Παρασκευή 9 Δεκεμβρίου 2022

079 09.12.2022 (15ο) “Μποροῦν ἂραγε οἱ ἀλλόθρησκοι καί οἱ αἱρετικοί νά σωθοῦν;” ἁγιασμένος Γέροντας Ἰωσήφ ὁ Ἡσυχαστής και Ὃσιος Θεοφάνης ὁ ἒγκλειστος

 

 (15ο) “Μποροῦν ἂραγε οἱ ἀλλόθρησκοι καί οἱ αἱρετικοί νά σωθοῦν;” Ποιά εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη διδασκαλία;    

Μια μελέτη Νεκταρίου Μοναχοῦ τοῦ ἐκ Κορίνθου.


     Ἀπαντήσεις  ἁγιασμένου Γέροντος Ἰωσήφ τοῦ Ἡσυχαστή καί  Ὁσίου Θεοφάνη τοῦ ἐγκλείστου.


[Σχόλιο:  Ἀναρτῶνται στο 15ο αὐτό μέρος τῆς παρούσας μελέτης μέ γενικό τίτλο: “Μποροῦν ἂραγε οἱ ἀλλόθρησκοι καί οἱ αἱρετικοί νά σωθοῦν;” οἱ γνῶμες δύο μεγάλων ἀνδρῶν: τοῦ ἁγιασμένου Γέροντος Ἰωσήφ τοῦ Ἡσυχαστοῦ τοῦ Ἁγιορείτου καί τοῦ Ὁσίου  Θεοφάνους τοῦ Ἐγκλείστου τοῦ Ρώσου.

Στήν ἐπιστολή τοῦ Ὁσίου Θεοφάνους πού εἶναι ἕνας θησαυρὸς Ὀρθοδόξου πίστεως, ἐμπνευσμένος ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, τό θέμα πού ἀφορᾶ τήν παροῦσα μελέτη, ἀρχίζει νὰ τὸ ἀναλύει ὁ Ὅσιος Θεοφάνης ἀπὸ τὴν Ε΄ ἑνότητα τῆς ἐπιστολῆς καὶ ἔπειτα. Σ’αὐτήν την ἐπιστολή ὁ Ὃσιος ἀποστομώνει μέ σοβαρά ἁγιογραφικά ἐπιχειρήματα τούς ἀκολουθοῦντες ἀπό ἂγνεια ἓναν αἱρετικό ποιμένα.  

Άναρτοῦμε ὃμως ὁλόκληρη τήν ἐπιστολή τοῦ Ὁσίου, γιατί εἶναι πολύ ἐποικοδομητική καί σημαντική ἰδίως σήμερα πού οἱ ψευδοπροφῆτες ψευδοδιδάσκαλοι, και ψευδοποιμένες, ὀργιάζουν μέσα στην Π.Σ.Ε.υδοεκκλησία τῶν παναιρετικῶν οἰκουμενιστῶν πού ἰδρυσαν στό Κολυμπάρι τό 2016 καἰ δυστυχῶς παρέσυραν σχεδόν ὃλους τούς “κληρικούς”, “μοναχούς” και “πιστούς”. Αὐτό βέβαια ἒχει ξαναγίνει στήν Ἐκκλησία ἐπί Ἁγίου Μοναχοῦ Μαξίμου τοῦ Ὀμολογητοῦ καί τῶν δύο συνασκητῶν του Μοναχῶν, πού κράτησαν (μόνοι ρασοφόροι)   μέ τήν βοήθεια τῆς  Θείας Χάριτος, τήν Ὀρθοδοξη Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ, «…..ἡ ὁποία ὁρίζεται καί σέ τρεῖς (3) Ὀρθοδόξους, κατά τούς Ἁγίους…..». (Ἁγίου Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου Ἐπιστολή πρός Ἡγούμενο Θεόφιλο, ΕΠΕ, Φιλοκαλία, τόμ. 18Β, σελ. 201) και (PG 99, 1049 B).  

Να διευκρινήσουμε ὃτι ὁ Ὃσιος ἀναφέρεται ἐδῶ, στήν Ἐκκλησία πού βρίσκεται σέ περίοδο εἰρήνης, κατά τήν ὁποία σωζόμαστε ὃπως ἀκριβῶς διατυπώνει ὁ Ὃσιος, μέ τά Μυστήρια, καί τήν ὑπακοή σέ Ὀρθόδοξο ποιμένα, χωρίς βεβαίως νά ἀμελοῦμε τήν ἐκτέλεση τῶν ἐντολῶν. Ὃταν ὃμως ἡ Ἐκκλησία βρίσκεται σέ διωγμό, καί δέν εἶναι εὒκολο νά βρεθεῖ Ὀρθόδοξος Ἱερέας, τότε ὁ πιστός σώζεται μέ τήν ὀμολογία καί τό μαρτύριο, ὃπως διατάσσουν ὁ Κύριος Ἰ. Χριστός καί οἱ Ἃγιοι Πατέρες, χωρίς βεβαίως νά ἀμελεῖ τίς ἐντολές, ὃσο τοῦ ἐπιτρέπουν οἱ συνθῆκες.  

          Αὐτό ἀκριβῶς συμβαίνει σήμερα καί ἰδιαίτερα σέ μᾶς πού ἒχουμε ἀποτειχιστεῖ ἀπό τούς παναιρετικούς ψευδεπισκόπους καί τούς “κληρικούς” πού τούς μνημονεύουν. Διωκόμαστε, ἐπειδή ἀγωνιζόμαστε νά κρατήσουμε τήν πίστη τῶν Ἁγίων Πατέρων μας ἀνόθευτη ἀπό τή μόλυνση τοῦ παναιρετικοῦ οἰκουμενισμοῦ. Κάνουμε ἀκριβῶς αὐτό, πού διατάσσει ἡ Ὀρθόδοξη Παράδοση (1*),  ὃπως ἀναφέρει και ὁ Ὃσιος στο τέλος τῆς ἐπιστολῆς του: «Πᾶς ὁ παραβαίνων καὶ μὴ μένων ἐν τῇ διδαχὴ τοῦ Χριστοῦ Θεὸν οὐκ ἔχει· ὁ μένων ἐν τῇ διδαχὴ τοῦ Χριστοῦ, οὗτος καὶ τὸν Πατέρα καὶ τὸν Υἱὸν ἔχει·..... ». (Β’ Ἰωάν. 9-11)

Καλή ἀνάγνωση.

 

α)  Ἂς δοῦμε πρῶτα τί λέγει ὁ ἁγιασμένος Γέροντας Ἰωσήφ ὁ Ἡσυχαστής προσευχόμενος στόν Κύριο.

     Ὁ ἁγιασμένος Γέροντας Ἰωσήφ ὁ Ἡσυχαστής (1897-15/8/1959) Ἡ τιμία του κάρα εὐωδιάζει. 

 

(Ἀπόσπασμα ἀπό τό βιβλίο “Ὁ γέροντας Ἰωσήφ ὁ Ἡσυχαστής Ἡ δεκάφωνος σάλπιγξ” σελ.256)

«Εἰπὲ μοι, ὢ Φιλάγαθε καὶ Φιλόψυχε Ἰησοῦ μου γλυκύτατε  καὶ Χριστέ μου ἠγαπημένε, ποῖος δὶ’ ἐμὲ Σὲ ἐπαρακάλεσε; καὶ ποῖος ἐπροσευχήθη νὰ μὲ φέρης ἐκ τοῦ μηδενὸς εἰς τὸν κόσμον καὶ νὰ γεννηθῶ σὲ γονεῖς καλοὺς καὶ πιστοὺς χριστιανούς, ὅπου τόσοι ἄλλοι γεννῶνται σὲ Τούρκους, Φράγκους, Μασόνους, Ἑβραίους καὶ εἰδωλολάτρας καὶ λοιποὺς,  πού δὲν Σὲ πιστεύουν καὶ  εἶναι ὡς νὰ μὴν εἶχον τελείως γεννηθῆ καὶ κολάζονται αἰωνίως; Πόσον λοιπὸν πρέπει ἐγὼ νὰ Σὲ ἀγαπῶ καὶ νὰ Σὲ εὐχαριστῶ, διὰ τὴν τόσην μεγάλην Χάριν καὶ εὐεργεσίαν, ὁπού μοῦ ἔκανες; Καὶ τὸ αἷμα μου νὰ χύσω, δὲν δύναμαι νὰ Σὲ εὐχαριστήσω!» 

 

β)  Καί ὁ Ὃσιος Θεοφάνης ὁ ἒγκλειστος στήν ἐπιστολή του:                ''Οἱ αἱρετικοί καί ἀλλόθρησκοι δέν σώζονται''.

 «Μὲ πολλὴ εὐχαρίστησι ἀναλαμβάνω νὰ σᾶς ἀπαντήσω, ἢ σωστότερα, νὰ συζητήσω μαζί σας τὰ ὅσα ἀναφέρετε στὴν ἀξιόλογη ἐπιστολή σας. Κι ἐγώ, πρίν μοῦ γράψετε, κάτι εἶχα ἀκούσει, ἀλλὰ δὲν εἶχα δώσει ἀνάλογη προσοχή. Τώρα ὅμως βλέπω ὅτι στὴ περιοχὴ σας ἀρχίζει ν’ ἀνάβη μιὰ πυρκαγιὰ καὶ γι’ αὐτὸ σπεύδω νὰ σᾶς ἀπαντήσω ὅ,τι ὁ Θεὸς μὲ φωτίσει.

Α’.    Γράφετε: «Μᾶς ἐμφανίσθηκε κάποιος κήρυκας τῆς πίστεως ποὺ φαίνεται εὐγενὴς καὶ περιέρχεται τὰ σπίτια ὄχι μόνο τῶν πλουσίων, ἀλλὰ καὶ τῶν φτωχῶν, διαβάζει τὸ Εὐαγγέλιο, τὸ ἑρμηνεύει, διδάσκει τὴν πίστι στὸν Χριστὸ καὶ παρακινεῖ στὴν μετάνοια. Κοντά μου κατοικεῖ ἕνας φτωχὸς βιβλιοδέτης. Στὸ σπίτι του ἔρχεται αὐτὸς ὁ κήρυκας καὶ συγκεντρώνει ἀρκετὸ κόσμο. Πῆγα κι ἐγὼ δύο φορὲς ἐκεῖ. Ἀκούγεται μάλιστα ὅτι καὶ σὲ ἄλλα μέρη κηρύττει καὶ συγκεντρώνει πολὺ κόσμο».

 Ἂς σταματήσουμε τὸ γράμμα σας στὸ σημεῖο αὐτό. Καθαρὰ φαίνεται ἐδῶ ὅτι ὁ νέος αὐτὸς κήρυκας τῆς πίστεως, δὲν εἶναι κήρυκας τῆς Ἐκκλησίας. Πῶς διδάσκει τὴν πίστι στὸν Χριστὸ χωρὶς νὰ ἔχη ἀναγνωρισθῆ σὰν ἱεροκήρυκας ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία; Αὐτὸ εἶναι γεγονὸς πρωτάκουστο! Ἔπρεπε νὰ συλλογισθῆτε ὅτι κάτι ὕποπτο συμβαίνει ἐδῶ καὶ νὰ τηρήσετε τὸν ἑαυτό σας σὲ ἐπιφυλακή. Συμπεριφερθήκατε ἔτσι;

Δούλεψε καθόλου ἡ κρίσις σας ἐρευνώντας, ἐὰν εἶναι σωστὰ αὐτὰ πού ἀκοῦτε, ἢ ἐὰν ὁδηγοῦν σὲ καλό; Νὰ τί ἔπρεπε ἐξ ἀρχῆς νὰ κάνετε.

Λέτε στὴν συνέχεια ὅτι διδάσκει πίστι στὸν Χριστὸ καὶ ὁμιλεῖ διαρκῶς ἀπὸ τὰ Εὐαγγέλια. Αὐτὸ ἀκριβῶς θὰ ἔπρεπε νὰ σᾶς κάνη πιὸ προσεκτικό. Γιατί σᾶς διδάσκει πίστι στὸν Χριστό; Μήπως εἶσθε τάταρος ἢ μογγόλος; Ἐσεῖς ἀπὸ παιδὶ πιστεύετε στὸν Χριστὸ καὶ ζῆτε μέσα στοὺς κόλπους τῆς ἁγίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας κατὰ τὸ παράδειγμα ὅλων των ἁγίων, ποὺ δοξάσθηκαν ἀπὸ τὸν Θεό. Ὅταν λοιπὸν ἄρχισε νὰ διδάσκη περὶ πίστεως στὸν Χριστὸ σὲ σᾶς ποὺ ἤδη πιστεύετε, θὰ ἔπρεπε νὰ σκεφθῆτε ὅτι ἡ δική του πίστις πιθανὸν νὰ εἶναι διαφορετικὴ ἀπὸ τὴν δική σας, τὴν πίστι δηλαδὴ τῆς Ἐκκλησίας μας.

Ὅταν ἄρχισε νὰ σᾶς προτρέπη νὰ πιστεύετε στὸν Χριστό, ἔπρεπε νὰ τὸν ρωτούσατε: -  Γιατί μᾶς τὸ λὲς αὐτό; Μήπως εἴμαστε ἀβάπτιστοι;

Καὶ ὅμως κανένας σας δὲν διαμαρτυρήθηκε. Λέγοντάς σας νὰ πιστεύετε στὸν Χριστό, σᾶς θεώρησε ἀπίστους. Καὶ σεῖς τὸ ἀκούσατε μὲ ἀπάθεια, σὰν νὰ ἤσασταν πραγματικὰ ἄπιστοι.

Ἐὰν κηρύττη διαφορετικὴ πίστι καὶ σεῖς συνεχίζετε νὰ τὸν ἀκοῦτε, τότε μαζὶ μ’ αὐτὸν μειώνετε τὴν προηγούμενη πίστι σας, κατακρίνετε τὴν ἁγία μας Ἐκκλησία καὶ ὅλους ὅσους σώθηκαν καὶ σώζονται στοὺς κόλπους της. Αὐτὸ εἶναι τὸ δεύτερο λάθος σας, μεγαλύτερο ἀπὸ τὸ πρῶτο!

Ἐνῶ ζούσατε ἥσυχα καὶ εἰρηνικὰ καὶ φροντίζατε γιὰ τὴν σωτηρία σας, ἔρχεται κάποιος καὶ ἀρχίζει νὰ σᾶς κηρύττη: - “Γνωρίζετε κάτι; Ὁ Χριστὸς πέθανε γιὰ τὴν σωτηρία μας. Νὰ πιστεύετε σ’ Αὐτόν, νὰ μετανοῆτε καὶ ἔτσι θὰ σωθῆτε”.

Καὶ σεῖς σὰν ν’ ἀκοῦτε κάτι τὸ πρωτάκουστο καὶ ἀσυνήθιστο, προσκολλάσθε σ’ αὐτόν, ἕτοιμος ν’ ἀφήσετε τὴν Ἐκκλησία σας, τοὺς ποιμένες σας καὶ ὅλα ὅσα προηγουμένως τιμούσατε σὰν μέσα ἁγιασμοῦ. Πολὺ περίεργο αὐτό!

Μήπως δὲν κοινωνούσατε τὸ ἄχραντο Σῶμα καὶ τὸ τίμιο Αἷμα τοῦ Κυρίου; Μήπως στὸν Χριστὸ δὲν καταφεύγατε μὲ τὶς προσευχές σας καὶ σ’ Αὐτὸν καὶ μόνο δὲν στηρίζατε τὴν ἐλπίδα τῆς σωτηρίας σας; Λοιπὸν τί τὸ ἰδιαίτερο, τί τὸ νέο, ποὺ νὰ μὴν τὸ ἔχετε στὸν νοῦ καὶ στὴν καρδιά σας, σᾶς ἀναγγέλλει αὐτὸς ὁ ἄγνωστος ξένος;

Σᾶς λέει: «Ὁ Χριστὸς σταυρώθηκε γιὰ σᾶς. Πρέπει νὰ πιστεύετε σ’ Αὐτὸν γιὰ νὰ σωθῆτε». Μήπως αὐτὸ δὲν ὁμολογῆτε κάθε μέρα στὸ σύμβολο τῆς πίστεως; «Πιστεύω … καὶ εἰς ἕνα Κύριον, Ἰησοῦν Χριστὸν … τὸν δὶ’ ἠμᾶς τοὺς ἀνθρώπους καὶ διὰ τὴν ἡμετέραν σωτηρίαν κατελθόντα ἐκ τῶν οὐρανῶν καὶ σαρκωθέντα ἐκ Πνεύματος Ἁγίου καὶ Μαρίας τῆς παρθένου καὶ ἐνανθρωπήσαντα. Σταυρωθέντα τε ὑπὲρ ἠμῶν … ». Τὸ ἴδιο ὁμολογεῖτε ψάλλοντας στὴν ἐκκλησία: «Ὁ μονογενὴς Υἱός… σταυρωθεῖς τε, Χριστὲ ὁ Θεός… σῶσον ἠμᾶς», ἢ: «Φῶς ἱλαρὸν ἁγίας δόξης… Υἱὲ Θεοῦ, ζωὴν ὁ διδούς…», ἢ: «Νῦν ἀπολύοις… ὅτι εἶδον οἱ ὀφθαλμοί μου τὸ σωτήριόν σου…».

Ἡ Θεία Λειτουργία ὁλόκληρη, τί ἄλλο εἶναι παρὰ μιὰ ἀνάμνησις ἢ ἐπανάληψις μὲ τὴν ἀναίμακτη θυσία, τῆς αἱματηρῆς θυσίας πού ἔγινε στὸν Γολγοθὰ γιὰ τὴν σωτηρία μας;

Ἐὰν συμφωνῆτε μ’ αὐτά, τότε τί νέο ἀκοῦτε ἀπὸ τὰ χείλη τοῦ ξένου καὶ εἶσθε ἕτοιμος ν’ ἀφήσετε ὅλα τα προηγούμενα καὶ ν’ ἀκολουθήσετε τὰ ἴχνη του, χωρὶς καλὰ – καλὰ νὰ ξέρετε ποῦ θὰ σᾶς ὁδηγήση, γνωρίζοντας ὡστόσο ἀσφαλῶς ὅτι ὁ δρόμος πού ἀκολουθήσατε ὡς τώρα εἶναι ὁ πραγματικός;

Αὐτὸ εἶναι ἀκατανόητο! Μοιάζετε σὰν νὰ ψάλλετε ἕναν ὕμνο σὲ μιὰ ἁρμονικὴ χορωδία καὶ ξαφνικὰ νὰ σταματᾶτε, προσέχοντας τὴν ξεχωριστὴ φωνὴ ἑνὸς ἀγνώστου ποὺ μπῆκε ἀπρόσκλητος στὴν χορωδία σας. Καθόλου δὲν σᾶς ἀπασχολεῖ, ἐὰν ἔκανε καλὰ αὐτὸς ὁ ξένος ποὺ ἄρχισε νὰ ψάλλη, οὔτε ἐὰν κάνατε καλὰ ἐσεῖς ποὺ σιωπήσατε.

Οἱ δόκιμοι ψάλτες λένε ὅτι τὸ νὰ ξεχωρίζη μιὰ φωνὴ σὲ μιὰ χορωδία εἶναι κάτι τὸ ἀντικανονικό. Καὶ ὅσοι θαυμάζουν τὴν φωνὴ αὐτὴ καταδικάζουν τὸν ἑαυτὸ τους ἀποδεικνύοντας ὅτι δὲν ἔχουν καλλιτεχνικὴ εὐαισθησία. Μ’ αὐτοὺς μοιάζετε τώρα καὶ σεῖς ὅσον ἀφορᾶ τὸ θέμα τῆς σωτηρίας σας.

Μέχρι τώρα φροντίζατε μὲ ἐπιμέλεια τὴν σωτηρία σας, εἰρηνικὰ καὶ ἥσυχα, μαζὶ μὲ τοὺς ἄλλους ἀδελφούς. Ξαφνικὰ ἐμφανίσθηκε αὐτὸς ὁ ξένος καὶ ἄρχισε νὰ τονίζη καὶ νὰ ἐπαναλαμβάνη μία ἀπὸ τὶς τόσες διδασκαλίες τῆς Ἐκκλησίας μας. Καὶ σεῖς, στρέψατε τὴν προσοχὴ σας σ’ αὐτόν. Ἐντυπωσιασθήκατε καὶ φαίνεσθε ἕτοιμος νὰ τὰ ἐγκαταλείψετε ὅλα καὶ νὰ τὸν ἀκολουθήσετε. Καθόλου δὲν σκεφθήκατε ἐὰν φέρεται σωστὰ αὐτὸς καὶ ἐὰν φέρεσθε σωστὰ καὶ σεῖς. Ὅσοι ἐκτιμοῦν τό ἔργο τῆς σωτηρίας θὰ σᾶς χαρακτηρίσουν σὰν ἄγευστο τῆς πνευματικῆς ζωῆς. Θὰ ἔπρεπε ἀκούγοντας τὰ πρῶτα του λόγια ν’ ἀπομακρυνθῆτε ἀμέσως ἀπὸ κοντά του, ἐνῶ σεῖς συνδεθήκατε μαζί του καὶ συνδέεστε ὁλοένα καὶ περισσότερο.

Β’.    Γράφετε: «Ὁμιλεῖ διαρκῶς γιὰ τὸν Κύριο ἠμῶν Ἰησοῦ Χριστὸ καὶ γιὰ τὴν σωτηρία θυσία Του.Ὁμιλεῖ μ’ ἐνθουσιασμό. Τὸν ἀκοῦμε εὐχάριστα καὶ ὁλοένα μᾶς ἑλκύει».

Ἄραγε ξεχωρίσατε ἂν εἶναι Ὀρθόδοξος ἢ ἑτερόδοξος; Ἢ σκεφθήκατε ὅτι ἀφοῦ ὁμιλεῖ ρωσικά, ρῶσος θὰ εἶναι. Ἀφοῦ ὁμιλεῖ γιὰ τὸν Σωτήρα Χριστό, καὶ μάλιστα μ’ ἐνθουσιασμό, ἀσφαλῶς δικός μας θὰ εἶναι, στὴν ἀλήθεια θὰ βρίσκεται καὶ τὴν ἀλήθεια θὰ κηρύττη. Ἑλκυσθήκατε μὲ ὅλα αὐτὰ καὶ πέσατε στὴν ἀπάτη.

Μπορεῖ νὰ εἶναι ρῶσος, ἀλλὰ δὲν ἔχει τὴν ρωσικὴ πίστι. Ἦταν Ὀρθόδοξος, ἀλλὰ ξέπεσε ἀπὸ τὴν Ὀρθοδοξία. Εἶναι αἱρετικός! Μπορεῖ νὰ κηρύττη τὴν ἐν Χριστῷ σωτηρία, ἀλλὰ ὄχι ὅπως μᾶς τὴν δίδαξε ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς καὶ οἱ ἅγιοι ἀπόστολοι. Μπορεῖ νὰ ὁμιλῆ μ’ ἐνθουσιασμό, ἀλλὰ αὐτὸ δὲν μαρτυρεῖ νὰ τὴν ἄληθεια τῶν λόγων του.

Μᾶλλον ἀποδεικνύει ὅτι εἶναι ὁλόψυχα δοσμένος στὴν κακοδοξία του καὶ ἀγωνίζεται γι’ αὐτή, σὰν νὰ εἶναι ἡ μόνη ἀλήθεια ἕνα συνονθύλευμα ἀπὸ αἱρέσεις καὶ πλάνες.

Ἄραγε ὅλα αὐτὰ εἶναι ἄγνωστα σὲ σᾶς; Καὶ μήπως σεῖς δὲν γνωρίζετε τίνος μαθητὴς εἶναι; Σύμφωνα μὲ τὸν δάσκαλο, κρίνετε καὶ τὸν μαθητή.    Ἀσφαλῶς θὰ γνωρίζετε ὅτι ἦλθε κάποτε ἕνας ἀγγλικανὸς καὶ ἄρχισε νὰ περιοδεύη ἀπὸ σπίτι σὲ σπίτι καὶ νὰ ἐξαπατᾶ μὲ τὰ κηρύγματά του μερικοὺς δικούς μας, κυρίους καὶ κυρίες, ποὺ δὲν βάδιζαν σταθερὰ στὸν δρόμο τῆς ἀληθείας. Ἀπ’ αὐτοὺς τοὺς ἀπατημένους ξεπρόβαλε καὶ ὁ σημερινὸς κήρυκάς σας, ποὺ τώρα συνεχίζει τὸ ἔργο τῆς ἀπάτης τοῦ ἀγγλικανοῦ. Πηγαίνει παντοῦ καὶ προσπαθεῖ νὰ ὁδηγήση στὴν πλάνη καὶ ἄλλους. Ὅ,τι λοιπὸν πιστεύει κι αὐτός. Ἔχουν κι οἱ δύο ξεκόψει ἀπὸ τὴν κρυστάλλινη ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ καὶ βρίσκονται στὸν τέταρτο βαθμὸ τῆς πτώσεως στὸ ψέμα καὶ στὸ σκοτάδι, στὴν κακοδοξία καὶ στὴν αἵρεσι.

Δὲν θὰ σᾶς ἐξηγήσω ἀναλυτικὰ αὐτὴ τὴν πτῶσι, ἀλλὰ συνοπτικὰ θὰ ἐκθέσω τὴν ἱστορικὴ πορεία της.

Ἦταν στὴν ἀρχὴ μιὰ Ἐκκλησία μὲ μιά, ἀληθινή, πίστι. Ἦλθε ὅμως ὁ πειρασμός. Ὁ πάπας μὲ τὶς σοφιστίες του ξέπεσε ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία καὶ τὴν πίστι. Αὐτὸς εἶναι ὁ πρῶτος βαθμὸς τῆς πτώσεως στὸ ψέμα καὶ στὸ σκοτάδι.

Ἀπὸ τοὺς ρωμαιοκαθολικοὺς ἢ παπικοὺς γεννήθηκαν οἱ διαματρυρόμενοι ἢ προτεστάντες, οἱ ὁποῖοι μὲ ἄλλες σοφιστεῖες πλανήθηκαν καὶ ξέπεσαν ἀπὸ τὸν παπισμό. Αὐτὸς εἶναι ὁ δεύτερος βαθμὸς τῆς πτώσεως στὸ ψέμα καὶ στὸ σκοτάδι.

Ἀπὸ τοὺς προτεστάντες γεννήθηκε ἡ ἀγγλικανικὴ σοφιστεία. Εἶναι ὁ τρίτος βαθμὸς τῆς πτώσεως στὸ ψέμα καὶ στὸ σκοτάδι.

Ἀπὸ τὴν ἀγγλικανικὴ σοφιστεία γεννήθηκε ἐπὶ τέλους καὶ αὐτὸς ποὺ παρέσυρε τὸν κήρυκά σας μαζὶ μὲ ἄλλους καὶ κατάφερε νὰ τοὺς ὁδηγήση στὴν πλάνη. Ὅλοι αὐτοὶ βρίσκονται στὸν τέταρτο βαθμὸ τῆς πτώσεως στὸ ψέμα καὶ στὸ σκοτάδι.

Στὸν βαθμὸ αὐτὸ βρίσκεται λοιπὸν ὁ αἱρετικὸς κήρυκάς σας καὶ γυρίζει ἀπὸ σπίτι σὲ σπίτι καὶ ἀποπλανᾶ τοὺς Ὀρθοδόξους. Εἶναι γνήσιος μαθητὴς τοῦ ἀγγλικανικοῦ ποὺ μᾶς ἦλθε προηγουμένως, ἐὰν φυσικὰ δὲν πρόσθεσε καὶ νέες σοφιστεῖες δικές του, ὁπότε θὰ βρίσκεται σὲ κάποιον πέμπτο βαθμὸ πτώσεως στὸ ψέμα καὶ στὸ σκοτάδι. Αὐτὸς εἶναι ὁ κήρυκας ποὺ τόσο ἐκτιμᾶτε! Νὰ τὸν χαίρεσθε!

Ἡ ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ, ἡ ἀκέραιη καὶ καθαρὴ καὶ σωτήρια ἀλήθεια, δὲν βρίσκεται οὔτε στοὺς παπικοὺς οὔτε στοὺς προτεστάντες οὔτε στοὺς ἀγγλικανοὺς οὔτε στὸν κήρυκά σας. Βρίσκεται μόνο στὴν μία, ἀληθινὴ Ἐκκλησία, τὴν Ὀρθόδοξη. Εἶναι γεγονὸς ὅτι ὅλοι οἱ ἄλλοι, ἐνῶ βρίσκονται στὴν πλάνη, πιστεύουν ὅτι αὐτοὶ κατέχουν τὴν ἀλήθεια. Ἡ ἀλήθεια ὅμως βρίσκεται μακρυὰ ἀπ’ αὐτούς.

Οἱ παπικοὶ ποὺ πρῶτοι ἄποσχισθηκαν ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, θεωροῦν ὅτι ἀποκλειστικὰ μὲ τὸ μέρος τους εἶναι ἡ ἀλήθεια.

Οἱ προτεστάντες ποὺ κατηγόρησαν τὴν χρεωκοπία τῶν παπικῶν σὲ πολλὰ σημεῖα, ἀντὶ νὰ ἐπιστρέψουν στὴν ἀλήθεια, ἀπομακρύνθηκαν περισσότερο ἀπὸ τοὺς παπικούς. Δὲν θεμελίωσαν τὴν καινούργια τους πίστι πάνω στὴν ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ πάνω στὶς αἱρετικὲς σοφιστεῖες τους. Ὅσο κι ἂν ἰσχυρίζονται ὅτι κατέχουν τὴν ἀλήθεια, βρίσκονται πολὺ μακρυὰ ἀπ’ αὐτή.

Στοὺς Ἄγγλους δὲν ἄρεσε ὁ γερμανικὸς προτεσταντισμὸς καὶ οἰκοδόμησαν δικό τους, στὰ μέτρα τους, σύμφωνα μὲ τὶς δικές τους ἀπόψεις καὶ ὄχι σύμφωνα μὲ τὶς αἰώνιες ἀλήθειες ποὺ ἀποκάλυψε ὁ Θεός. Ἀπομακρύνθηκαν ἀκόμη πιὸ πολὺ ἀπὸ τὴν σωστὴ πίστι, προσπαθώντας νὰ τὴν προσεγγίσουν μὲ ἀνθρώπινα μέσα.

Καὶ στὸν ἀγγλικανισμὸ καὶ στὸν προτεσταντισμὸ ξεφύτρωσαν ἀργότερα πολλὲς παραφυάδες. Τὰ σχίσματα καὶ οἱ αἱρέσεις πολλαπλασιάσθηκαν. Κάθε νέα παραφυάδα καυχιόταν ὅτι ἐπιτέλους βρῆκε τὴν ἀλήθεια. Στὴν πραγματικότητα ὅμως βυθιζόταν περισσότερο στὸ ψέμα καὶ στὸ σκοτάδι. Ἀναζητοῦσαν ὅλοι τὴν ἀλήθεια ὄχι ἐκεῖ ποὺ ὁ ἀληθινὸς Θεὸς τὴν τοποθέτησε, ἀλλὰ στὶς δικές τους σοφιστεῖες. Γι’ αὐτὸ δὲν ἀνακάλυψαν τὴν ἀλήθεια, ἀλλὰ ἐγκολπώθηκαν διάφορες σκιὲς τῆς ἀλήθειας. Στὶς σκιὲς θεμελίωσαν τὴν ὁμολογία πίστεώς τους, τὸ πιστεύω τους. Ἀνάμεσα σ’ αὐτὲς τὶς σκιὲς βρίσκεται καὶ τὸ περιεχόμενο τοῦ κηρύγματος ποὺ τώρα σᾶς ἑλκύει, ὅπως μου γράφετε.

Ἐνῶ λοιπὸν στὴν Δύσι πολλαπλασιαζόταν ἡ αἵρεσις καὶ διαρκῶς ξεφύτρωναν ποικίλες κακοδοξίες, περισσότερο ἢ λιγώτερο πλανεμένες, στὴν Ἀνατολὴ παρέμενε ἀμετάβλητη στὴν πίστι της ἡ Ὀρθοδοξία, ἡ ἀληθινὴ Ἐκκλησία ποὺ σὰν θησαυροφυλάκιο περιέχει τὴν θεία ἀλήθεια.

Ἡ Ὀρθοδοξία πιστεύει καὶ περιφρουρεῖ τὴν ἀλήθεια ποὺ ἀνήγγειλε ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς καὶ φύτεψαν οἱ ἅγιοι ἀπόστολοί Του. Ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι χριστιανοί, τὰ τέκνα τῆς ἀληθινῆς Ἐκκλησίας, διατηροῦμε τὴν θεόσδοτη καὶ μόνη Ἀλήθεια καὶ μένουμε ἀσάλευτοι στὴν πίστι μας. Ἐνῶ πέρασαν τόσοι αἰῶνες, διατηρήθηκε ἀλώβητη καὶ ἀναλλοίωτη ἡ ἀλήθεια στοὺς κόλπους τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ ἔφθασε μέχρι σὲ μᾶς, ὅπως κηρύχθηκε ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ τοὺς ἁγίους ἀποστόλους Του.

Στέκεται ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία στὴν ἀλήθεια, γι’ αὐτὸ στεκόμαστε καὶ μεῖς σ’ αὐτή. Χρεωστοῦμε εὐγνωμοσύνη στὸν Κύριο ποὺ εὐδόκησε νὰ γεννηθοῦμε στοὺς κόλπους τῆς ἀληθινῆς, Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.

Ἐνῶ σεῖς ἀπὸ μικρὸς γαλουχηθήκατε μὲ τὴν αἰωνόβια ἀλήθεια, ὁ ψευδοκήρυκάς σας μόλις χθὲς διδάχθηκε τὴν πλάνη. Ὡστόσο αὐτὸς δὲν διστάζει παντοῦ νὰ διακηρύττη τὴν κακοδοξία του, ἐνῶ σεῖς χωρὶς καμία διάκρισι στραφήκατε πρὸς αὐτὸν καὶ κινδυνεύετε ν’ ἀποκοπῆτε ἀπὸ τὴν ἁγία Ἐκκλησία καὶ ἀπὸ τὴν ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ. Ἡ ἀλήθεια αὐτὴ ζοῦσε στὴν πίστι τῶν πατέρων μας, τῶν πάππων καὶ προπάππων μας, ὅλων γενικά των ρώσων ἀπὸ τὴν ἡμέρα ποὺ φωτίσθηκαν, τὴν ἐποχὴ τοῦ ἰσαποστόλου Ἁγίου Βλαδιμήρου, ἐδῶ καὶ χίλια περίπου χρόνια.

Πόσους καὶ πόσους ἁγίους δὲν ἀνέδειξε ἡ ἁγία Ἐκκλησία μας, ποὺ δέονται ὑπὲρ ἠμῶν ἐνώπιόν τοῦ Κυρίου! Πόσοι καὶ πόσοι δὲν εὐαρέστησαν στὸν Θεὸ καὶ δὲν πλημμύρισαν μὲ τὴν Θεία Χάρι, ὅπως φανερώνουν τὰ ἄφθαρτα λείψανά τους ποὺ εἶναι σκορπισμένα σὲ ὅλη τὴν ρωσικὴ γῆ! Καὶ ξαφνικὰ ἔρχεται αὐτὸς ὁ ψευδοκήρυκάς σας, ποὺ μόλις χθὲς πλανήθηκε στὸ ψέμα καὶ βυθίστηκε στὸ σκοτάδι, καὶ προσπαθεῖ νὰ σᾶς ἀποσπάση ἀπὸ τὴν ἁγία αὐτὴ χορεία….

Ἀλλὰ ἃς πᾶμε ἀκόμη πιὸ πέρα. Ἡ ἴδια ὁμολογία πίστεως καὶ ὁ ἴδιος δρόμος σωτηρίας ἀκολουθεῖται καὶ ἀπὸ τοὺς Ἕλληνες, ἀπὸ τοὺς ὁποίους λάβαμε τὸ φῶς τῆς Ὀρθοδοξίας. Μελετῆστε τὴν ἱστορία τους καὶ διὰ μέσου πολλῶν αἰώνων θὰ φθάσετε μέχρι τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων ποὺ ὑποστήριξαν καὶ ἐπιβεβαίωσαν τὰ δόγματα τῆς πίστεώς μας, τὴν οἰκουμενικὴ ἀλήθεια.

Μελετῆστε τὴν ἱστορία τῶν Συνόδων ποὺ συγκροτήθηκαν μέχρι τὸν Μ.Κωνσταντῖνο καὶ παντοῦ θ’ ἀντιληφθῆτε τὴν ἴδια ἀλήθεια νὰ ἐγκολπώνεται ἀπὸ ἀναρίθμητα πλήθη πιστῶν καὶ νὰ βασιλεύη στὰ πέρατα τῆς οἰκουμένης.

Ἃς προχωρήσουμε ἀκόμη πιὸ πέρα. Μελετῆστε τοὺς αἰῶνες τῶν διωγμῶν μέχρι τὴν ἐποχὴ τῶν ἁγίων ἀποστόλων. Θὰ διαπιστώσετε καὶ ἐκεῖ τὴν ἴδια ὁμολογία πίστεως καὶ τὸν ἴδιο δρόμο τῆς σωτηρίας, ποὺ καὶ μεῖς τώρα ἀκολουθοῦμε. Καὶ αὐτὸ ποὺ δίδασκαν οἱ ἅγιοι ἀπόστολοι, τὸ παρέλαβαν ἀπὸ τὸν Κύριο. Καὶ ὅ,τι ἔλεγε καὶ ἔκανε ὁ Υἱός, τὸ ἔλεγε καὶ τὸ ἔκανε σύμφωνα μὲ τὴν ἐντολὴ τοῦ Πατρὸς μέσα στὸ μυστήριο τῆς Ἁγίας Τριάδος.

Νὰ ἀπὸ ποὺ ξεκινᾶ ἡ πίστις μας! Νὰ ποὺ εἶναι ἡ πηγή της! Νὰ πῶς ἀνέβλυσε ἀπὸ τὰ βάθη τῆς Θεότητος! Νὰ πῶς ἔρρεε διὰ μέσου τῶν αἰώνων καὶ ἔφθασε μέχρι σὲ μᾶς! Καὶ αὐτὴ τὴν θεία καὶ αἰωνόβια πίστι ἤσασταν ἕτοιμος νὰ τὴν πετάξετε καὶ νὰ τὴν ἀντικαταστήσετε μὲ τὸ ψέμα, τὸ ὁποῖο διαλαλεῖ ὁ ψευδοκήρυκάς σας, πού μόλις χθὲς ἐξαπατήθηκε! Ὑπάρχει σ’ αὐτὸ καμιὰ λογική;

Γ’.   Ἀντιλαμβάνομαι τὶς ἀντιδράσεις τόσο τὶς δικές σας, ὅσο καὶ τῶν συνακροατῶν σας: «Μὰ τί ψέμα κηρύττει; Αὐτὸς τὴν ἀλήθεια ἀναγγέλλει, τὴν ἐν Χριστῷ σωτηρία διδάσκει, τὸ Εὐαγγέλιο εὐαγγελίζεται».

Σταθῆτε λίγο. Μὴ βιάζεστε στὶς ἀντιδράσεις σας. Ἂς βάλουμε τὰ πράγματα στὴν θέσι τους: Ἐπιτρέπεται νὰ μιλᾶμε γιὰ τὸν Ἰησοῦ Χριστὸ θολὰ καὶ ὕπουλα; Ἐπιτρέπεται νὰ διδάσκουμε τὸν σωτήριο δρόμο καὶ νὰ ὁδηγοῦμε τοὺς ἀκροατὲς στὴν καταστροφή; Αὐτὸ δὲν ἔκαναν πάντα οἱ αἱρετικοί; Πόσες καὶ πόσες διδασκαλίες δὲν ὑπῆρχαν ποὺ διέστρεφαν τὴν ἀλήθεια καὶ πρὶν ἀπὸ τὸν αἱρεσιάρχη Ἄρειο, ἀλλὰ πολὺ περισσότερο καὶ μετὰ ἀπὸ αὐτόν… Ὅλες αὐτὲς ἀποδοκιμάσθηκαν ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία καὶ ἀναθεματίσθηκαν. Ἀναρίθμητες αἱρέσεις ἐμφανίσθηκαν στὴν Δύσι. Ὅλες ὅμως ἀπορρίφθηκαν ἀπὸ τὴν Ὀρθοδοξία, παρ’ ὅλο ποὺ κηρύττουν τὸν Σωτήρα Χριστό! Ἑπομένως δὲν πρέπει νὰ συμπεραίνουμε ὅτι ἐφ’ ὅσον κάποιος κηρύττει τὸν Χριστό, ὁπωσδήποτε εἶναι ἀξιοπιστος, ἀλλὰ πρέπει νὰ ἐξετάζουμε, ἐὰν σωστὰ κηρύττη τὴν ἀλήθεια γιὰ τὸν Χριστό.

Μεταξὺ σας ὅμως κανεὶς δὲν κοπίασε νὰ κάνη αὐτὴ τὴν ἔρευνα, ἀλλὰ μόλις ἀκούσατε ἀπὸ τὰ χείλη του τὸ γλυκύτατο ὄνομα τοῦ Κυρίου, ἀμέσως ἀπερίσκεπτα σταθήκατε στὸ πλευρό του. Κανείς σας δὲν ὑποψιάσθηκε ὅτι αὐτὸ τὸ προσκυνητὸ ὄνομα εἶναι στὰ χείλη τοῦ πλανεμένου σὰν δόλωμα, γιὰ νὰ παραπλανήση καὶ νὰ ὁδηγήση στὴν καταστροφὴ τὶς ἁπλοϊκὲς ψυχές σας. Δὲν διαβάσατε στὸ Εὐαγγέλιο τὰ προειδοποιητικὰ λόγια τοῦ Κυρίου: «Προσέχετε δὲ ἀπὸ τῶν ψευδοπροφητῶν, οἵτινες ἔρχονται πρὸς ὑμᾶς ἐν ἐνδύμασι προβάτων, ἔσωθεν δὲ εἴσι λύκοι ἅρπαγες»; (Ματθ. 7, 15).

Μὴ φαντασθῆτε ὅτι ὁ Κύριος ἐννοεῖ ἐδῶ ἐκείνους ποὺ δὲν γνωρίζουν τὸ ὄνομά Του. Ὄχι. Ἐννοεῖ ἀκριβῶς αὐτοὺς ποὺ καλύπτονται μὲ τὸ ὄνομά Του, ὀδηγώντας στὴν πλάνη. Αὐτὸ φαίνεται ἀπὸ τὰ ἀμέσως ἑπόμενα λόγια Του: «Πολλοὶ ἐροῦσί μοι ἐν ἐκείνη τῆ ἡμέρα, Κύριε, Κύριε, οὐ τῷ σ ὀνόματι προεφητεύσαμεν;» (Ματθ. 7, 22). Βλέπετε; Κηρύττουν τὸν Χριστὸ καὶ ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς μᾶς προτρέπει νὰ φυλαγώμαστε ἀπ’ αὐτούς. Καὶ κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς κρίσεως θὰ τοὺς πῆ: «Οὐδέποτε ἔγνων ὑμᾶς, ἀποχωρεῖτε ἀπ’ ἐμοῦ οἱ ἐργαζόμενοι τὴν ἀνομίαν» (Ματθ. 7, 23).

Ὁ Κύριος μὲ αὐτὰ τὰ λόγια θέλει νὰ μᾶς φανερώση ὅτι οὐδέποτε τοὺς ἀναγνωρίζει σὰν γνήσιους κήρυκές Του, ὅσο κι ἂν οἱ ἴδιοι πιστεύουν ὅτι εἶναι. Στὸ κήρυγμά τους ὁ Κύριος δὲν βλέπει τὸν ἑαυτό Του, ἀλλὰ κάποιον ἄλλο Χριστό, ὄχι ἐκεῖνον τὸν ἀληθινὸ ποὺ θυσιάστηκε γιὰ τὴν σωτηρία μας ἐδῶ στὴν γῆ.

Βλέπετε ὅτι εἶναι δυνατὸν κάτω ἀπὸ τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου νὰ μὴν κηρύσσεται ὁ Κύριος. Πῶς λοιπὸν ἐσεῖς χωρὶς διάκρισι προσκολληθήκατε στὸν ψευδοδιδάσκαλό σας, ἐπειδὴ κάλυπτε μὲ τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ τὴν πλάνη του; Νομίζετε ὅτι δὲν ἀναφέρονται καὶ σ’ αὐτὸν τὰ λόγια: «Πολλοὶ γὰρ ἐλεύσονται ἐπὶ τῷ ὀνόματί μου… καὶ πολλοὺς πλανήσουσι»; (Ματθ. 24, 5).

Μοῦ δίνετε τὸ δικαίωμα μὲ τὴν στάσι σας αὐτὴ νὰ στρέψω πρὸς σᾶς τὸν ἐλεγκτικὸ λόγο τοῦ ἀποστόλου Παύλου, ποὺ ἀπηύθυνε στοὺς Κορινθίους: «Ἠρμοσάμην γὰρ ὑμᾶς ἐνὶ ἀνδρί, παρθένον ἁγνὴν παραστῆσαι τῷ Χριστῷ, φοβοῦμαι δὲ μήπως, ὡς ὁ ὄφις Εὔαν ἐξηπάτησεν ἐν τῇ πανουργία αὐτοῦ, οὕτω φθαρῆ τὰ νοήματα ὑμῶν ἀπὸ τῆς ἁπλότητος τῆς εἰς τὸν Χριστόν, εἰ μὲν γὰρ ὁ ἐρχόμενος ἄλλον Ἰησοῦν κηρύσσει ὃν οὐκ ἐκηρύξαμεν… καλῶς ἀνείχεσθε» (Β’ Κορινθ. 11, 2-4).  Καὶ τώρα ὅ,τι φοβόταν ὁ ἀπόστολος γιὰ τοὺς Κορινθίους συνέβη σὲ σᾶς. Ἦλθε ὁ ψευδοδιδασκάλος, ἄρχισε νὰ κηρύττη ἄλλον Ἰησοῦ καὶ σεῖς προσκολληθήκατε σ’ αὐτόν!

Θὰ μοῦ πῆτε: «Ὄχι δὲν κηρύττει ἄλλον Ἰησοῦ. Ὅ,τι λέει τὸ παίρνει ἀπὸ τὸ Εὐαγγέλιο καὶ διδάσκει μὲ τὰ λόγια τοῦ Εὐαγγελίου. Διαρκῶς ἐπαναλαμβάνει ὅτι ὁ Χριστὸς πέθανε γιὰ μᾶς καὶ ἐὰν πιστεύουμε θὰ σωθοῦμε. Πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ ὑπάρχη ψέμα καὶ ἀπάτη σ’ αὐτό;».

Εἶναι ἄληθεια ὅτι αὐτὰ τὰ λόγια ἀποτελοῦν ἕναν εὐχάριστο εὐαγγελισμό. Ποιὸς θερμὸς χριστιανὸς εἶναι δυνατὸν νὰ μὴ τὰ προσέξη;

Εἶναι ὅμως ἐξ ἴσου ἀλήθεια ὅτι στὰ εὐαγγελικὰ αὐτὰ λόγια εἶναι δυνατὸν νὰ ἐγκεντρισθῆ τὸ ψέμα καὶ ἡ ἀπάτη.

Ἂς προσέξουμε τὸν Ἀπόστολο Παῦλο ποὺ ἔγραφε πρὸς τοὺς Γαλάτες: «Θαυμάζω ὅτι οὕτω ταχέως μετατίθεσθε ἀπὸ τοῦ καλέσαντος ὑμᾶς ἐν χάριτι Χριστοῦ εἰς ἕτερον εὐαγγέλιον» (Γαλάτ. 1, 6).

Οἱ Γαλάτες εἰλικρινὰ πίστεψαν στὸν σωτήρα Χριστὸν καὶ ὁλόψυχα δέχθηκαν τὴν εὐχάριστη ἀγγελία τῆς σωτηρίας. Ἤσαν τόσο εὐγνώμονες στὸν ἀπόστολο Παῦλο, ὁ ὁποῖος τοὺς ὠδηγοῦσε στὴν ἀλήθεια, ποὺ ἤσαν ἕτοιμοι καὶ τὰ μάτια τους νὰ βγάλουν γιὰ χάρι του. Ὅταν ὅμως ἀπομακρύνθηκε ἀπὸ κοντά τους, ἦλθαν κάποιοι δοκησίσοφοι καὶ ἄρχισαν νὰ τοὺς κηρύττουν καὶ αὐτοὶ τὸ Εὐαγγέλιο, τὴν χαρμόσυνη εἴδησι τῆς ἐν Χριστῷ σωτηρίας, ὄχι καθαρή, ἀλλὰ ἀναμεμειγμένη μὲ τὸ ψέμα. Οἱ Γαλάτες δὲν πῆραν στὰ σοβαρά τό θέμα, ἑλκύσθηκαν ἀπὸ τὸ κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου τους, τοὺς θεώρησαν εὐαγγελιστὲς καὶ ἔπεσαν στὰ δίχτυα τῆς πλάνης. Τὰ λόγια τους ἤσαν ἑλκυστικά, ἐφ’ ὅσον τὸ Εὐαγγέλιο κήρυτταν, τὸ ἀποτέλεσμά τους ὅμως ἦταν καταστρεπτικό.  Τόσο ὕπουλο εἶναι τὸ ψέμα, ποὺ καλύπτεται κάτω ἀπὸ τὰ ἱερὰ καὶ γλυκύτατα ὀνόματα!

Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, ὅταν πληροφορήθηκε τὴν κατάστασί τους, ἔγραψε σὰν νόμο ἀμετάθετο γιὰ ὅλες τὶς ἐποχὲς τὴν ἑξῆς φράσι: «Ἔαν ἠμεῖς ἢ ἄγγελος ἐξ οὐρανοῦ εὐαγγελίζηται ὑμῖν παρ’ ὃ εὐηγγελισάμεθα ὑμῖν, Ἀνάθεμα ἔστω» (Γαλάτ. 1, 8). Καὶ γιὰ νὰ τὸ τυπώσουν καλύτερα μέσα τους ἐπανέλαβε: «Καὶ ἄρτι πάλιν λέγω· εἲ τις ὑμᾶς εὐαγγελίζεται παρ’ ὁ παρελάβετε, ἀνάθεμα ἔστω» (Γαλάτ. 1,9).

Βλέπετε λοιπόν, ὅτι ὑπάρχει Εὐαγγέλιο καὶ ὑπάρχει καὶ εὐαγγελισμός, τοῦ ὁποίου οἱ κήρυκες ἀναθεματίζονται, καὶ μάλιστα ἀπὸ τὸν ἀπόστολο Παῦλο!  Ἐσεῖς ὅμως λησμονήσατε τὴν περίπτωσι αὐτὴ καὶ μόλις ἐμφανίσθηκε κάποιος διδάσκαλος μὲ τὸ Εὐαγγέλιο στὸ χέρι, ἐμπιστευθήκατε σ’ αὐτόν, χωρὶς νὰ σκεφθῆτε ὅτι ἔχετε ὀρθόδοξη πίστι καὶ σωστὰ ἀγωνίζεσθε γιὰ τὴν σωτηρία σας. Μοιάσατε ἀκριβῶς μὲ τοὺς τότε Γαλάτες. Εἶναι δίκαιο λοιπὸν ν’ ἀποδώση κανεὶς καὶ σὲ σᾶς τὸν ἐλεγκτικὸ ἀποστολικὸ λόγο: «Ὢ ἀνόητοι Γαλᾶται, τὶς ὑμᾶς ἐβάσκανε τὴ ἀληθείᾳ μὴ πείθεσθε;» (Γαλ. 3, 1).

Δ’.   Μοῦ γράφετε ὅτι διαβάζει καὶ διδάσκει μέσα ἀπὸ τὸ Εὐαγγέλιο. Ἀσφαλῶς τὸ ἅγιο Εὐαγγέλιο καὶ ὅλη ἡ Καινὴ Διαθήκη εἶναι ἡ πλέον πιστὴ πηγή, ὁ πραγματικὸς ὁδηγὸς τῆς χριστιανικῆς ζωῆς, ὁ ἀσφαλὴς φάρος τῆς σωστῆς πορείας πρὸς τὴν σωτηρία. Ὅσοι σώζονται, ἀπὸ τὴν Καινὴ Διαθήκη ἀντλοῦν τὴν γνῶσι γιὰ τὸ πῶς θ’ ἀγωνισθοῦν γιὰ τὴν σωτηρία τους.

Ἀλλὰ δὲν εἶναι εὔκολο γιὰ τὸν καθένα ποὺ διαβάζει τὸ Εὐαγγέλιο νὰ τὸ κατανοῆ πλήρως καὶ νὰ βαδίζη ἔτσι ἀσφαλῶς στὸν δρόμο τῆς σωτηρίας. Μπορεῖ κάποιος νὰ διαβάζη τὸ Εὐαγγέλιο, ἀλλὰ νὰ τὸ ἑρμηνεύη λανθασμένα. Γι’ αὐτὸν τὸ Εὐαγγέλιο ἀποτελεῖ ὄργανο καταστροφῆς! Καὶ δὲν τὸν ἀπαλλάσσει ἀπὸ τὸν ἔλεγχο καὶ τὴν καταδίκη του γιὰ τὴν ἄγνοια τῆς ἀληθείας τὸ γεγονὸς ὅτι κρατᾶ στὸ χέρι τὸ Εὐαγγέλιο, καθὼς καὶ τὸ ὅτι τὸ μελετᾶ.

Θὰ σᾶς ἀναφέρω ἕνα παράδειγμα: Ἔχουμε ἕνα κομμάτι πολύτιμο ὕφασμα. Ἔρχεται ἕνας ἔμπειρος καὶ ἐκλεκτὸς ράπτης, τὸ κόβει καὶ ράβει ἕνα ὡραῖο φόρεμα. Μπορεῖ ὅμως νὰ ἔρθει ἕνας ἀνίδεος καὶ κακόγουστος ράπτης, νὰ τὸ κόψη καὶ νὰ ράψη ἕνα τερατούργημα ποὺ οὔτε τὸ σῶμα θὰ καλύπτη οὔτε ἀπὸ τοὺς καιροὺς θὰ προοτατεύη, δηλαδὴ θὰ καταστρέψη τὸ πολύτιμο ὕφασμα.

Τὸ ἴδιο συμβαίνει καὶ μὲ τοὺς διαφόρους κήρυκες τοῦ Εὐαγγελίου.   Μπορεῖ κάποιος νὰ τὸ διαβάζη καὶ νὰ τὸ ἑρμηνεύη μὲ τέτοιο τρόπο ποὺ ν’ ἀτιμάζη τὸν ἀτίμητο θησαυρό. Νὰ τὸ κηρύττη μὲ τέτοιο τρόπο ποὺ νὰ ὁδηγῆ στὴν πλάνη ὁ ὁδηγὸς αὐτὸς τῆς σωτηρίας.

Καὶ αὐτὸ γιατί; Γιατί δὲν γνωρίζει καλά το δρόμο τῆς σωτηρίας. Δὲν γνωρίζει ὁρισμένες προϋποθέσεις τῆς σωτηρίας ἢ μᾶλλον μερικὰ σημεῖα τῆς πνευματικῆς πορείας, ὅπως π.χ. τὴν πίστι, τὴν τήρηση τῶν ἐντολῶν, τὴν ἀπόκτησι τῆς Θ. Χάριτος κ.τ.λ. Στὸ Εὐαγγέλιο τὰ σημεῖα αὐτὰ δὲν ἀναφέρονται συγκεντρωμένα, ἀλλὰ ἔχουν καταγραφὴ σὲ διάφορα χωρία. Γιὰ νὰ βαδίση ὅμως κανεὶς ἀσφαλῶς τὸν δρόμο τῆς σωτηρίας πρέπει νὰ γνωρίζη ὅλα αὐτὰ τὰ σημεῖα.

Σ’ αὐτὸ πολλοὶ σκοντάφτουν. Ἀρχίζει κάποιος νὰ συγκεντρώνη διάφορα ἁγιογραφικὰ χωρία, ποὺ σχετίζονται ἄμεσα μὲ τὴν σωτηρία καὶ ἀποτελοῦν βασικὲς προϋποθέσεις της, στρέφει μετὰ τὴν προσοχὴ του σ’ ἕνα ἢ σὲ δύο ἀπ’ αὐτά, τ’ ἀπομονώνει ἀπ’ ὅλη τὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ φωνάζει: «Βρῆκα, βρῆκα τὸν δρόμο τῆς σωτηρίας!».

Μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ ὁ ἕνας διακηρύττει: «Πίστευε καὶ θὰ σωθῆς». Ὁ δεύτερος ἀποφαίνεται: «Ἀπόκτησε τὴν Θ. Χάρι καὶ τίποτε ἄλλο δὲν χρειάζεσαι». Ὁ τρίτος συμβουλεύει: «Ἀγάπα καὶ θὰ φθάσης στὸν οὐρανό». Καὶ οἱ ἄλλοι ὁμοίως.

Ὅλες αὐτὲς οἱ ὑποδείξεις, εἶναι βεβαίως πραγματικὲς καὶ στὴν Ἁγία Γραφὴ βασισμένες. Ἀλλὰ καμμιὰ ξεχωριστὰ δὲν καλύπτει ὁλόκληρη τὴν ὑπόθεσι τῆς σωτηρίας. Πρέπει κανεὶς ὅλα αὐτὰ νὰ τὰ συνενώση καὶ τότε θὰ ἀποκτήση μιὰ πλήρη γνῶσι τῆς πραγματικῆς μορφῆς τῆς σωτηρίας.

Νὰ λοιπὸν καὶ ὁ ψευδοδιδάσκαλός σας ἀνάμεσα σ’ αὐτοὺς ποὺ πλανήθηκαν. Ἀσφαλῶς κι αὐτὸς τὸ Εὐαγγέλιο διαβάζει, καθώς μοῦ γράφετε, καὶ διδάσκει τό πῶς θὰ σωθοῦμε. Παρουσιάζει ὅμως ὅλο τό πλάτος τοῦ ἀγῶνος πού ἀπαιτεῖται ἢ μόνον ἕνα μέρος τῶν προσπαθειῶν; Προσέξτε στὰ λόγια του καὶ θὰ διαπιστώσετε τὴν ἔλλειψι: Στὸ κήρυγμα τοῦ ἀκούγεται μόνο το «Μετανοεῖτε καὶ πιστεύετε». Αὐτὸ ὅμως περιλαμβάνει ὅλες τὶς σωτηριώδεις προσπάθειες; Ἀσφαλῶς ὄχι.

Ἀλλὰ καὶ αὐτὰ ἀκόμη τὰ στοιχεῖα, μετάνοια καὶ πίστις, διδάσκονται μὲ πληρότητα; Λέει π.χ. «Μετανοεῖτε». Ρωτῆστε τον: «Δηλαδὴ πρέπει καὶ νὰ ἐξομολογηθοῦμε; Κι ἂν δὲν ἐξομολογηθοῦμε, πῶς θὰ λάβουμε τὴν συγχώρησι τῶν ἁμαρτιῶν μας;». Σ’ αὐτὸ τίποτε δὲν θὰ τολμήση νὰ πῆ. Θὰ ξεφύγη μὲ τὴν πολυλογία του. Σύμφωνα μὲ τὴν κακοδοξία του ἡ ἐξομολόγησις δὲν χρειάζεται, ἔστω κι ἂν ἀναφέρεται στὴν Ἁγία Γραφή.

Ἀσφαλῶς κανεὶς δὲν θὰ ἐπιχειρήση νὰ τοῦ ἀποδείξη ὅτι λέει ψέματα, ὅταν διδάσκη: «Μετανοεῖτε καὶ πιστεύετε», διότι αὐτὰ εἶναι ἀπαραίτητα γιὰ τὴν σωτηρία καὶ ἀποτελοῦν ἐντολὲς τοῦ Κυρίου.

Μπορεῖ ὅμως κανεὶς νὰ τοῦ ἀποδείξη ἀπὸ τὴν Ἁγία Γραφὴ ὅτι πλανιέται, ὅταν διακηρύττη ὅτι μόνον αὐτά, ἡ μετάνοια καὶ ἡ πίστις, ἐξασφαλίζουν τὴ σωτηρία. Διότι γιὰ τὴν σωτηρία χρειάζονται καὶ πολλὰ ἄλλα.

Φαντασθῆτε γιὰ μιὰ στιγμὴ ἕνα γιατρὸ νὰ δίνη μιὰ συνταγὴ μὲ πολλὰ φάρμακα καὶ ὁ φαρμακοποιὸς νὰ διαλέγη ἀπ’ αὐτὰ δυὸ ἢ τρία μόνο καὶ νὰ τὰ παραδίδη στὸν ἀσθενῆ λέγοντας: «Νά, πάρε τὰ φάρμακα, πού σοῦ ἔγραψε ὁ γιατρός». Ὁ φαρμακοποιὸς αὐτὸς δὲν εἶναι ψεύτης καὶ ἀπατεώνας;

Τὸ ἴδιο ὅμως συμβαίνει καὶ στὴν περίπτωσί σας. Ὁ Κύριός μας, ποὺ ἦλθε γιὰ νὰ μᾶς θεραπεύση ἀπὸ τὰ πάθη, ἔγραψε στὰ Εὐαγγέλιά Του μιὰ πλήρη θεραπευτικὴ ἀγωγὴ γιὰ τὴ σωτηρία τῶν ψυχῶν μας, ποὺ διατυπώνεται σὲ διάφορα χωρία. Ὁ νέος διδάσκαλός σας λοιπόν, ἅρπαξε δύο ἢ τρία ἀπ’ αὐτὰ καὶ ἄρχισε νὰ φωνάζη: «Ἰδοὺ γιὰ σᾶς τὸ σωτήριο φάρμακο! Πάρτε το καὶ θὰ σωθῆτε!». Κατὰ συνέπεια εἶναι ψεύτης καὶ ἀπατεώνας, ὅπως ἀκριβῶς καὶ ὁ φαρμακοποιός, ποὺ ἀναφέραμε. Καὶ σεῖς ἀκούγοντάς τον ἀποστομωθήκατε καὶ τοῦ δώσατε θάρρος νὰ δακηρύττη ἀνεμπόδιστα: «Πιστέψτε στὸν Σωτήρα Χριστὸ καὶ θὰ σωθῆτε».

Ε’.  Πραγματικὰ ἔτσι εἶναι! «Οὐδὲ γὰρ ὄνομα ἐστιν ἕτερον ὑπὸ τὸν οὐρανὸν τὸ δεδομένον ἐν ἀνθρώποις ἐν ὢ δεῖ σωθῆναι ἠμᾶς» (Πράξ. 4, 12). «Μέγα ἐστι τὸ τῆς εὐσεβείας μυστήριον· Θεὸς ἐφανερώθη ἐν σαρκὶ» (Α’ Τιμοθ. 3, 16). Ὁ Χριστὸς «ἔκλινεν οὐρανοὺς» καὶ κατῆλθε, γιὰ νὰ ὁδηγήση τοὺς ἀνθρώπους στοὺς οὐρανούς. Νὰ χαίρεσθε καὶ νὰ εὐγνωμονῆτε τὸν Κύριο γι’ αὐτό. Νὰ εὐχαριστῆτε τὸν Σωτήρα ποὺ ἀνέβηκε στοὺς οὐρανοὺς καὶ τοποθέτησε καὶ τὴν ἀνθρώπινη φύσι στὰ δεξιά τοῦ Πατρός.

Ὁπωσδήποτε λοιπὸν πρέπει νὰ πιστεύουμε στὸν Χριστὸ γιὰ νὰ σωθοῦμε. Ἀλλὰ δὲν ἀρκεῖ αὐτὸ τὸ στοιχεῖο μόνο γιὰ τὸ ἔργο τῆς σωτηρίας. Ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Χριστὸ προστέθηκαν κι ἄλλα στοιχεῖα, τὰ ὁποῖα ὁμοίως εἶναι ἀπαραίτητα γιὰ τὸ ἔργο αὐτό. Περὶ αὐτῶν θὰ μιλήσουμε ἀργότερα. Ἐδῶ θὰ σᾶς ἐπισημάνω ὅτι καὶ αὐτὴ τὴν πίστι μας στὸν Χριστό, πρέπει μὲ τέτοιο τρόπο νὰ τὴ δεχώμαστε, ὥστε νὰ εἶναι συνυφασμένη μὲ τὴν πίστι μας στὴν Ἁγία Τριάδα. Διότι ἀκούγοντας κανεὶς διαρκῶς «σωτηρία ἐν Χριστῷ» εἶναι δυνατὸν τόσο πολὺ ἀποκλειστικὰ νὰ τυπωθῆ αὐτὴ ἡ ἀλήθεια μέσα του, ποὺ ν’ ἀτονίση ἡ σημασία τῆς Ἁγίας Τριάδος στὸ ἔργο τῆς σωτηρίας καὶ ἔτσι νὰ καλυφθῆ ἡ Ἁγία Τριὰς ἀπὸ τὸ πρόσωπο τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ. Αὐτὸ ὅμως σημαίνει παρέκκλισι ἀπὸ τὴν καθιερωμένη πορεία τῆς σωτηρίας. Καὶ δὲν εἶναι τίμιο νὰ ἐγκολπώνεται κανεὶς τὴν χριστιανικὴ πίστι καὶ μετὰ νὰ τὴν διαστρέφη.

Νά, τί θέλω νὰ ὑπογραμμίσω μὲ ὅλα αὐτά: Ὅπως ἡ ἐνσάρκωσις καὶ ἡ σταυρικὴ θυσία τοῦ Υἱοῦ δὲν ἔλαβε χώρα χωρὶς τὸν Πατέρα καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ἔτσι καὶ ἡ σωτηρία τοῦ καθενός μας δὲν ἐπιτυγχάνεται χωρὶς τὴν συνεργασία τοῦ Πατρός, τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ὁλοκλήρου δηλαδὴ τῆς Ἁγίας Τριάδος. Ἡ «ἔνσαρκος οἰκονομία» καὶ ἡ σωτηρία κάθε ψυχῆς οἰκοδομήθηκαν ἀπὸ τὸν ἐν Τριάδι Ἕνα Θεό, τὸν Πατέρα, τὸν Υἱὸ καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Αὐτὸ πρέπει νὰ τὸ βάλη κανεὶς βαθειὰ στὸν νοῦ καὶ τὴν καρδιά του. Ὅλοι οἱ ἅγιοι εἶχαν συνειδητοποιήσει αὐτὴ τὴν ἀλήθεια γιὰ τὴν σωτηρία μας.

Προσέξτε πῶς ἐπιτελεῖται τὸ βάπτισμα τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ!  Ἔχουμε φανερὴ συμμετοχὴ ὁλοκλήρου της Ἁγίας Τριάδος. Ἡ φωνὴ τοῦ Πατρός, ἡ βάπτισις τοῦ Υἱοῦ, ἡ «ἐν εἴδει περιστερᾶς» ἐμφάνισις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Γι’ αὐτὸ ἐξ ἄλλου καὶ ἡ ἑορτὴ τοῦ γεγονότος αὐτοῦ ὀνομάζεται Ἐπιφάνεια ἢ Θεοφάνεια. Βαπτίζεται ὁ «ἐνανθρωπήσας» Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ ἐπαναπαύεται «ἐπ’ αὐτοῦ καὶ ἐντὸς αὐτοῦ» μὲ τὴν εὐδοκία Του ὁ Θεὸς Πατὴρ καὶ συμμετέχει Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα.

Αὐτὸ φανερώνει ὅτι ἡ σωτηρία μᾶς συντελεῖται ἀπὸ τὸν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστὸ μὲ τὴν εὐδοκία τοῦ Πατρὸς καὶ τὴν ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὁ Υἱὸς τίποτε δὲν ἔκανε χωρισμένος ἀπὸ τὸν Πατέρα καὶ τὸ Ἃγιο Πνεῦμα. Ἐνῶ ἔγινε καὶ τέλειος ἄνθρωπος οὐδέποτε ἀπομακρύνθηκε ἀπὸ τοὺς κόλπους τοῦ Πατρός.

Εἴδατε πῶς ἡ σωτηρία τοῦ Ἀνθρωπίνου γένους οἰκοδομήθηκε μὲ τὴν συνεργασία τῆς Ἁγίας  Τριάδος;

Προσέξτε τώρα πώς καὶ ἡ σωτηρία κάθε ψυχῆς οἰκοδομεῖται μὲ τὴν ἴδια συνεργασία: Ἡ ζωὴ μας βρίσκεται σὲ μιὰ ζωντανὴ σχέσι καὶ κοινωνία μὲ τὸν Θεό. Μὲ τὴν πτῶσι τῶν πρωτοπλάστων χάσαμε αὐτὴ τὴν κοινωνία. Γι’ αὐτὸ σαρκώθηκε ὁ μονογενὴς Υἱὸς τοῦ Θεοῦ καὶ ἕνωσε τὴν μέχρι τότε ἀποχωρισμένη καὶ πεσμένη ἀνθρώπινη φύσι μὲ τὸν Θεό. Οἱ πιστοὶ ἑνώνονται μὲ τὸν Υἱὸ καὶ μέσῳ τοῦ Υἱοῦ μὲ τὸν Πατέρα. Ὁ ἴδιος ὁ Κύριος φανέρωσε αὐτὸ λέγοντας στοὺς ἀποστόλους: «Ἐγὼ ἐν τῷ Πατρί μου καὶ ὑμεῖς ἐν ἐμοὶ καγῶ ἐν ὑμὶν» (Ἰωάν. 14, 20).

Ὅ,τι ἀναφέρεται ἐδῶ στοὺς ἀποστόλους, ἀναφέρεται καὶ πρὸς ὅλους τούς πιστούς. Εἶναι ἡ χρυσὴ ἁλυσίδα τῆς ἐπανασυνδέσεώς μας μὲ τὸν Θεό. Αὐτὸ ὑπογράμμισε ὁ Κύριος καὶ σὲ ἄλλο μέρος: «Ἐγὼ εἰμι ἡ ὁδὸς καὶ ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ ζωή, οὐδεὶς ἔρχεται πρὸς τὸν Πατέρα εἰ μὴ δὶ’ ἐμοῦ» (Ἰωάν. 14, 6).

Ἔτσι οἱ πιστοὶ ἔρχονται πρὸς τὸν Πατέρα διὰ τοῦ Υἱοῦ. Πῶς ὅμως ἔρχονται πρὸς τὸν Υἱό; Ἔρχονται διὰ τοῦ Πατρός, ὅπως ὁ ἴδιος ὁ Κύριος ἀποκαλύπτει: «Οὐδεὶς δύναται ἐλθεῖν πρὸς μέ, ἐὰν μὴ ὁ Πατὴρ ὁ πέμψας με ἑλκύση αὐτὸν» (Ἰωάν. 6, 44).

Ἐὰν χωρὶς αὐτὴ τὴν ἕλξι πρὸς τὸν Υἱὸ δὲν εἶναι δυνατὸν ν’ ἀρχίση τὸ ἔργο τῆς σωτηρίας, κι ἂν ἡ ἕλξις αὐτὴ ἐπιτελῆται ὑπὸ τοῦ Πατρός, τότε εἶναι ὁλοφάνερο ὅτι ἡ πρώτη ἀρχὴ τῆς σωτηρίας κάθε ψυχῆς εἶναι ὁ Θεὸς Πατήρ.

Νὰ ἐνθυμῆσθε τὴν ἁγιογραφικὴ αὐτὴ ἀλήθεια καὶ νὰ τὴν ὁμολογῆτε. Ἑλκυσθήκατε πρὸς τὸν Κύριο, ποὺ παντοτεινὰ βρίσκεται στὰ δεξιά τοῦ Πατρός, ἀπ’ αὐτὸν τὸν ἴδιο τὸν Πατέρα.

Ἀλλὰ καὶ ὁ Πατὴρ πῶς ἑλκύει πρὸς τὸν Υἱό; Ἑλκύει διὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ἐπιτελεῖ ὅλα τα ἀπαραίτητα γιὰ τὴ σωτηρία στὸν νοῦ καὶ στὴν καρδιὰ τῶν σωζομένων. Ὁ Κύριος ποὺ ἔπαθε, πέθανε πάνω στὸ Σταυρό, ἀναστήθηκε, ἀναλήφθηκε στοὺς οὐρανοὺς καὶ κάθησε στὰ δεξιά τοῦ Πατρός, ἔστειλε ἀπὸ τὸν Πατέρα τὸ Ἃγιο Πνεῦμα, τὸ ὁποῖο διαμένει στὴν ἀληθινὴ Ἐκκλησία καὶ ἐπιτελεῖ τὴν σωτηρία κάθε μέλους της.

Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα κατῆλθε στοὺς ἀποστόλους. Τοὺς ὠδηγοῦσε στὰ πέρατα τῆς οἰκουμένης, τοὺς χαρίτωνε μὲ λόγο ζωογονικό, τοὺς ἐνδυνάμωνε στὴν πίστι. Ἐξαγίαζε καὶ ἐνίσχυε σὲ κάθε ἔργο ἀγαθό τούς χριστιανούς. Θεμελίωσε τὴν Ἐκκλησία καὶ οἰκοδομεῖ τὴν σωτηρία ὅλων των τέκνων της. Χωρὶς τὸ Ἅγιο Πνεῦμα κανεὶς δὲν σώζεται. Οὔτε εἶναι δυνατὸν νὰ σωθῆ. Γι’ αὐτὸ εἶπε ὁ Κύριος: «Συμφέρει ὑμῖν ἴνα ἐγὼ ἀπέλθω, ἐὰν γὰρ μὴ ἀπέλθω, ὁ Παράκλητος οὐκ ἐλεύσεται πρὸς ὑμᾶς» (Ἰωάν. 16, 7). Εἶναι σὰν νὰ ἔλεγε: «Ἐὰν δὲν ἔλθη ὁ Παράκλητος, τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο, ματαῖα ἡ ἐνσάρκωσίς Μου, μάταιος ὁ θάνατος, ματαῖα καὶ ἡ ἀνάστασις. Θὰ μείνετε μακρυὰ ἀπὸ τὴν σωτηρία, διότι χωρὶς τὸ Ἅγιο Πνεῦμα δὲν μπορεῖτε νὰ μεταμορφωθῆτε, νὰ λάβετε τὰ χαρακτηριστικά τοῦ σεσωσμένου».

Πιστεύοντας λοιπὸν ὅτι εἶσθε σεσωσμένος, νὰ ἐνθυμῆσθε ὅτι αὐτὸ τὸ ὀφείλετε καὶ στὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο, ποὺ μέσῳ τῶν θείων μυστηρίων τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας σᾶς προσφέρεται καὶ ποὺ ἀδιάλειπτα σᾶς χειραγωγεῖ καὶ σᾶς ἐνισχύει στὸν δρόμο τῆς σωτηρίας.

Βλέπετε λοιπὸν πῶς σωζόμαστε; Σωζόμαστε ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ μὲ τὴν εὐδοκία τοῦ Πατρὸς καὶ τὴν χάρι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Αὐτὸ νὰ ὁμολογῆτε καὶ νὰ τὸ συγκρατῆτε πάντοτε στὸν νοῦ καὶ στὴν καρδιά.

Ὅποιος ἐπιμένει λέγοντας μόνο: «Πίστευε στὸν Κύριο, πίστευε στὸν Κύριο», καὶ δὲν ἐπεκτείνεται στὴν διδασκαλία τῆς συμμετοχῆς στὸ ἔργο τῆς σωτηρίας τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, αὐτὸς φαίνεται ὅτι δὲν κατέχει ὅλη τὴν ἀλήθεια. Συγχύζει τὴν χριστιανικὴ συνείδησι καὶ ἀμαυρώνει τὸ φῶς τοῦ Χριστοῦ.

Κατανόησαν βαθειὰ αὐτὸ οἱ ἅγιοι ἀπόστολοι καὶ μὲ τὸν ἑξῆς τρόπο ἐκφράζουν στοὺς πιστοὺς τὴν εὐχὴ γιὰ τὴν σωτηρία: «Κατὰ πρόγνωσιν Θεοῦ Πατρός, ἐν Ἁγιασμῶ Πνεύματος, εἰς ὑπακοὴν καὶ ραντισμὸν αἵματος Ἰησοῦ Χριστοῦ χάρις ὑμὶν» (Α’ Πετρ. 1, 2). «Ἡ χάρις τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ κοινωνία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μετὰ πάντων ὑμῶν» (Β’ Κοριν. 13, 13).

Τὰ τελευταῖα αὐτὰ λόγια τοῦ ἀποστόλου Παύλου ἐπαναλαμβάνονται στὴν Θεία Λειτουργία μετὰ τὴν ἀπαγγελία τοῦ «Πιστεύω» καὶ πρὶν ἀπὸ τὴν τέλεσι τοῦ μυστηρίου τῆς Θ. Εὐχαριστίας.

Ἐπίσης καὶ ὅλοι οἱ ἅγιοι Πατέρες μας διδάσκοντας γιὰ τὴν σωτηρία, τὴν ἀνέφεραν ὄχι σὰν ἔργο τοῦ Χριστοῦ μόνον, ἀλλὰ ὁλοκλήρου τῆς Ἁγίας Τριάδος. Τὴν ἀνέφεραν σὰν ἔργο τοῦ Πατρός, τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, σὰν ν’ ἀποτελοῦν καὶ τὰ τρία πρόσωπα τῆς Θεότητος τὴν μιὰ πηγὴ τῆς σωτηρίας.

Μὲ τὸν ἴδιο τρόπο νὰ κατανοῆτε καὶ σεῖς τὴν ὑπόθεσι τῆς σωτηρίας σας καὶ μ’ αὐτὸ τὸ κριτήριο νὰ ἐλέγχετε τὴν ἀλήθεια τῆς ὁμολογίας τόσο τοῦ σημερινοῦ, ὅσο καὶ κάθε ἄλλου νέου διδασκάλου.

ΣΤ’. Θὰ σᾶς ὑποδείξω τώρα τί εἶναι περισσότερο σπουδαῖο γιὰ τὴν σωτηρία τοῦ καθενός. Μπορεῖ κανεὶς σύντομα νὰ ἐκφρασθεῖ ὡς ἑξῆς: «Νὰ πιστεύετε καὶ νὰ δέχεσθε τὴν Θεία Χάρι, ποὺ μᾶς ὁδηγεῖ στὴν χριστιανικὴ ζωὴ διὰ μέσου τῶν μυστηρίων. Νὰ ζῆτε σύμφωνα μὲ τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ κάτω ἀπὸ τὴν καθοδήγησι τῶν θεοπέμπτων ποιμένων. Νὰ βρίσκεσθε σὲ μιὰ ζωντανὴ σχέσι μὲ τὴν Ἐκκλησία».

Γιὰ νὰ κατανοήσετε καλύτερα πόσο ἀπαραίτητα εἶναι ὅλα αὐτά, συγκρίνετε τὴν πορεία τῆς σωτηρίας μὲ τὴν συνηθισμένη ὀδοιπορεία.

Γιὰ νὰ βαδίση ἕνας ὁδοιπόρος εὔκολα καὶ ἀκίνδυνα πρέπει νὰ ὑπάρχη φῶς, νὰ εἶναι καθωρισμένος ὁ δρόμος, νὰ εἶναι ὁ ἴδιος ὑγιὴς καὶ δυνατός. Ἀκόμη στὴν περίπτωσι μιᾶς δυσκολίας, ὅπως π.χ. μπροστά σε μιὰ διακλάδωσι ἢ ἕνα σταυροδρόμι, νὰ ὑπάρχη κάποιος νὰ τὸν βοηθήση δείχνοντάς του τὴν σωστὴ κατεύθυνσι.

Κατὰ παρόμοιο τρόπο καὶ γιὰ τὴν πορεία στὴν ὁδὸ τῆς σωτηρίας εἶναι ἀπαραίτητο νὰ ὑπάρχη φῶς, δηλαδὴ ἡ ὀρθὴ πίστις, εἶναι ἀπαραίτητο νὰ εἶναι καθωρισμένος ὁ δρόμος, δηλαδὴ οἱ Θεῖες ἐντολές, εἶναι ἀπαραίτητες ἡ ψυχικὴ ὑγεία καὶ ἡ ἰσχύς, δηλαδὴ οἱ δυνάμεις τῆς Θείας Χάριτος διὰ μέσου των μυστηρίων, εἶναι ἀπαραίτητοι οἱ γνῶστες τοῦ δρόμου καὶ οἱ χειραγωγοί, δηλαδὴ οἱ ποιμένες τῆς Ἐκκλησίας.

Ὅλα αὐτὰ συντελοῦνται στοὺς κόλπους τῆς ἁγίας μας Ἐκκλησίας. Μ’ αὐτὴ εἶναι ἑνωμένος καθένας ποὺ κατεργάζεται σωστά το ἔργο τῆς σωτηρίας. Ὅλοι οἱ σεσωσμένοι αὐτὸν τὸν δρόμο ἀκολούθησαν καὶ ὅλοι οἱ σωζόμενοι αὐτὸν τὸν δρόμο βαδίζουν. Ἄλλος δρόμος σωτηρίας δὲν ὑπάρχει. Δὲν νομίζω ὅτι ἔπρεπε νὰ σᾶς ἀναφέρω ὅλα αὐτά. Ὡστόσο θὰ προσθέσω καὶ κάτι ἀκόμα.

Εἶναι περιττὸ νὰ συζητῆται ὅτι ἡ πίστις εἶναι ἀπαραίτητη γιὰ τὴν σωτηρία. Ὁ ἄπιστος δὲν θέλει οὔτε κἂν νὰ σκέπτεται τὴν σωτηρία. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος γράφει: «Χωρὶς δὲ πίστεως ἀδύνατον εὐαρεστῆσαι (Θεῶ), πιστεῦσαι γὰρ δεῖ τὸν προσερχόμενον τῷ Θεῶ ὅτι ἐστι καὶ τοῖς ἐκζητοῦσιν αὐτὸν μισθαποδότης γίνεται» (Ἑβρ. 11, 6).

Ὀφείλουμε νὰ πιστεύουμε σὲ ὅλα ὅσα εὐδόκησε νὰ μᾶς ἀποκαλύψη ὁ Θεὸς χωρὶς προσθῆκες ἢ ἀφαιρέσεις, ἔτσι ὅπως φυλάγονται στὴν Ἁγία Ὀρθοδοξία. Συγκεκριμένα:

Ὁ Θεὸς εἶναι ἕνας κατὰ τὴν οὐσία, ἀλλὰ μὲ τρία χωριστὰ πρόσωπα.

Ὁ Πατὴρ διὰ τοῦ Υἱοῦ ἔπλασε τὸν κόσμο καὶ προνοεῖ γι’ αὐτόν.

Ἔπλασε κατ’ εἰκόνα Του τὸν ἄνθρωπο γιὰ νὰ ζῆ μέσα στὸν παράδεισο. Μὲ τὴν παρακοὴ τῶν πρωτοπλάστων χάσαμε τὴν παραδείσια ζωὴ καὶ μᾶς ἦταν ἀδύνατον νὰ σωθοῦμε.

Ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ μᾶς λυπήθηκε, ἀνέλαβε τὸ ἔργο τῆς ἐξαγορᾶς καὶ τῆς ἀποκαταστάσεως, ἦλθε στὴν γῆ, ἔλαβε σάρκα, ἔπαθε, πέθανε πάνω στὸν Σταυρό, ἀναστήθηκε, ἀναλήφθηκε στοὺς Οὐρανοὺς καὶ κάθησε ὡς Θεάνθρωπος στὰ δεξιά τοῦ Πατρός, ὁ ὁποῖος μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ ἔδειξε ὅτι ἀποδέχεται τὴν θυσία τοῦ Υἱοῦ καὶ τὴν μεσιτική Του δύναμι γιὰ τὴν σωτηρία τῶν πιστῶν.

Ὁ ἴδιος ὁ Υἱὸς ἔστειλε τὸ ἐκπορευόμενο ἀπὸ τὸν Πατέρα Ἃγιο Πνεῦμα, τὸ ὁποῖο κατῆλθε στοὺς ἀποστόλους, τοὺς γέμισε μὲ θεία σοφία καὶ δύναμι. Ἐκεῖνοι, πλήρεις Πνεύματος Ἁγίου, φύτεψαν τὴν χριστιανικὴ πίστι καὶ συγκρότησαν ἀπὸ τὸ σύνολο τῶν πιστῶν τὴν Ἐκκλησία, ποὺ ἔχει κεφαλὴ τὸν Χριστό. Οἱ ἴδιοι, κατὰ τὴν ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ, τελοῦσαν τὰ μυστήρια, ποὺ προσφέρουν τὴν Θ. Χάρι στοὺς πιστούς, καὶ ἄφησαν τοὺς ἐπισκόπους καὶ τοὺς ἱερεῖς διαδόχους τους στὸ ἀποστολικὸ ἔργο καὶ διαχειριστές, οἰκονόμους τῶν Οὐρανίων πνευματικῶν θησαυρῶν, ποὺ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ἐμπιστεύθηκε στὴν Ἐκκλησία.

Συνέχισαν τὸ ἔργο τῆς σωτηρίας διὰ μέσου των αἰώνων οἱ διάδοχοι τῶν ἀποστόλων μὲ τὴν ἰδιαίτερη χάρι τῆς χειροτονίας, καὶ ἔτσι τὸ ἔργο αὐτὸ ἐξακολουθεῖ ἀδιάσπαστα νὰ συνεχίζεται καὶ στὶς ἡμέρες μας. Οἱ πιστοὶ ποὺ δέχονται τὴν Θεία Χάρι μὲ τὰ μυστήρια, σώζονται μέσα στοὺς κόλπους τῆς Ἐκκλησίας ὄχι μεμονωμένοι, ἀλλὰ ἑνωμένοι ὅλοι μαζὶ στὴν πραγματικὴ βιωματικὴ πίστι καὶ κάτω ἀπὸ τὴν χειραγώγησι τῶν ποιμένων. Ἡ σωτηρία κάθε ψυχῆς τελεῖται μυστικὰ καὶ ὁ κάθε πιστὸς προσδοκᾶ μιὰ ἄλλη φωτεινὴ ζωή, χάριν τῆς ὁποίας ὑπομένει ἑκούσιες καὶ ἀκούσιες στερήσεις. Πιστεύει ἀκόμη ὅτι οἱ κεκοιμημένοι δὲν παύουν νὰ παραμένουν στὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας καὶ νὰ ἐπικοινωνοῦν μαζί μας ὄχι βέβαια μὲ ὁρατὸ τρόπο, ἀλλὰ ἀόρατα.

Σὲ ὅλα αὐτὰ πρέπει νὰ πιστεύετε ὁλόψυχα. Κι ἐμεῖς ὁμολογοῦμε αὐτὴ τὴν πίστι μελετώντας συχνά το σύμβολο τῆς πίστεως. Αὐτὲς εἶναι οἱ ἀλήθειες τῆς πίστεώς μας καὶ δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ εἶναι ἄλλες.

Ζ’.   Μόνη της ἡ πίστις δὲν εἶναι ἐπαρκὴς γιὰ τὴν σωτηρία. Πρέπει νὰ συνοδεύεται καὶ ἀπὸ τὰ καλὰ ἔργα καὶ μιὰ ζωὴ Ἁγία, σύμφωνα μὲ τὶς ἐντολὲς τοῦ Κυρίου. «Οὐ πᾶς ὁ λέγων μοι, Κύριε, Κύριε, εἰσελεύσεται εἰς τὴν Βασιλείαν τῶν οὐρανῶν, ἀλλ’ ὁ ποιῶν τὸ θέλημα τοῦ Πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς» (Ματθ. 7, 21). Τὸ θέλημα δὲ τοῦ οὐρανίου Πατρὸς διατυπώνεται στὶς ἐντολές Του.

Διαβάζετε συχνά το Εὐαγγέλιο καὶ θὰ διδαχθῆτε τοὺς ὅρους τῆς σωτηρίας. Θὰ λάβετε μαθήματα γιὰ τὴν ἁγία καὶ θεοφιλῆ ζωή, πῶς δηλαδὴ νὰ ἐκτελῆτε μὲ εἰλικρίνεια καὶ μὲ ἀκρίβεια πάντοτε τὶς ἐντολὲς τοῦ Κυρίου καὶ ἔτσι νὰ σωθῆτε. Θὰ εὐαρεστῆτε τὸν Θεό: «Ὁ ἔχων τὰς ἐντολᾶς μου καὶ τηρῶν αὐτᾶς, ἐκεῖνος ἐστιν ὁ ἀγαπῶν μὲ ὁ δὲ ἀγαπῶν μὲ ἀγαπηθήσεται ὑπὸ τοῦ Πατρός μου, καὶ ἐγὼ ἀγαπήσω αὐτόν… Ἐὰν τὶς ἀγαπᾶ με, τὸν λόγον μου τηρήσει, καὶ ὁ Πατήρ μου ἀγαπήσει αὐτόν, καὶ πρὸς αὐτὸν ἐλευσόμεθα καὶ μονὴν παρ’ αὐτῶ ποιήσομεν» (Ἰωάν. 14, 21-23).

Ἐπίσης καὶ οἱ ἀποστολικὲς ἐπιστολὲς γράφουν πολλὰ γιὰ τὴν ἀναγκαιότητα τῆς πίστεως, περισσότερα ὅμως γιὰ τὴν ἀναγκαιότητα τῆς ἁγίας ζωῆς προκειμένου νὰ σωθοῦμε. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος τὰ συνόψισε καὶ τὰ συνδύασε ὡς ἑξῆς: «Πίστις δὶ’ ἀγάπης ἐνεργουμένη» (Γαλάτ. 5, 6). Μὲ τὴν «Ἀγάπη» ἐννοεῖ τὴν ἐκπλήρωσι ὅλων των ἐντολῶν καὶ τὴν ἀποξένωσι ἀπ’ ὅλα τα πάθη.

Σ’ ὅλες του τὶς ἐπιστολὲς στρέφει τὴν φροντίδα τῶν χριστιανῶν πρὸς τὴν ἁγία καὶ θεοφιλῆ ζωή: «Ὅσα ἐστὶν ἀληθῆ, ὅσα σεμνά, ὅσα δίκαια, ὅσα ἁγνά, ὅσα προσφιλῆ, ὅσα εὔφημα, εἲ τις ἀρετὴ καὶ εἲ τις ἔπαινος, ταῦτα λογίζεσθε… καὶ ὁ Θεὸς τῆς εἰρήνης ἔσται μεθ’ ὑμῶν» (Φιλιπ.4,89).«Ἐπεφάνη γὰρ ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ ἡ σωτήριος πᾶσιν ἀνθρώ-ποις, παιδεύουσα ἠμᾶς, ἴνα ἀρνησάμενοι τὴν ἀσέβειαν καί τὰς κοσμικάς ἐπιθυμίας σωφρόνως καὶ δικαίως καὶ εὐσεβῶς ζήσωμεν ἐν τῷ νῦν αἰώνι, προσδεχόμενοι τὴν μακαρίαν ἐλπίδα καὶ ἐπιφάνειαν τῆς δόξης τοῦ μεγάλου Θεοῦ καὶ σωτῆρος ἠμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ» (Τίτον 2, 11-12).

Ἐπίσης καὶ ὁ Ἰάκωβος ὁ Ἀδελφόθεος γράφει: «Τί τὸ ὄφελος, ἀδελφοί μου, ἐὰν πίστιν λέγῃ τὶς ἔχειν, ἔργα δὲν μὴ ἔχῃ;» (Ἰακώβ. 2, 14). «Ὁρᾶτε τοίνυν ὅτι ἐξ ἔργων δικαιοῦται ἄνθρωπος καὶ οὐκ ἐκ πίστεως μόνον» (Ἰακώβ. 2, 24).

Βλέπετε πόσον ἀπαραίτητη εἶναι γιὰ τὴν σωτηρία ἡ ἐκπλήρωσις τῶν ἐντολῶν; Γι’ αὐτὸ κι ἐγὼ ἐπεκτάθηκα στὸ σημεῖο αὐτό. Ἐκεῖνοι ποὺ παρέσυραν στὴν πλάνη τὸν νέο σας διδάσκαλο δὲν σκέπτονται σωστά. Ἀποδίδουν ὅλο το ἔργο τῆς σωτηρίας στὴν πίστι. Τὰ ἔργα σχεδὸν τὰ ἀπορρίπτουν. Καθόλου ἀπίθανο καὶ αὐτὸς νὰ σκέπτεται παρόμοια.

       Σύμφωνα ὅμως μὲ τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ ἔχουν ἴση σημασία καὶ ἡ πίστις καὶ τὰ ἔργα. Σὲ κανένα ἀπὸ τὰ δύο δὲν δίνεται προβάδισμα. Ἡ πίστις χωρὶς ἔργα καὶ τὰ ἔργα χωρὶς πίστι καθόλου δὲν ὠφελοῦν. Μόνον ἑνωμένα οἰκοδομοῦν τὴν σωτηρία μας. Μὲ τὴν ἄρρηκτη ἑνότητά τους ἀποκτοῦν πραγματικὴ ἀξία, δύναμι καὶ σημασία.

Η’.   Εἶναι ἀπαραίτητη ἡ Θεία Χάρις γιὰ νὰ εἶναι ἡ πίστις σωστὴ καὶ τὰ ἔργα ἅγια. Χωρὶς τὴν Θεία Χάρι ὄχι μόνο δὲν μποροῦμε νὰ πιστεύουμε, ἀλλὰ οὔτε καὶ νὰ σκεπτώμαστε τὸ καλό. Ἀλλὰ κι ἂν θὰ μπορούσαμε νὰ σκεφθοῦμε τὸ καλό, δὲν θὰ μπορούσαμε νὰ τὸ πράξουμε, ὅπως ἀναφέρει ὁ ἀπόστολος Παῦλος: «Τὸ γὰρ θέλειν παράκειταί μοι, τὸ δὲ κατεργάζεσθαι τὸ καλὸν οὒχ εὑρίσκω» (Ρωμ. 7,   18).

Ἐὰν ὁ Κύριος μόνο μᾶς δίδασκε τί πρέπει νὰ πιστεύουμε καὶ πῶς πρέπει νὰ ζοῦμε, καὶ μᾶς ἄφηνε μόνο μ’ αὐτὴ τὴν γνῶσι, θὰ μοιάζαμε μ’ ἐκεῖνον ποὺ φωτίζεται μὲ τὸ φῶς τοῦ ἡλίου, βλέπει τὸν δρόμο ποὺ πρέπει νὰ διασχίση, ἀλλὰ δὲν ἔχει τὴν δύναμι νὰ βαδίση, διότι εἶναι παράλυτος καὶ ἀσθενής. Στὴν περίπτωσι αὐτὴ θὰ ἦταν καλύτερα τίποτε νὰ μὴ γνώριζε καὶ τίποτε νὰ μὴν ἔβλεπε.

Ὁ φιλάνθρωπος Κύριος δὲν μᾶς ἄφησε μόνο στὴν γνῶσι τοῦ δρόμου τῆς σωτηρίας, ἀλλὰ εὐδόκησε νὰ ἐνεργήση καὶ τὴν κάθοδο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, γιὰ νὰ μᾶς βοηθήση νὰ ἐπιτύχουμε τὴν σωτηρία.

Τὸ Ἃγιο  Πνεῦμα κατῆλθε στοὺς ἀποστόλους καὶ κατόπιν διὰ μέσου αὐτῶν σε ὅλους τους πιστούς. Αὐτὸ διήγειρε τὴν πίστι σ’ ὅσους ἤθελαν νὰ πιστέψουν. Αὐτὸ ἐνίσχυε στὴν ἐκπλήρωσι τῶν ἐντολῶν ὅσους μὲ τὴν βοήθεια τῆς πίστεως ἔφθαναν στὴν ἀπόφασι νὰ ζήσουν ἅγια. Ὅ,τι συνέβαινε μὲ τοὺς ἀποστόλους, τὸ ἴδιο συνέβαινε καὶ μετέπειτα, τὸ ἴδιο συμβαίνει καὶ σήμερα διὰ μέσου των διαδόχων τους, σύμφωνα μὲ τὴν τάξι ποὺ τὸ Ἃγιο Πνεῦμα θέσπισε. Ἔτσι ἡ Θεία Χάρις παραμένει διαρκῶς μέσα στὴν Ἁγία μας Ἐκκληοία, μέσα στὸ πλῆθος τῶν πιστῶν. Ὅλους τούς φωτίζει, ὅλους τούς ἐνισχύει, ὅλους τούς ἁγιάζει.

Μὲ τὴν Θεία Χάρι σώθηκαν καὶ σώζονται οἱ πιστοί: «Χάριτι ἐστε σεσωσμένοι» (Ἐφεσ. 2, 8), γράφει ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Ἡ Θεία Χάρις ἐγκαταβιώνει στοὺς πιστούς: «Οὐκ οἴδατε ὅτι ναὸς Θεοῦ ἐστε καὶ τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ οἰκεῖ ἐν ὑμῖν;» (Α’ Κορινθ. 3, 16), συνεχίζει μὲ ἀναμφισβήτητη βεβαιότητα γι’ αὐτὴ τὴν ἐνοίκησι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὁ ἴδιος ὠμολογοῦσε γιὰ τὸν ἑαυτό του: «Χάριτι δὲ Θεοῦ εἰμὶ ὁ εἰμὶ» (Ἃ’ Κορινθ. 15, 10). Καὶ ὁ ἀπόστολος Πέτρος μαρτυρεῖ γιὰ τὸν ἑαυτό του καὶ γιὰ ὅλους: «Πάντα ἠμῖν τῆς θείας δυνάμεως αὐτοῦ τά πρὸς ζωὴν καὶ εὐσέβειαν δεδωρημένης» (Β’ Πέτρου 1, 3).

Γι’ αὐτὸ πολὺ συχνὰ στὶς ἀποστολικὲς ἐπιστολές, ἰδιαίτερα στὴν ἀρχὴ καὶ στὸ τέλος, διατυπώνεται ἡ εὐχὴ νὰ παραμένη καὶ ν’ αὐξάνη σὲ κάθε πιστὸ ἡ Θεία Χάρις. Ὡς πρὸς τὸ ὅτι εἶναι ἀπαραίτητη γιὰ τὸ ἔργο τῆς σωτηρίας μας, δὲν ὑπάρχει ἀμφιβολία. Ἀλλὰ ὡς πρὸς τὸν τρόπο ποὺ λαμβάνεται καὶ ἐνεργεῖ ὑπάρχουν διαφωνίες.

Ἐπίτηδες σᾶς θίγω αὐτὸ τὸ θέμα, γιατί ἔχω τὴν ὑποψία ὅτι ὁ πλανεμένος διδάσκαλός σας ἀνήκει στὴν κατηγορία ἐκείνων ποὺ δὲν κατανοοῦν σωστά το ἔργο της. Ὑπάρχουν ἐπίσης κακόδοξοι ποὺ διακηρύττουν ὅτι ἀρκεῖ νὰ πιστέψη κανεὶς καὶ αὐτόματα ἡ Θεία Χάρις θὰ ἐγκατασταθῆ μέσα του.

Μάθετε λοιπὸν καὶ πιστέψτε βαθειὰ ὅτι ἡ Θεία Χάρις δὲν παρέχεται καὶ δὲν λαμβάνεται διαφορετικά, παρὰ μὲ τὰ ἅγια μυστήρια ποὺ τελοῦνται ἀπὸ τοὺς ἀποστόλους ἢ τοὺς διαδόχους τους, ὅπως θέσπισε στὴν Ἐκκλησία ὁ ἴδιος ὁ Κύριος. Καὶ γιὰ νὰ βεβαιωθῆτε περισσότερο σ’ αὐτό, θὰ σᾶς ἀναφέρω μερικὰ παραδείγματα ἀπὸ τὴν Ἁγία Γραφή:

1) Ὁ ἴδιος ὁ Κύριός μας συζητώντας μὲ τὸν Νικόδημο εἶπε: «Δεῖ ὑμᾶς γεννηθῆναι ἄνωθεν» (Ἰωάν. 3, 7), ἐννοώντας τὴν διὰ τῆς Θ. Χάριτος πνευματικὴ ἀναγέννησι. Καὶ μὲ τί μέσον θὰ ἐρχόταν καὶ θὰ ἐνεργοῦσε; Μήπως εἶπε: «Πίστεψε, ἄνοιξε τὸ στόμα καὶ ἡ Θ. Χάρις θὰ εἰσχωρήοη μέσα σου καὶ θὰ σὲ ἀναγεννήση»; Ἀσφαλῶς ὄχι. Δὲν εἶπε κάτι τέτοιο. Τί εἶπε; «Ἐὰν μὴ τὶς γεννηθῆ ἐξ ὕδατος καὶ Πνεύματος, οὐ δύναται εἰσελθεῖν εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ» (Ἰωάν. 3, 5-7). Αὐτὴ ἡ γέννησις «δὶ’ ὕδατος καὶ Πνεύματος»  τί  ἄλλο εἶναι  παρὰ τὸ  Ἃγιο  βάπτισμα, τὸ πρῶτο χριστιανικὸ μυστήριο;

Ἡ ἀναγέννησις κάνει τὴν φύσι μας ἱκανὴ νὰ δέχεται καὶ νὰ συγκρατῆ τὴν Θ. Χάρι. Ἡ προσφορὰ της ὅμως γίνεται μὲ τὰ μυστήρια καὶ πιὸ συγκεκριμένα μὲ τὴν «ἐπίθεσιν τῶν χειρῶν», δηλαδὴ τὴν τοποθέτησι τῶν χειρῶν τῶν ἀποστόλων ἢ τῶν διαδόχων τους πάνω στοὺς πιστούς.

2) Ἕνα περιστατικὸ ποὺ συνέβη στὴν Ἔφεσο κατὰ τὴν περίοδο μιᾶς περιδείας τοῦ Ἀποστόλου Παύλου θ’ ἀποδείξη αὐτὴ τὴν ἀλήθεια.

Φθάνοντας στὴν Ἔφεσο ὁ ἀπόστολος συνάντησε δώδεκα πιστοὺς καὶ τοὺς ρώτησε: -    Ὅταν πιστέψατε, λάβατε τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο; Κι ἐκεῖνοι ἀπάντηοαν:

-    Δὲν ἀκούσαμε τίποτα γιὰ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο.

-    Πῶς τότε βαπτισθήκατε; ρώτησε ὁ ἀπόστολος.

-    Στὸ βάπτισμα τοῦ Ἰωάννου, ἀπάντησαν.

Τότε ὁ ἀπόστολος τοὺς ἐξήγηοε ὅτι τὸ βάπτισμα τοῦ Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου ἦταν μόνο προετοιμασία γιὰ τὴν πίστι στὸν Χριστό. Καὶ ἀφοῦ τοὺς ὠλοκλήρωσε τὴν εὐαγγελικὴ διδασκαλία, τοὺς βάπτισε μὲ τὸ χριστιανικὸ βάπτισμα. Μετὰ τὴν βάπτισι τοποθέτησε πάνω τους τὰ χέρια του καὶ ἔλαβαν τὸ Ἃγιο Πνεῦμα.

Βλέπετε ὅτι ἄλλο εἶναι τὸ βάπτισμα καὶ ἄλλο ἡ «ἐπίθεσις τῶν χειρῶν». Μὲ τὴν «ἐπίθεσι τῶν χειρῶν» μόνο, δίνεται ἡ Θεία Χάρις.

Αὐτὴ τὴν αἰσθητὴ ἐνέργεια τὴν ἀντικατέστησαν ἀργότερα οἱ ἀπόστολοι μὲ τὸ Χρίσμα καὶ ἔτσι καθιερώθηκε τὸ Χρίσμα σὰν μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας μας.

Τὰ δύο αὐτὰ περιστατικά, τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου καὶ τῶν πιστῶν τῆς Ἐφέσου, εἶναι ἀρκετὰ γιὰ νὰ βεβαιωθῆτε ὅτι ἡ Θεία Χάρις μεταδίδεται μὲ αἰσθητὴ ὁδό, διὰ μέσου τῶν Ἁγίων μυστηρίων καὶ ὄχι μὲ τὴν νοερὴ μόνον ὁδὸ τῆς θεωρητικῆς ἁπλῶς πίστεως.

Ἔτσι θέσπισε ὁ ἴδιος ὁ Χριστός. Θ’ ἀπαριθμήσω ἐδῶ καὶ τὰ ἄλλα μυστήρια: Ἡ συγχώρησις τῶν ἁμαρτιῶν, στὶς ὁποῖες πέφτει κανεὶς μετὰ τὸ βάπτισμα, δὲν ἐπιτελεῖται μὲ μιὰ ἁπλὴ νοερὴ ἐξομολόγησι στὸν Θεό, ἀλλὰ μὲ ἐξομολόγησι ποὺ γίνεται ἐνώπιον πνευματικοῦ πατρός, μὲ βαθειὰ συντριβὴ καὶ ἀπόφασι νὰ μὴν ἐπαναληφθοῦν οἱ ἴδιες ἁμαρτίες.

Τὸ μυστήριο τῆς Θ. Κοινωνίας δημιουργεῖ μιὰ ζωντανὴ ἑνότητα τοῦ πιστοῦ μὲ τὸν Κύριο ἠμῶν Ἰησοῦ Χριστό.

Ἡ δύναμις τῆς Θείας Χάριτος γιὰ τὴν συνέχισι τοῦ ἑξαγιαστικοῦ ἔργου τῆς Ἐκκλησίας παρέχεται μὲ τὸ μυστήριο τῆς χειροτονίας.

Δύο πρόσωπα ἑνώνονται σὲ ἕνα καὶ δημιουργοῦν εὐλογημένη χριστιανικὴ οἰκογένεια μὲ τὸ μυστήριο τοῦ γάμου.

Οἱ Ἀσθενεῖς θεραπεύονται μὲ τὸ μυστήριο τοῦ εὐχελαίου.

Τὰ μυστήρια εἶναι ρυάκια τῆς Θείας Χάριτος ποὺ ἀρδεύουν ζωογόνα τούς πιστούς. Δὲν ὑπάρχει ἄλλη ὁδός, ἄλλο μέσο γιὰ νὰ λάβη κανεὶς τὴν Θεία Χάρι. Καὶ ὃποιος διακηρύττει ἄλλο δρόμο, εἶναι κακόδοξος καὶ πλανεμένος.

Θ’.   Τὰ τρία σημεῖα ποὺ μέχρι τώρα ἐκθέσαμε σὰν ἀναγκαία γιὰ τὸ ἔργο τῆς σωτηρίας, δηλαδὴ ἡ πίστις, ἡ ζωὴ ἡ σύμφωνη μὲ τὶς Θεῖες ἐντολὲς καὶ ἡ Θεία Χάρις ποὺ προσφέρεται μὲ τὰ ἅγια μυστήρια, ἀπαιτοῦν καὶ ἕνα τέταρτο: Τὸ ἱερατεῖο, ποὺ θέσπισε ὁ Κύριος.

Πρέπει νὰ πιστέψουν οἱ ἄνθρωποι. «Πῶς δὲ πιστεύουσιν οὐ οὐκ ἤκουσαν; πῶς δὲ ἀκούσουσι χωρὶς κηρύσσοντος; πῶς δὲ κηρύξουσιν ἐὰν μὴ ἀποσταλῶσι;» (Ρωμ. 10, 14-15). Εἶναι ἀπαραίτητο νὰ λάβουμε μὲ τὰ μυστήρια τὴν Θ. Χάρι. Ἀλλὰ πῶς θὰ γίνη αὐτὸ χωρὶς τοὺς «ὑπηρέτας Χριστοῦ καὶ οἰκονόμους μυστηρίων Θεοῦ»; (Α’ Κορινθ. 4, 1). Εἶναι ἀναγκαῖο νὰ ζοῦμε σύμφωνα μὲ τὶς Θεῖες ἐντολές, ἀλλὰ αὐτὸ εἶναι ἀδύνατον νὰ γίνη χωρὶς τὴν χειραγώγησι ἀπὸ τὰ κατάλληλα ὄργανα Τοῦ Θεοῦ ποὺ θὰ μᾶς συμβουλεύουν, θὰ μᾶς ἐφιστοῦν τὴν προσοχή, θὰ μᾶς διορθώνουν τὰ λάθη, θ’ ἀνορθώνουν ὅσους πέφτουν, θὰ ἐπαναφέρουν στὸν ἴσιο δρόμο ὅσους λοξοδρομοῦν…

Γιὰ τὴν οἰκοδομὴ τῆς σωτηρίας εἶναι λοιπὸν ἀπαραίτητα τά πρόσωπα, ποὺ θὰ ἐνεργοῦν σύμφωνα μὲ τὸ Θεῖο θέλημα, ποὺ θὰ διδάσκουν τὴν πίστι, θ’ ἁγιάζουν μὲ τὴν Θεία Χάρι διὰ μέσου τῶν μυστηρίων καὶ θὰ χειραγωγοῦν στὸν δρόμο τῆς σωτηρίας. Εἶναι ἀπαραίτητοι οἱ ποιμένες, οἱ χαρισματοῦχοι καὶ θεοκλητοί.

Αὐτοὺς ἀκριβῶς ἀποστέλλει ὁ Κύριος. Καὶ ἰδοὺ ἡ ἀποστολικὴ διαβεβαίωσις: «Ἔδωκε τοὺς μὲν ἀποστόλους, τοὺς δὲ προφήτας, τοὺς δὲ εὐαγγελιστᾶς, τοὺς δὲ ποιμένας καὶ διδασκάλους, πρὸς καταρτισμὸν τῶν ἁγίων εἰς ἔργον διακονίας, εἰς οἰκοδομὴν τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ» (Ἐφεσ. 4, 11-13).

Ἀλλὰ καὶ ἡ ἴδια ἡ πράξις αὐτὸ ἀποδεικνύει. Ὁ Κύριος ἐξαπέστειλε τοὺς ἀποστόλους λέγοντάς τους: «Πορευθέντες οὒν μαθητεύσατε πάντα τά ἔθνη, βαπτίζοντες αὐτοὺς εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, διδάσκοντες αὐτοὺς τηρεῖν πάντα ὅσα ἐνετειλάμην ὑμῖν» (Ματθ. 28, 19-20).

Καὶ οἱ ἀπόστολοι ὑπάκουσαν σ’ αὐτό. Ἀλλὰ ἐπειδὴ δὲν ἤσαν αἰώνιοι, τὸ δὲ ἔργο τους ἔπρεπε νὰ συνεχισθῆ σὲ ὅλους τους αἰῶνες, ἄφηναν παντοῦ κατ’ ἐντολὴν τοῦ Θεοῦ διαδόχους τούς ποιμένες καὶ διδασκάλους, ποὺ θὰ ἱερουργοῦσαν τὰ ἅγια μυστήρια καὶ θὰ ὑπηρετοῦσαν στὸ ἔργο τῆς σωτηρίας.

Ἔτσι διαβάζουμε στὶς Πράξεις τῶν ἀποστόλων: «Οἱ ἀπόστολοι Παῦλος καὶ Βαρνάβας κήρυξαν τὴν πίστι στὰ Λύστρα, στὴν Δέρβη, στὸ Ἰκόνιο, στὴν Ἀντιόχεια, στὴν Πισιδία. Ἦλθε πλέον καιρὸς νὰ ἐπιστρέψουν ἐκεῖ, ἀπὸ ὅπου ξεκίνησαν, στὴν Ἀντιόχεια τῆς Συρίας. Τί λοιπόν; Ἐγκατέλειψαν τοὺς νεοφωτίστους στὴν τύχη, νὰ ζοῦν μόνο μὲ τὴν πίστι;  Ὄχι. Ξαναπέρασαν ἀπ’ ὅλες τὶς πόλεις καὶ θέσπισαν πῶς νὰ ζοῦν χριστιανικά. Καὶ γιὰ τὴν παρακολούθησι καὶ τὴν ἐκπλήρωσι τῶν θρησκευτικῶν ὑποχρεώσεων τῶν πιστῶν, χειροτόνησαν καὶ τοποθέτησαν πρεσβυτέρους» (Πράξ. 14, 22-23).

Τὸ ἴδιο ἔκανε ὁ ἀπόστολος Παῦλος καὶ στὴν Ἔφεσο καὶ σὲ ὅλες τὶς πόλεις τῆς Ἀσίας. Παντοῦ χειροτόνησε καὶ τοποθέτησε ποιμένες καὶ διδασκάλους. Ἀργότερα δὲ κάλεσε ὅλους τους ποιμένες τῆς Ἐφέσου στὴν Μίλητο, μὴν ἔχοντας χρόνο νὰ τοὺς ἐπισκεφθῆ ὁ ἴδιος, καὶ τοὺς ἀποχαιρέτησε συμβουλεύοντάς τους γιὰ τὴν διαποίμανσι τοῦ ποιμνίου τους: «Προσέχετε οὒν ἐαυτοῖς καὶ παντὶ τῷ ποιμνίῳ, ἐν ὧ ὑμᾶς τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον ἔθετο ἐπισκόπους, ποιμαίνειν τὴν ἐκκλησίαν τοῦ Θεοῦ, ἣν περιεποιήσατο διὰ τοῦ ἰδίου αἵματος» (Πράξ. 20, 28).

Ἀλλὰ καὶ ἀργότερα, ἐπιστρέφοντας ἀπὸ τὴν Ρώμη, μετὰ τὴν ἀπελευθέρωσι ἀπὸ τὰ πρῶτα δεσμά, ἔφθασε στὴν Κρήτη καὶ διέδωσε τὴν πίστι στὸν Χριστό. Ἐπειδὴ ὅμως δὲν εἶχε τὸν χρόνο νὰ τοποθετήση ὁ ἴδιος ποιμένες, ἄφησε τὸν ἀπόστολο Τίτο «ἴνα τὰ λείποντα ἐπιδιορθώσῃ καὶ καταστήσῃ κατὰ πόλιν πρεσβυτέρους» (Τίτον 1, 5).

Ἀσφαλῶς παντοῦ τό ἴδιο ἔκανε. Καὶ ὅπως χειροτονοῦσε ποιμένες ὁ ἴδιος, ἔτσι χειροτονοῦσαν καὶ οἱ ἄλλοι ἀπόστολοι. Διότι δὲν ἐνεργοῦσαν μόνοι τους, ἀλλὰ κατ’ ἐντολὴν τοῦ Κυρίου. Καμιὰ χριστιανικὴ κοινότητα δὲν ἐγκαταλείφθηκε χωρὶς χειροτονημένους ἱερεῖς.

Τὸ ἴδιο ἀκριβῶς γίνεται καὶ σήμερα. Καὶ οἱ πιστοὶ ἔχουν λάβει τὴν ἐντολή: «Πείθεσθε τοῖς ἠγουμένοις ὑμῶν καὶ ὑπείκετε· αὐτοὶ γὰρ ἀγρυπνούσιν ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ὑμῶν» (Ἑβρ. 13, 17). Ἐνῶ γιὰ τοὺς ἱερεῖς ἰσχύει ὅ,τι εἶπε ὁ Κύριος στοὺς ἀποστόλους: «Ὁ ἀκούων ὑμῶν ἐμοῦ ἀκούει, καὶ ὁ ἀθετῶν ὑμᾶς ἐμὲ ἀθετεῖ ὁ δὲ ἐμὲ ἀθετῶν ἀθετεῖ τὸν ἀποστείλαντά με» (Λουκ. 10, 16).

Ι’.    Σᾶς ἀνέφερα τὰ τέσσερα ἀπαραίτητα γιὰ τὴν σωτηρία μας στοιχεῖα.

Ἀλλὰ ὑπάρχει ἀκόμη ἕνα: Ν’ ἀνήκουμε στὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας ζωντανὰ ἑνωμένοι μὲ ὅλο το πλῆθος τῶν πιστῶν.

Ὁ Κύριος ὀνόμασε τὴν Ἐκκλησία Του «ἄμπελον», κληματαριά. Αὐτὸς εἶναι ὁ κορμὸς καὶ οἱ πιστοί τα κλαδιά της. Ἡ συνάθροισις ὅλων τῶν πιστῶν ἀποτελεῖ ἕνα ἀδιαίτερο σύνολο, ζωντανὰ ἑνωμένο μὲ τὸν Κύριο. Ὅπως ἕνα κλαδὶ ποὺ κόβεται, ξεραίνεται καὶ παύει νὰ ζῆ, ἔτσι καὶ κάθε πιστὸς ποὺ μὲ ὁποιοδήποτε τρόπο ἀποκόπτεται ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία καὶ συνεπῶς καὶ ἀπὸ τὸν Κύριο, νεκρώνεται πνευματικὰ (Ἰωάν. 15, 1-6).

Ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἀναφέρει τὸ ἴδιο πιὸ καταληπτὰ ὀνομάζοντας τὴν Ἐκκλησία, σῶμα Χριστοῦ. Ὁ Χριστὸς εἶναι κεφαλὴ καὶ οἱ πιστοί τό ὑπόλοιπο σῶμα. Καὶ ὅπως στὸ σῶμα κάθε μέλος ζῆ ἐφ’ ὅσον εἶναι ἑνωμένο μὲ τὰ ὑπόλοιπα μέλη, ἐνῶ ἐὰν ἀποκοπῆ, πεθαίνει καὶ σαπίζει, ἔτσι, καὶ κάθε πιστὸς δὲν ζῆ μόνος του, ἀλλὰ συμμετέχοντας στὴν κοινὴ ζωὴ ὅλων των μελῶν, ὅλων τῶν πιστῶν τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἐὰν ἀποκοπῆ, νεκρώνεται πνευματικὰ καὶ χάνεται (Α’ Κορινθ. 12, 12-27).

Γι’ αὐτό σέ ὅλους τούς αἰῶνες μέχρι σήμερα, πάντοτε οἱ πραγματικὰ πιστοὶ χριστιανοὶ ἔνοιωθαν ὅτι ζοῦν, ὅταν ἦσαν ἑνωμένοι μὲ τοὺς ἄλλους πιστούς, ἑνωμένοι μὲ τὴν Ἐκκλησία. θεωροῦμε τὴν Ἐκκλησία σὰν μητέρα μας. Καὶ ἀληθεύει ὁ λόγος ὅτι γιὰ ὅποιον ἡ Ἐκκλησία δὲν εἶναι μητέρα, γι’ αὐτὸν δὲν εἶναι καὶ ὁ Θεὸς Πατέρας. Καὶ ἐὰν δὲν εἶναι γι’ αὐτὸν ὁ Θεὸς Πατέρας, τότε ποιὸς εἶναι;

Ὁ Κύριος θεμελίωσε διὰ τῶν ἀποστόλων τὴν Ἐκκλησία καὶ τῆς ἐμπιστεύθηκε ὅλα τα σωστικὰ μέσα γιὰ φύλαξι καὶ ἐπέκτασι πάνω στὴν γῆ. Αὐτὴ διαφυλάττει ὅλα τα μυστικά τῆς πίστεως καὶ ὅλη τὴν ἀλήθεια. Μέσα της βρίσκεται ἡ Θεία Χάρις, τὰ ἅγια μυστήρια, τὸ ἱερατεῖο ποὺ χειραγωγεῖ στὸν δρόμο τῆς σωτηρίας. Σ’ αὐτὴν ἐπαναπαύεται ἡ εὐδοκία τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἀκούει τὴν προσευχὴ τόσον τὴν δική της, ὅσον καὶ τῶν τέκνων της.

Ἡ συμμετοχὴ στὴν ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἡ ἔντός τῶν κόλπων της κατεργασία τῆς σωτηρίας, ἐπιβάλλει στὸν κάθε πιστὸ τὶς ἑξῆς ὑποχρεώσεις:

1) Νὰ πιστεύη, ὅπως πιστεύει ὁλόκληρη ἡ Ἐκκλησία ἀπὸ τὴν ἀρχὴ της μέχρι σήμερα. Νὰ ἐλέγχη κάθε σκέψι, εἴτε δική του εἴτε ξένη, σύμφωνα μὲ τὰ δικά της κριτήρια καὶ σὲ καμιὰ περίπτωσι νὰ μὴν ἐπιτρέπη στὸν ἑαυτὸ του τὴν παραμικρὴ διαφωνία μὲ τὴν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας, ἀφοῦ αὐτὴ εἶναι «στῦλος καὶ ἑδραίωμα τῆς ἀληθείας» (Α’ Τιμόθ. 3, 15). Ὅποιος δὲν τηρεῖ αὐτά, εἶναι σὰν «τὸν ἐθνικὸ καὶ τὸν τελώνη», σύμφωνα μὲ τὰ λόγια τοῦ Κυρίου (Ματθ. 18, 17).

2)    Σὲ τίποτε δὲν πρέπει νὰ ξεχωρίζη ἀπὸ τοὺς ἄλλους στὴν τάξι τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς. Νὰ νηστεύη, ὅταν ὅλοι νηστεύουν. Νὰ προετοιμάζεται γιὰ τὴν Θ. Κοινωνία τοῦ Σώματος καὶ τοῦ Αἵματος τοῦ Κυρίου, ὅπως εἶναι καθωρισμένο μέσα στὴν Ἐκκλησία. Νὰ συμμετέχη σὲ ὅλες τὶς λατρευτικὲς καὶ ἑξαγιαστικὲς ἐκδηλώσεις τῆς Ἐκκλησίας, σύμφωνα μὲ τὴν ἐντολὴ τοῦ ἀποστόλου Παύλου νὰ μὴν ἐγκαταλείπῃ κανεὶς τὴν «ἐπισυναγωγὴ» (Ἑβρ. 10, 25).

3) Νὰ ἔχη βαθειὰ πεποίθησι ὅτι τὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας ποὺ βρίσκονται στὸν Οὐρανό, ἔχουν ζωντανὴ καὶ ἄμεση ἐπικοινωνία μὲ τὰ μέλη ποὺ βρίσκονται στὴν γῆ. Οἱ προσευχὲς τῶν μὲν γιὰ τοὺς δὲ εἰσακούονται καὶ ἐκπληρώνονται σύμφωνα μὲ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ.

Ἐμεῖς ἐδῶ στὴν γῆ εἴμαστε οἰκεῖοι μὲ τοὺς ἀγγέλους καὶ μὲ ὅλους τούς ἁγίους κάθε ἐποχῆς, διότι ἔχουμε προσέλθει «πόλει Θεοῦ ζῶντος, Ἱερουσαλὴμ ἐπουρανίῳ, καὶ μυριάσιν ἀγγέλων, πανηγύρει καὶ ἐκκλησία πρωτοτόκων ἐν οὐρανοῖς ἀπογεγραμμένων» (Ἑβρ. 12, 22-23).

Ἃς ἀνακεφαλαιώσουμε λοιπὸν ἐδῶ ὅλα τά ἀπαραίτητα γιὰ τὴν ἐπίτευξι τῆς σωτηρίας καὶ ἃς τονίσουμε: Θέλετε νὰ σωθῆτε; Νὰ πιστεύετε σὲ ὅλη τὴν ἀλήθεια, ὅπως τὴν ἀποκάλυψε ὁ Θεός. Νὰ δέχεσθε τὴν ἐνίσχυση τῆς Θείας Χάριτος ποὺ προσφέρεται μὲ τὰ μυστήρια.

Νὰ ἐφαρμόζετε πάντοτε στὴν ζωὴ σας τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ κάτω ἀπὸ τὴν καθοδήγησι τῶν θεοπροβλήτων ποιμένων τῆς Ἐκκλησίας. Καὶ ὅλα αὐτὰ μέσα στὸ πνεῦμα τῆς Ἐκκλησίας, μέσα στοὺς νόμους της καὶ στὶς διατάξεις της, ἑνωμένος ζωντανὰ καὶ ἄρρηκτα μαζί της. Ἔτσι θὰ σωθῆτε.

Στὴν περιγραφὴ αὐτὴ τῆς ὁδοῦ τῆς σωτηρίας μποροῦμε μὲ πεποίθησι νὰ προσθέσουμε τὴν ἑπόμενη νουθεσία τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου: «Πᾶς ὁ παραβαίνων καὶ μὴ μένων ἐν τῇ διδαχὴ τοῦ Χριστοῦ Θεὸν οὐκ ἔχει· ὁ μένων ἐν τῇ διδαχὴ τοῦ Χριστοῦ, οὗτος καὶ τὸν Πατέρα καὶ τὸν Υἱὸν ἔχει· εἲ τις ἔρχεται πρὸς ὑμᾶς καὶ ταύτην τὴν διδαχὴν οὐ φέρει, μὴ λαμβάνεται αὐτὸν εἰς οἰκίαν, καὶ χαίρειν αὐτῶ μὴ λέγετε· ὁ γὰρ λέγων αὐτῶ χαίρειν κοινωνεῖ τοῖς ἔργοις αὐτοῦ τοῖς πονηροῖς» (Β’ Ἰωάν. 9-11).

                                (Ἡ ἐπιστολή αὐτή δημοσιεύεται στό βιβλίο

                                           “Ἀπάνθισμα ἐπιστολών” τοῦ Ὁσίου Θεοφάνους τοῦ Ἐγκλείστου, ἒκδοση τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Παρακλήτου).

 

Πηγή : hristospanagia.gr 

 

[Σχόλιο ὡς ἐπίλογος αὐτῆς τῆς ἀναρτήσεως:  «Ἀκόμα, ἓνα θέμα στο ὁποῖο ἀναφέρεται ὁ Ὃσιος, (που εἶναι και ἡ συμφωνία ὃλων τῶν Ἁγίων ἀλλά και τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων), εἶναι και το θέμα τοῦ Ἐκκλησιασμοῦ. Ὁ πιστός Χριστιανός, σώζεται εὑρισκόμενος σε κοινωνία με το Θεοδρυτο θεραπευτήριο που λέγεται Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία (Ἃγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς). Και ἐκτός Ἐκκλησίας δεν ὑπάρχει σωτηρία (Ἃγιος Κυπριανός Ἐπίσκοπος Καρχηδόνας και Πρόεδρος τῆς ἐν Καρχηδόνι Συνόδου, τῆς πρώτης μετά την Ἀποστολική Σύνοδο). Δεν μιλᾶμε βέβαια για την σημερινή παναιρετική κρατική οἰκουμενιστική “ἐκκλησία” τῆς ψευτοσυνόδου τοῦ Κολυμπαρίου.

Μιλᾶμε για την ἀληθινή Ἐκκλησία Τοῦ Χριστοῦ την πρό Κολυμπαρίου, που συνεχίζεται μετά την ψευδοσύνοδο, ἀπό τους Ὀρθοδόξους κληρικούς και πιστούς, που ἒχουν ἀποτειχιστεῖ (ἀποκοπεῖ), ἀπό τους παναιρετικούς ψευδεπισκόπους τῆς κρατικῆς οἰκουμενιστικῆς ψευδοεκκλησίας.

Με αὐτούς πρέπει να εἶναι ἑνωμένος ὁ κάθε Ὀρθόδοξος ἀποτειχισμένος, γιατί αὐτοί ἀποτελοῦν το ἀληθινό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, που ἒχει κεφαλή Τον Χριστό, και μέλη τον Ὀρθόδοξο Κλῆρο και τον λαό.

Αὐτοί παρέμειναν στην ἀλήθεια, και κράτησαν και κρατοῦν με την βοήθεια πάντα Τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ, ἀνόθευτη την πίστη τοῦ Εὐαγγελίου και τῶν Ἁγίων Πατέρων μας, γι’αὐτό και διώκονται.

Ἀλλά δεν εἶναι ὃλοι οἱ ἀποτειχισμένοι στην ἀλήθεια τῆς Εὐαγγελικῆς και Πατερικῆς Παραδόσεως. Οἱ περισσότεροι εἶναι και αὐτοί κακόδοξοι και αἱρετικοί και μάλιστα μολυσμένοι με την ἲδια την παναίρεση τοῦ Κολυμπαρίου στην ὁποία οἱ ψευδεπίσκοποι, ἀποδέχθηκαν τα μυστήρια τῶν αἱρετικῶν ὡς κανονικά και σωστικά και τις παρασυναγωγές τους σαν κανονικές ἐκκλησίες (αὐτοί να καθαιροῦνται διατάσσει ὁ 46ος Κανόνας τῶν ἁγίων Ἀποστόλων βλ. Ἱ.Πηδάλιον). Τά ἲδια πρεσβεύουν  και οἱ πλείστοι τῶν ἀποτειχισμένων, οἱ ὁποῖοι στην πράξη ἁρνοῦνται την ἲδια την ἀποτείχισή τους και ξεσκεπάζονται μόνοι τους, ἀφοῦ δέχονται τα μυστήρια τῶν παναιρετικῶν οἰκουμενιστῶν ψευδεπισκόπων και ὃσων τους μνημονεύουν ψευδοκληρικῶν μετά την ψευδοσύνοδο τῆς Κρήτης τοῦ 2016, ὡς ἒγκυρα (δηλ.χαριτωμένα ἀπό Τον Θεό) και σωστικά εἲτε κατ’ἀκρίβεια, εἲτε κατ’οἰκονομία, με το πρόσχημα ὃτι δεν ἒχουν καθαιρεθεῖ ἀπό Ὀρθόδοξη Σύνοδο, ἐνῶ ὁ οἰκουμενισμός εἶναι κατεγνωσμένος ἀπό ὃλες τις Ὀρθόδοξες Συνόδους, ἀφοῦ ἀποδέχεται ὡς ἀδελφές ἐκκλησίες ὃλες τις αἱρέσεις που καταδικάστηκαν με ἀναθέματα ἀπό ὃλες τις Οἰκουμενικές και Τοπικές Ὀρθόδοξες Συνόδους και ἀπό την Σύνοδο τῶν Ρώσων τῆς Διασπορᾶς Ρ.Ο.Ε.Δ. τοῦ 1983.

Οἱ ὑπόλοιποι, ἒχουν δογματίσει το ἡμερολόγιο και ἒχουν κάνει σχῖσμα μέσα στην ἀποτείχιση, ἀφοῦ δεν δέχονται σε κοινωνία ὃσους Κληρικούς ἀκολουθοῦν το νέο ἡμερολόγιο. Εἶναι λοιπόν ὃπως και οἱ τῶν “παρατάξεων” Γ.O.X. κλπ, σχισματοαιρετικοί και αὐτοί. Μερικοί, βλασφημοῦν το Ἃγιο Πνεῦμα ἀπορρίπτοντες τις προφητεῖες πάρα πολλῶν Ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας, περί τῆς “ἀναλαμπῆς” τῆς Ὀρθοδοξίας και ἂλλοι  ἀπορρίπτουν και ἁγιασμένους Γέροντες τοῦ περασμένου αἱώνα π.χ. ἁγιασμένους Γέροντες Παϊσιον, Πορφύριον, Ἰάκωβον, κ.ἂ., ὀνομάζοντάς τους ψευδοαγίους και βλασφημοῦν και αὐτοί στο Ἃγιο Πνεῦμα.

Ἓνας ἱερομόναχος νεοφανής ἀποτειχισμένος (ἀπό τον Ἀπρίλιο τοῦ 2020 που λέει ὃτι δεν ἒπρεπε κανείς να ἀποτειχιστεῖ ἀμέσως μετά την ψευδοσύνοδο τοῦ Κολυμπαρίου, ἀλλά ἀπό τότε πού αὐτός ἀποτειχίστηκε!!! μετά δηλ. ἀπό 4 σχεδόν χρόνια), κατηγορεῖ ὃλους τους ψευδοκληρικούς τῆς κρατικῆς Π.Σ.Ε.υδοεκκλησίας, ὡς παναιρετικούς βαρεῖς λύκους, (καθώς και τους πλείστους τῶν ἀποτειχισμένων ὡς αἱρετικούς), ἐκτός ἀπό ἓναν που τον διαφημίζει μάλιστα καί σαν μεγάλο Ἃγιο. Αὐτόν, (τον “Ἱερομόναχο" Ἐφραίμ) πού πέθανε 3,5 χρόνια μετά την ψευδοσύνοδο τοῦ Κολυμπαρίου μέσα στην παναίρεση (2*),  χωρίς να πεῖ τον παραμικρό λόγο ἐναντίον τῆς ψευδοσυνόδου, μνημόνευε αὐτός και τα πνευματικά του τέκνα τον “Ἀμερικῆς” Ἐλπιδο(κτόνο) Λαμπρινιάδη (πού φιλάει το χέρι τοῦ ψευδοπάπα και ὂχι μόνο),  και τον παναιρεσιάρχη ψευδοπατριάρχη Ἀρχοντώνη και πῆρε στον λαιμό του τις ἀθάνατες ψυχές που κολάζονται μέσα στην παναίρεση ὂχι μόνο τῶν Μοναχῶν και Μοναζουσῶν τῶν πολλῶν Μονῶν που ἲδρυσε στην Β.Ἀμερική, ἀλλά και ἑκατομμυρίων (τέως) ὀρθοδόξων πιστῶν, που ἀκολούθησαν το παράδειγμά του και παρέμειναν μέσα στην παναίρεση.

Αὐτός ὁ Ἱερομόναχος (Εὐφρόσυνος), σε κήρυγμά του πρόσφατα με συκοφάντησε ἀποκαλῶντας με μαζί με ἂλλους ἀποτειχισμένους και ἐμένα ὡς αἱρετικόν, χωρίς να πεῖ ποιά εἶναι ἡ αἳρεσή μου (3*). Δεν δέχομαι την μομφή αὐτή, γιατί δεν εἲμαι αἱρετικός.  Μᾶλλον θα πρέπει να ἀναρωτηθεῖ μήπως αὐτός αἱρετίζει (ὃπως θα ἀποδείξουμε ἁγιοπατερικά σε κείμενό μας που θα ἀναρτήσουμε σύντομα).   Ἐάν ὑπάρχει κάποιο θέμα πίστεως στο ὁποῖο μπορεῖ να σφάλλω, ὁφείλει να μοῦ το πεῖ γιά να το διορθώσω. Ἂς κάνει λοιπόν την α’ και β’ νουθεσία του κατά τον Ἀπόστολο (Τἰτον Γ’10-11), (και μάλιστα αὐτό θα πρέπει να γίνει ἰδιαιτέρως ὃπως προστάζει ὁ Κύριος Ματθ. ΙΗ’15) και ἂν πραγματικά σφἀλλω και διακηρύττω την αἳρεση δημοσίως, τότε μόνο εἶμαι αἱρετικός και ἂν δεν μετανοήσω τότε δικαιοῦται να με χαρακτηρίσει αἱρετικό. Ἀντίθετα, ἐνῶ προσπάθησα να ἐπικοινωνίσω μαζί του δύο φορές, δεν ἀνταποκρίθηκε καθώς και ὂταν τον κάλεσα σε ἐπικοινωνία (ὃταν εἶχε ἐπισκεφθεῖ την περιοχή ὃπου διαμένω), ἀπαξίωσε και καταφρόνησε ἓναν τῶν μικρῶν τούτων Μοναχόν, (κατά το λόγιον Τοῦ Κυρίου: «Ὁρᾶτε μὴ καταφρονήσητε ἑνὸς τῶν μικρῶν τούτων Ματθ.ΙΗ’10) πού σημαίνει ἢ ὃτι δεν ὑπάρχει  χριστιανική ἀγάπη μέσα του, ἢ ὃτι πίστεψε σε συκοφαντίες ἐναντίον μου, ἢ και τα δύο, ἢ κάτι ἂλλο που ὁπωσδήποτε ἒπρεπε να το διευκρινήσει.  Και ἐπειδή αὐτό που ἒκανε (να με ἀποκαλέσει αἱρετικό)  εἶναι συκοφαντία και μάλιστα δημόσια ἐναντίον μου, τον καλῶ να ἀνακαλέσει πάραυτα δημόσια τον χαρακτηρισμό του ἐναντίον μου ὡς αἱρετικοῦ, μέχρι να συζητήσει μαζί μου.     

Ἐάν ἦταν ἂλλη ἡ συκοφαντία τοῦ ἱερομονάχου και ὂχι ὃτι εἶμαι αἱρετικός, θα χαιρόμουν ἐπειδή οὐδόλως θα με ἒβλαπτε, ἀντίθετα μᾶλλον καλό θα μοῦ ἒκανε σύμφωνα με το λόγιο Τοῦ Κυρίου μας: (σε μετάφραση): «Εὐτυχεῖς εἶστε ὃταν σᾶς ὑβρίσουν και ἐγείρουν ἐναντίον σας διωγμό και σᾶς συκοφαντήσουν με κάθε συκοφαντία ἐξ αἰτίας μου. Να χαίρετε και να  ἀγαλλιάζετε, γιατί ὁ μισθός σας εἶναι πολύς στους Οὐρανούς΄….». (Μακαρισμοί Ματθ.Ε’10-12, Λουκ.ΣΤ’22-23)  Ἐπειδὴ ὅμως μὲ χαρακτήρισε αἱρετικό, ὠφείλω νὰ μὴ τὸ δεχθῶ, γιατί αὐτὸ μὲ χωρίζει ἀπὸ Τὸν Θεὸ κατὰ τὸν Ἀββᾶ Ἀγάθωνα. (4*)

Ὑποχρεοῦται λοιπόν ὁ κάθε ἀποτειχισμένος πιστός, να ἐρευνήσει τις δοξασίες τοῦ κάθε ἀποτειχισμένου κληρικοῦ, μοναχοῦ, ἢ και λαϊκοῦ, ἐάν εἶναι σύμφωνες με τα Ὀρθόδοξα δόγματα τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων και τη διδασκαλία τῶν Ἁγίων Πατέρων (και την παροῦσα τοῦ Ὁσίου Θεοφάνη), ὃπως και ὁ Ἃγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος διδάσκει στην Καινή Διαθήκη: “Ἀγαπητοί, να μὴ πιστεύετε σε κάθε πνεῦμα,  ἀλλὰ να ἐξετάζετε τά πνεύματα (τους πνευματικούς κληρικούς, και ὃσους συναναστρέφεσθε και ὁμιλεῖτε με αὐτούς πνευματικά), για να διαπιστώνετε  ἐάν εἶναι   ἀπό τον Θεό, γιατί πολλοὶ ψευδοπροφῆτες (ψευδοδιδάσκαλοι) βγῆκαν στὸν κόσμο”. (Α’Καθολ.Ἐπιστ.Ἀποστόλου Ἰωάννου Δ’1), και ἀφοῦ ψάξει να βρεῖ τις δογματικές διαφορές μεταξύ τους και ξεχωρίσει τους κακοδόξους, να συνταχθεῖ με τους Ὀρθοδόξους, γιατί αὐτοί ἀποτελοῦν τήν Ἐκκλησία Τοῦ Χριστοῦ, πού κατά τον Πανόσιο Θεόδωρο τον Στουδίτη, μπορεῖ να ἀποτελεῖται και ἀπό τρεῖς μόνο Ὀρθοδόξους (Ἁγ.Θεοδώρου Στουδίτου Ἐπιστολή προς Ἡγούμενο Θεόφιλο, ΕΠΕ, Φιλοκαλία, τομ. 18Β, σελ. 201) και (PG 99, 1049 B).

Και στο σπίτι του ὁ ἀποτειχισμένος, κατά μόνας βέβαια πρέπει να προσεύχεται. Ἀλλά τις Κυριακές, τις μεγάλες ἑορτές Δεσποτικές και Θεομητορικές ἢ μεγάλων Ἁγίων, πρέπει να συνάγεται με τους ἀδελφούς σε κατ’οἶκον Ἐκκλησία (Ἐκκλησιασμός), ὃπως και ὁ Ὃσιος Θεοφάνης στην παρουσιαζόμενη ἐπιστολή του καθώς και ἡ Ὀρθόδοξη Παράδοση διδάσκουν,  (ἒστω και μέσῳ ἠλεκτρονικῶν μέσων πού μᾶς παρέχει ἡ σημερινή τεχνολογία, ὃταν βρίσκεται μακρυά), και να ἐξαγορεύεται σε πνευματικό τις ἁμαρτίες του.

Αὐτό μᾶς ὑποκινεῖ να κάνουμε και ὁ Ἃγιος Ἀθανάσιος ὁ Μέγας, καθώς και ὁ Ὁμολογητής Γερμανός Πατριάρχης Κων/πόλεως σε περιόδους που δεν ὑπάρχει ὀρθόδοξος ἱερέας: ‘‘ἐάν ὁ ἐπίσκοπος ἢ ὁ πρεσβύτερος που εἶναι τα μάτια τῆς Ἐκκλησίας, κακῶς συναναστρέφονται και σκανδαλίζουν τον λαό, πρέπει αὐτούς να τους διώχνετε. Γιατί σᾶς συμφέρει χωρίς αὐτούς να μαζεύεσθε  σε σπίτι προσευχῆς  (κατ’οἲκον Ἐκκλησία), παρά να ριφθῆτε μαζί τους, ὃπως  με τον Ἂννα και τον Καϊάφα, εἰς την γέεννα τοῦ πυρός’’(Ἃγ. Ἁθανάσιος  P.G. 35, 33 - ΒΕΠΕΣ 33, 311).

Αὐτό ἀκριβῶς κάνουμε και ἐμεῖς οἱ ὁλίγοι, ἀλλά ὀρθά ἀποτειχισμένοι, στην Ὀρθόδοξη ἀδελφὀτητά μας.

Παράδειγμά μας ἒχουμε τον Ἃγιο Μοναχό Μάξιμο τον Ὀμολογητή πού μέ τούς δύο Ὀμολογητές μαθητές του, κράτησαν την Ὀρθοδοξία σάν πνευματικοί ἂτλαντες, ἐνῶ ἃπαντες οἱ ἂλλοτε Ὀρθόδοξοι τῆς ἐποχῆς του, συντάχθηκαν μέ τούς αἱρετικούς μονοθελῆτες και μονοενεργῆτες. Και αὐτοί (οἱ ἁγιασμένοι Μοναχοί), δεν εἶχαν ἱερέα να τους κοινωνήσει και να τούς ἐξομολογήσει. Πῶς σώθηκαν; Μέ τήν Ὀμολογία καί τό μαρτύριο.

Καί ὂχι μόνο σώθηκαν ἁπλῶς, ἂλλά τούς ἀνακήρυξε ἡ Ἐκκλησία και μεγάλους ἁγίους. Τους γιορτάζουμε στις 21 Ἰανουαρίου.   

Παρακινοῦμε δέ και τους ἂλλους ἀποτειχισμένους που ἀπό ἂγνοια βρέθηκαν ὑπό την πνευματική καθοδήγηση κακοδόξων ἀποτειχισμένων “ποιμένων”, να ἐρευνήσουν τι φρονοῦν και ἀφοῦ ἀπομακρυνθοῦν ἀπό αὐτούς, ὃπως διατάσσουν οἱ Ἃγιοι Ἀπόστολοι (5*), να ἐνταχθοῦν στην Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία Τοῦ Χριστοῦ τήν Μίαν, Ἁγίαν, Καθολικήν και Ἀποστολικήν, γιατί ἐκτός αὐτῆς, δεν ὑπάρχει σωτηρία».

 

      (Για την ἐπικοινωνία, κωδ. ἡλεκτρον.ταχυδρομείου μας: pnektariosmon@gmail.com)

 

 

Παραπομπές (1*) (βλέπε μελέτη σέ 4 μέρη μέ τίτλο: ”Τι λέγουν ἡ Ἁγία Γραφή και οἱ Ἃγιοι Πατέρες, για την ἀπομάκρυνσή μας ἀπό τούς αἱρετικούς”. Tό Α’ μέρος: https://maxomaiyperpistews.blogspot.com/2021/03/kai-2016.html

(2*) Κατά τον Πανόσιο Θεόδωρο τον Στουδίτη δεν ἐπιτρέπεται να τοῦ κάνουμε οὒτε το μνημόσυνο. (Ἐπιστολή 466 Δωροθέῳ τέκνῳ Δ’Βιβλίο ‘Ἐπιστολῶν)

(3*)  Ὃπως ἀκούσαμε στο Video με τίτλο: “ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ ΚΑΙ ΕΚΛΟΓΕΣ 2023 μ.Χ. (Οἱ Ἃγιοι Πατέρες περί πολιτικῆς, οἱ χριστοκάπηλοι και ἡ ἁγία ἀποχή)” https://www.youtube.com/watch?v=WzCzYkRsP2k στο σημεῖο 1:15:25 

(4*) Ἀπὸ τὸ Γεροντικόν: «Μερικοὶ ἀσκητές, πού ἄκουσαν τὴ φήμη τοῦ ἀββᾶ Ἀγάθωνα καὶ τὴ μεγάλη διάκριση ποὺ εἶχε, πῆγαν νὰ τὸν ἐπισκεφθοῦν. Θέλοντας νὰ τὸν δοκιμάσουν ἂν ὀργίζεται, τὸν ρώτησαν: «Ἐσὺ εἶσαι ὁ Ἀγάθων, ποὺ λένε πὼς εἶσαι πόρνος καὶ ὑπερήφανος;» – «Ναί, ἀδελφοί μου, ἐγὼ εἶμαι». «Ἐσὺ εἶσαι ὁ Ἀγάθων Ὁ φλύαρος καὶ κατάλαλος;» – «Ναί, ἀδελφοί μου, ἐγὼ εἶμαι». «Ἐσὺ εἶσαι ὁ Ἀγάθων ὁ αἱρετικός;» Τότε ὁ Ἀγάθων ἀποκρίθηκε: «Ὄχι, δὲν εἶμαι αἱρετικός!». Οἱ ἀσκητὲς τὸν ρώτησαν νὰ τοὺς πεῖ, γιατί ὅσα τοῦ ἔλεγαν πρῶτα τα παραδεχόταν γιὰ τὸν ἑαυτό του, ἐνῶ τὸ λόγο τοῦτο, μὲ τὴν κατηγορία τοῦ αἱρετικοῦ, δὲν τὸν βάσταξε; Καὶ ὁ ἀββᾶς Ἀγάθων τοὺς ἀπάντησε: – «Τὰ πρῶτα, ἀποδίδω στὸν ἑαυτὸ καὶ αὐτὸ συνιστᾶ ὄφελος γιὰ τὴν ψυχή μου. Τὸ δὲ αἱρετικός, σημαίνει χωρισμὸς ἀπὸ τοῦ Θεό, καὶ δὲν θέλω νὰ χωριστῶ ἀπὸ τὸ Θεό». Οἱ ἀσκητὲς θαύμασαν τὴν πνευματικὴ σοφία τῆς διακρίσεως τοῦ γέροντα, καὶ ἔφυγαν πνευματικὰ οἰκοδομημένοι.

Πηγή: https://elromio.gr/sy-eisai-o-pornos-kai-yperifanos-nai-ego-eimai/ ).

(5*) Οἱ Ἃγιοι Ἀπόστολοι: (την ἀποτείχιση διδάσκουν ὃταν λέγουν): «…για να μην πεῖ ποτέ ὁ λαϊκός, ὃτι ἐγώ πρόβατο εἶμαι και ὂχι  ποιμένας και δεν μοῦ πέφτει λόγος. Ο ποιμένας εἶναι ὑπεύθυνος και αὐτός μόνος θα δώσει λόγο και για μένα, ὃταν θα με κρίνει ὁ Θεός (στην Β’Παρουσία)`  διότι ὃπως το πρόβατο που δεν ἀκολουθεῖ τον καλό ποιμένα το τρῶνε οἱ λύκοι, ἒτσι και αὐτό (το πρόβατο) που ἀκολουθεῖ τον πονηρό  ποιμένα ἒχει προφανή τον θάνατό του, διότι θα το καταφάγει. Γι’αὐτό να φεύγετε ἀπό φθοροποιούς ποιμένες» (Διαταγαί Ἀποστόλων Β’19) [Οἱ φθοροποιοί ποιμένες εἶναι αὐτοί πού φθείρουν εἲτε κυρίως την πίστη (κακόδοξοι - αἱρετικοί), εἲτε (και) τά ἢθη].

 συνεχίζεται πρῶτα ὁ Θεός, στο ἐπόμενο 16ο μέρος (προτελευταῖο).

 

Βλέπε τή συμφωνία τῶν Ἁγίων Πατέρων καί στό προηγούμενο μέρος μέ γενικό τίτλο: “Μποροῦν ἂραγε οἱ ἀλλόθρησκοι καὶ οἱ αἱρετικοὶ νὰ σωθοῦν;”Ποιά εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη διδασκαλία; (μιά μελέτη)  (14ο μέρος): Σύνοψη και Συμφωνία τῶν Ἁγίων Πατέρων τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. (Σ’αὐτό το μέρος, περιέχονται καί οἱ ἠλεκτρονικοί σύνδεσμοι ὃλων τῶν προηγούμενων 13 μερῶν τῆς παρούσας μελέτης): 078 21.11.2022 (14ο μέρος) Ἀπαντήσεις τῶν Ἁγίων Πατέρων τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας – (μιά μελέτη). https://maxomaiyperpistews.blogspot.com/2022/11/078-21112022-14.html

καθώς και στο ἐπόμενο (προτελευταῖο) μέρος το 16ο, με τίτλο: 081 18/12/2022  Ἀπαντήσεις σέ ἐρωτήσεις καί ἐπιχειρήματα τῶν κακοδόξως φρονούντων καί στόν "Μόρφου".


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Ἡ Πανορθόδοξη Σύνοδος τῆς Μόσχας (1666-7) καί ἀναίρεση συκοφαντιῶν τοῦ π. Εὐφροσύνου Σαββαϊτου. (Νεκταρίου Μοναχοῦ τοῦ ἐκ Κορίνθου)

      Ἡ Πανορθόδοξη Σύνοδος τῆς Μόσχας (1666-7) καί ἀναίρεση συκοφαντιῶν τοῦ π. Εὐφροσύνου Σαββαϊτου. Νεκταρίου Μοναχοῦ τοῦ ἐκ Κορίνθο...