸν ὀνομάζουμε ἅγιο καὶ νὰ ζητοῦμε τὴν εὐχή του;»
Ἀπάντηση: «Ἐὰν εἶναι περίοδος αἱρέσεως, πρὶν τὸν ἀνακρίνουμε δὲν πρέπει· οὔτε νὰ λέμε, “εὐλογεῖτε, ἅγιοι”, οὔτε νὰ ζητοῦμε εὐχὴν ἀπὸ αὐτόν. Ὁ κοινὸς ὅμως ἀσπασμὸς δὲν πρέπει νὰ ἀπαγορεύεται, σύμφωνα μὲ τὴ νομοθεσία τοῦ μεγάλου Βασιλείου».
Ἐρώτηση 14η : «Γιὰ τὸ βάπτισμα, ὅταν δὲν ὑπάρχει ἐκκλησία ποὺ κρατεῖται ἀπὸ ὀρθόδοξον, ἐὰν μᾶς ζητήσει κάποιος, ποῦ πρέπει νὰ τὸν σφραγίσουμε, νὰ τὸν κατηχήσουμε καὶ νὰ τὸν βαπτίσουμε; Καὶ ποιοὶ θὰ εἶναι οἱ γονεῖς καὶ ἀνάδοχοι».
Ἀπάντηση: «Ὅπως εἰπώθηκε πρίν, δὲν πρέπει νὰ μπαίνουμε σὲ ἐκκλησία ποὺ κατέχεται ἀπὸ αἱρετικόν, πολὺ περισσότερο δὲν πρέπει νὰ πράξουμε αὐτὰ ποὺ ἔχουν λεχθεῖ. Ἀλλὰ σὲ περίπτωση ποὺ δὲν ὑπάρχει ἐκκλησία ὀρθόδοξη, κατ' ἀνάγκη μπαίνουμε σὲ ἕνα καθαρώτατο χῶρο κατοικίας, στὴν ὁποία χρησιμοποιώντας θυσιαστήριο καθαγιασμένο, δηλαδὴ τραπέζι, νὰ κάνει τὸ βάπτισμα αὐτὸς ποὺ πρόκειται νὰ τελέσει τὴν ἱερουργία. Ὡς ἀναδόχους νὰ δέχεται ἐκείνους ποὺ δὲν κοινωνοῦν μὲ τοὺς αἱρετικούς, καὶ γονεῖς ἐκείνους ποὺ ἐπίσης φυλάγονται».
Ἐρώτηση 17η : «Ἐὰν ὑπάρχουν ἄνδρες καὶ γυναῖκες, λαϊκοὶ αἱρετικοὶ εἴτε ἀπὸ ἀμάθεια, εἴτε ἐπειδὴ ἔχουν τὴν αἵρεση ἔμφυτη, ἐπιτρέπεται νὰ τρῶμε μαζί τους, ἢ νὰ παίρνουμε κάτι ἀπὸ αὐτούς;»
Ἀπάντηση: «Οὔτε ἂν εἶναι αἱρετικοὶ ἀπὸ κακόνοια, οὔτε ἀπὸ ἀμάθεια, ἐπιτρέπεται νὰ τρῶμε μαζί τους, ἢ νὰ παίρνουμε αὐτὰ ποὺ μᾶς προσφέρουν. Δὲν ξέρω ἐὰν οἱ ἀμαθεῖς βελτιωθοῦν καὶ ὑποσχεθοῦν ὅτι θὰ γίνουν ὀρθόδοξοι».
Ἐρώτηση 18η : «Γιὰ τὸν πατέρα μου ἐὰν εἶναι ἄξιος νὰ μνημονεύεται στὴ λειτουργία».
Ἀπάντηση: «Ἐὰν πατέρας ἢ μητέρα ἢ ἀδελφὸς ἢ ὁποιοσδήποτε ἄλλος μείνει αἱρετικὸς μέχρι τὸν θάνατό του κοινωνώντας μὲ τὴν αἵρεση, λέχθηκε στὸ παραπάνω θέμα νὰ μὴ μνημονεύεται στὴ λειτουργία, ἐκτὸς ἐὰν ὁ καθένας προτιμήσει νὰ προσεύχεται γι' αὐτοὺς μὲ τὸν νοῦ του καὶ νὰ κάνει γι' αὐτοὺς ἐλεημοσύνες. Γιατί πῶς, αὐτὸς ποὺ ὅσο ζοῦσε συμμετεῖχε στὴν κοινωνία τῶν αἱρετικῶν καὶ ἔτσι κηδεύτηκε, θὰ περιληφθεῖ στὰ μνημόσυνα κατὰ τὴ μυσταγωγία τῶν ὀρθοδόξων; Μὲ κανένα τρόπο… »
ΕΠΙΣΤΟΛΗ Κ΄. Μακαρίω ἠγουμένω: «Γιατί εἶναι γραμμένο· «Δὲν μπορεῖτε νὰ πίνετε ἀπὸ τὸ ποτήρι τοῦ Κυρίου, καὶ ἀπὸ τὸ ποτήρι τῶν δαιμονίων. Δὲν μπορεῖτε νὰ μετέχετε στὴν τράπεζα τοῦ Κυρίου, καὶ στὴν τράπεζα τῶν δαιμoνίων». Τὸ ἴδιο ἰσχύει καὶ γιὰ τὶς ἐκκλησίες· «Ποιὰ συμφωνία μπορεῖ νὰ ὑπάρξει ἀνάμεσα στὸν ναὸ τοῦ Θεοῦ καὶ στὰ εἴδωλα;» Ἔχουμε διαταχθεῖ ἀπὸ τὴν ἁγία σύνοδο, ὅτι δὲν πρέπει νὰ μπαίνουμε στὰ μαρτύρια τῶν αἱρετικῶν».
ΕΠΙΣΤΟΛΗ 233. Κωνσταντίνω κουράτορι. «Γιατί ἡ αἵρεση εἶναι ἀδελφὲ ἀληθινὸς βόθρος καὶ παγίδα τοῦ διαβόλου, ἡ δὲ κοινωνία αὐτῶν ἀποχωρίζει ἀπὸ τὸν Χριστὸ αὐτὸν ποὺ τὴν δέχεται καὶ τὸν τοποθετεῖ ἔξω ἀπὸ τὴν ποίμνη τοῦ Κυρίου τὴν Ἐκκλησία.
Γιατί ὅσο διαφέρει τὸ φῶς ἀπὸ τὸ σκοτάδι, τόσο διαφέρει καὶ ἡ ὀρθόδοξη Μετάληψη ἀπὸ τὴν αἱρετικὴ κοινωνία· γιατί ἡ μὲν φωτίζει τὸν μετέχοντα, ἡ δὲ σκοτίζει, ἡ μὲν ἑνώνει μὲ τὸν Χριστό, ἡ δὲ μὲ τὸν διάβολο, ἡ μὲν ζωοποιεῖ τὴν ψυχή, ἡ δὲ τὴν θανατώνει».
ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΡΝΔ΄. Νικήτα ἠγουμένω: «Ὅπως λοιπὸν ὁ θεῖος ἄρτος ὅταν μετέχεται ἀπὸ τοὺς ὀρθοδόξους, κάνει ὅλους τους μετόχους ἕνα σῶμα, ἔτσι λοιπὸν καὶ ὁ αἱρετικὸς ἄρτος κάνει αὐτοὺς ποὺ μετέχουν σ΄αὐτὸν ἕνα σῶμα ἀντίθετο ἀπὸ τὸν Χριστό, καὶ ὁ ματαιολόγος ἄδικα ματαιολογεῖ… Ἀφοῦ αὐτὰ ἔχουν ἔτσι, καθένας ποῦ κοινώνησε, δηλαδὴ ποῦ μετέλαβε τὸν φαρμακερὸ ἄρτο, δὲν εἶναι ἀρνητὴς τοῦ Χριστοῦ, ἔκθετος, ἀνόσιος, ἐὰν δὲν ἐπανέλθει ἔστω μὲ μετάνοια;…»
ΕΠΙΣΤΟΛΗ 534. Συμεὼν μονάζοντι: «Γιατί ποιὰ εἶναι ἡ κοινωνία λέει ὁ Ἀπόστολος ἀνάμεσα στὸ φῶς καὶ στὸ σκοτάδι, ἢ ποιὰ κοινὴ μερίδα ὑπάρχει τοῦ πιστοῦ μὲ τὸν ἄπιστο; Ἂν λοιπὸν τὸ ποτήριο τῆς εὐλογίας εἶναι τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ καὶ ὁ ἄρτος ποὺ κάνουμε κλάση εἶναι τὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ (Θεία Εὐχαριστία), εἶναι φανερὸ ὅτι καὶ τὸ αἱρετικὸ ποτήριο καὶ ὁ ἄρτος (αἱρετικὰ μυστήρια) εἶναι κοινωνία τοῦ διαβόλου…»
ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΚΔ΄. Ἰγνατίω Τέκνω: «Ἡ κοινωνία ἀπὸ τοὺς αἱρετικοὺς δὲν εἶναι κοινὸς ἄρτος, ἀλλὰ δηλητήριο, ποὺ δὲν βλάπτει τὸ σῶμα, ἀλλὰ ἀμαυρώνει καὶ σκοτίζει τὴν ψυχή. Τὸ νὰ τὴν ρίχνουμε καὶ νὰ τὴν κρύβουμε δὲν τὸ λέω ἐγώ, ἀλλὰ ἐκεῖνοι ποὺ τὸ κάνουν μὲ φόβο, γιὰ τοὺς ὁποίους μποροῦμε νὰ ποῦμε τοῦτο, ὅτι· “Πολλοὶ ἀπὸ τοὺς ἄρχοντες πίστευαν Αὐτὸν (Κύριο ἠμῶν Ἰησοῦ Χριστό), ἀλλὰ δὲν τὸ ὁμολογοῦσαν ἐπειδὴ φοβοῦνταν τοὺς Φαρισαίους, γιὰ νὰ μὴ γίνουν ἀποσυνάγωγοι. Γιατί ἀγάπησαν τὴ δόξα τῶν ἀνθρώπων μᾶλλον, παρὰ τὴ δόξα τοῦ Θεοῦ”.
Καὶ ἐὰν οἱ εὐχὲς τῆς λειτουργίας εἶναι τῶν Ὀρθοδόξων, τί σημασία ἔχει αὐτό, ἐὰν γίνεται ἀπὸ αἱρετικούς; Γιατί δὲν πιστεύουν ὅπως πίστευε ἐκεῖνος ποὺ τὶς συνέταξε, οὔτε καὶ πιστεύουν σ’ αὐτὰ ποὺ σημαίνουν οἱ λέξεις...
Ἔτσι λοιπόν, οὔτε ἐδῶ πιστεύει αὐτὰ ποὺ λέγει, ἔστω καὶ ἂν ἡ λειτουργία εἶναι ὀρθόδοξη, ἀλλὰ αὐτὸς φλυαρεῖ ἀνόητα, ἢ μᾶλλον ἐξυβρίζει, ἐμπαίζοντας τὴ λειτουργία, γιατί καὶ οἱ γόητες καὶ οἱ ἐπαοιδοὶ χρησιμοποιοῦν θεϊκὲς ὠδὲς στὶς δαιμονικὲς τελετές τους. Ὁ ἀβάπτιστος, ἐὰν δὲν ὑπάρχει ὀρθόδοξος ἱερέας, νὰ βαπτιστεῖ ἀπὸ μοναχό, ἢ ἂν δὲν ὑπάρχει καὶ μοναχός, ἀπὸ λαϊκόν, λέγοντας, Βαπτίζεται ὁ τάδε στὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, παρὰ νὰ πεθάνει ἀβάπτιστος· καὶ ἔχει βαπτιστεῖ ἀληθινά. Γιατί “στὴν ἀνάγκη γίνεται καὶ μετάθεση τοῦ νόμου”, ὅπως ἔγινε παλιὰ καὶ ἔχει ἀποδειχθεῖ».
ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΡϞΖ΄. Δωροθέω τέκνω: «Ἐὰν ὅμως δὲν ἔγινε τίποτε ἀπὸ αὐτά, ἀλλὰ κοινωνοῦσε μὲ τὴν αἵρεση καὶ δὲν πρόλαβε νὰ κοινωνήσει τὸ σῶμα καὶ αἷμα τοῦ Κυρίου, ἐπειδὴ ὁ ἄρτος ἐκεῖνος ἦταν αἱρετικὸς καὶ ὄχι σῶμα τοῦ Χριστοῦ, δὲν τολμῶ νὰ πῶ νὰ γίνεται Λειτουργία γι’ αὐτὸν (γιατί τὰ θεία δὲν εἶναι παιχνίδια)... “Γιατί καμμιὰ ἐπικοινωνία δὲν ὑπάρχει τοῦ φωτὸς πρὸς τὸ σκότος”. Οὔτε μὲ τὴ μερίδα τῶν ὀρθοδόξων νὰ κατατάσσεται αὐτὸς ποὺ δὲν κοινωνεῖ μὲ τὴν ὀρθοδοξία ἀκόμα καὶ τὴν τελευταία ὥρα…».
ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΡΟΔ΄. Φιλοθέω κτήτορι: Τὸ ὅτι λοιπὸν ἀπέχεις ἐντελῶς ἀπὸ τὴν κοινωνία μὲ αἱρετικοὺς καὶ ἀγωνίσθηκες καὶ ἀπεῖχες, ὅπως λές, μὲ τὴν χάρη τοῦ Χριστοῦ, καὶ νὰ ἐξακολουθήσεις νὰ ἀπέχεις ἀκόμα. Γιατί ἔτσι θὰ δείξεις τὴν ἀγάπη καὶ τὴν κοινωνία σου μὲ τὸν Θεό, ἀφοῦ ἡ ἀντίθετη κοινωνία σὲ χωρίζει ἀπὸ τὸν Χριστό... Γιατί ἡ ἀκρίβεια ἀπαιτεῖ αὐτὸς ποὺ πιστεύει ὀρθά, νὰ μὴν ἐπικοινωνεῖ μὲ τοὺς ἑτεροδόξους οὔτε στὸ φαγητό, οὔτε στὸ πιοτό, οὔτε καὶ νὰ ἔχει σχέσεις μὲ αὐτούς...
ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΡΝΒ΄ Θεοδώρω μονάζοντι: «Καὶ γιὰ νὰ μιλήσω συνοπτικά, ὁ ἱερέας ποὺ μὲ ὑπογραφὴ ἢ μὲ κοινωνία μὲ τοὺς αἱρετικοὺς νικήθηκε, ἢ ὁ διάκονος νὰ ἐμποδίζεται τελείως ἀπὸ τὴν κοινωνία. Μετὰ τὴν λήξη ὅμως τοῦ ἐπιτιμίου νὰ κοινωνεῖ βέβαιά των μυστηρίων, ἀλλὰ ὄχι καὶ νὰ λειτουργεῖ, μέχρι τὴν ἁγία σύνοδο. Καὶ νὰ εὐλογεῖ ἢ νὰ προσεύχεται ὡς ἁπλὸς μοναχός, ὄχι ὅμως ὡς ἱερωμένος, ἀλλὰ καὶ αὐτὸ μετὰ τὴν λήξη τοῦ ἐπιτιμίου. Καὶ νὰ μὴ μπαίνει στὶς ἐκκλησίες ποὺ κατέχονται ἀπὸ αἱρετικούς, οὔτε ἐὰν ἕνας ναὸς ἐλευθερωθεῖ καὶ κρατεῖται ἀπὸ ὀρθόδοξον, ἀφοῦ ὅμως ἔχουν γίνει ἐκεῖ λειτουργίες αἱρετικές, νὰ μὴ λειτουργεῖ ὁ ὀρθόδοξος χωρὶς τὴν λύση ὀρθοδόξου ἐπισκόπου…».
ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΣΚ΄ Τοῦ ὁσίου πατρὸς ἠμῶν καὶ ὁμολογητοῦ Θεοδώρου, ἡγουμένου τοῦ Στουδίου, ἐπιστολὴ πρὸς τὴν σπαθαρίαν, ἧς τὸ ὄνομα Μαχαρά: «Γιὰ ποιὸν λόγο ζητᾶ ἐπίμονα ἡ τιμιότητά σου, νὰ μιλήσω γιὰ τὴ θεία κοινωνία, καὶ γιατί τόσο πολλὰ χρόνια σπάνια κοινωνεῖς; Γιατί αὐτὸ πρέπει νὰ ἔχει κάποια δικαιολογία. Καθόσον δὲν πρέπει νὰ κοινωνοῦμε σπάνια, ἢ γενικὰ κάθε μέρα, ἀλλὰ μὲ καθαρὴ συνείδηση· γιατί λέγει· “Αὐτὸς ποὺ τρώει καὶ πίνει μὲ τρόπον ἀνάξιο, τρώει καὶ πίνει τὴν καταδίκη του ἐαυτοῦ του, ἐπειδὴ δὲν διακρίνει τὸ σῶμα τοῦ Κυρίου”…
Ἂν ὅμως κάποιος ἐξαιτίας κάποιου πταίσματος ἔχει τὸ ἀκοινώνητο, εἶναι φανερὸ ὅτι αὐτὸς θὰ κοινωνήσει, ὅταν θὰ ἐκπληρώσει τὸ ἐπιτίμιο. Ἐὰν ὅμως πάλι κατηγορηθεῖ γιὰ αἵρεση, τὸ ἐπιτίμιο εἶναι ἀπαραίτητο. Γιατί μου εἶπες ὅτι φοβᾶσαι νὰ μιλήσεις στὸν πρεσβύτερό σου χωρὶς νὰ ἀναφέρεις τὸν αἱρεσιάρχη. Δὲν βλέπω ὅμως τί μπορεῖ νὰ σοῦ πεῖ πρὸς τὸ παρὸν γιὰ τὸ θέμα αὐτό. Ἐκτός του ὅτι ἡ κοινωνία μὲ αὐτὸν συνιστᾶ μολυσμό, καὶ μόνο ποὺ τὸν ἀναφέρει κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι ὀρθόδοξος…».
ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΡΞς΄ Θεοκτίστω ἐρημίτη: «Νὰ ἀναθεματίζεις ὅλους τους αἱρετικοὺς ποὺ ἀναθεματίζονται ἀπὸ τὶς συνόδους καὶ νὰ ἀναγνωρίζεις ὅλους τους ὀρθοδόξους ποὺ ἐπαινοῦνται ἀπὸ αὐτές. Αὐτὴ εἶναι ἡ ἀληθινὴ πίστη τῶν Χριστιανῶν, αὐτὴ εἶναι ἡ ἀπόδειξη τῆς ὁμολογίας τοῦ Χριστοῦ. Ἐκεῖνος ποὺ πιστεύει διαφορετικὰ ἀπὸ αὐτὰ ἃς εἶναι ἀναθεματισμένος ἀπὸ τὸν Πατέρα καὶ τὸν Υἱὸ καὶ τὸ ἅγιο Πνεῦμα, ὅπως λέγει ὁ ἀπόστολος Παῦλος (Γαλ.1,8-9)…».
ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΣΚΑ΄ Βασιλείω τῷ ἀοιδίμω ἠγουμένω σὺν πάσι τῆς σεβασμίας μονῆς τοῦ ἁγίου Σάββα: «Ὁ πολυθρηνότατος προφήτης Ἱερεμίας κάπου στὶς προφητεῖες τοῦ λέγει τὰ ἑξῆς· “Οἱ ποιμένες παραφρόνησαν καὶ δὲν ἀναζήτησαν τὸν Κύριο”.
Ἐδῶ ὅμως συμβαίνει κάτι τὸ πιὸ φοβερὸ καὶ πολὺ ἄτοπο, ἀφοῦ ἐκείνους ποὺ προτιμοῦν νὰ τὸν ἀναζητοῦν, καὶ μένουν προσηλωμένοι στὸν νόμο του, τοὺς θεωροῦν ἀποξενωμένους ἀπὸ Αὐτὸν καὶ ἀναθεματισμένους…».
ΕΠΙΣΤΟΛΗ. ΡΞΔ΄ Ἀρχιμανδρίτη Γοτθίας: «Καὶ μὴν ἀπορήσεις βέβαια ποὺ καὶ μέσα στοὺς Χριστιανοὺς εἰσχωρεῖ ἡ πλάνη. Γιατί ὅπου εἶναι ἡ σωτηρία, ἐκεῖ τρέχει καὶ ὁ δράκος διάβολος, γιὰ νὰ προκαλέσει ἀπώλεια, καὶ αὐτὸ γίνεται μὲ ἕναν ἄνθρωπο ποὺ ἐξουσιάζει…»
Ἡ Ἐκκλησία ἑορτάζει τὴν μνήμη τοῦ Ὁμολογητοῦ καὶ Πιστοῦ Της τέκνου Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου στὶς 11 Νοεμβρίου. «Θεοδώρου τοῦ πανοσίου ἡγουμένου τοῦ Στουδίτου αἰωνία ἡ μνήμη (γ΄.)». (Συνοδικό της Ὀρθοδοξίας)
Ταῖς Αὐτοῦ Ἁγίαις πρεσβείαις Χριστὲ ὁ Θεὸς ἐλέησον καὶ σῶσον ἠμᾶς ἀμήν.
Φιλοκαλία τῶν νηπτικῶν καὶ ἀσκητικῶν. Θεοδώρου Στουδίτου Ἐπιστολές. Ἐκδόσεις «Γρηγόριος Παλαμᾶς».
Ἑλληνικὴ Πατρολογία PG. 99.
ΜΕ ΜΕΓΑΛΗ ΑΓΑΠΗ ΧΡΙΣΤΟΥ
ΑΓΙΟΡΕΙΤΕΣ ΠΑΤΕΡΕΣ - ΑΓΩΝΙΖΟΜΕΝΟΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου