Παρασκευή 6 Οκτωβρίου 2023

093 06.10.2023 Ἡ ἀγάπη πρός τους ἐχθρούς, σημαίνει και την ἀγάπη πρός τους αἱρετικούς; Νεκταρίου Μοναχοῦ τοῦ ἐκ Κορίνθου

 

Ἡ ἀγάπη πρός τους ἐχθρούς, σημαίνει και την ἀγάπη πρός τους αἱρετικούς; Τι λέγουν οἱ Ἃγιοι Πατέρες;

Νεκταρίου Μοναχοῦ τοῦ ἐκ Κορίνθου





 

Επειδή μερικοί τάχα άντιοικουμενιστές που παραμένουν μέσα στην παναιρετική κρατική ψευδοεκκλησία που ἲδρυσαν στο Κολυμπάρι το 2016 οι ψευδεπίσκοποι, ἀλλά και μερικοί “ἀποτειχισμένοι”, ὂχι μόνο ἀποδέχονται την οἰκουμενιστική θεώρηση περί ἀγάπης στους παναιρετικούς, ἀλλά και την προωθοῦν  και την συσταίνουν, λέγοντες ὃτι τους ἀγαπάμε τους αἱρετικούς, γιατί ὁ Χριστός ἐδίδαξε την ἀγάπη πρός τους ἐχθρούς, να διευκρινήσουμε πρῶτα τι διδάσκει ὁ Χριστός:   "ἐγώ δε λέγω ὑμῖν, ἀγαπᾶτε τούς ἐχθρούς ὑμῶν" (Ματθ. ε' 44) «Ἐγώ σᾶς λέγω, να ἀγαπᾶτε τους ἐχθρούς σας». Δεν λέγει να ἀγαπᾶτε τους ἐχθρούς μου, (τους ἀλλοθρήσκους, τους αἱρετικούς), ἀλλά τους δικούς σας ἐχθρούς να ἀγαπᾶτε. Βεβαίως προσευχόμαστε γι'αὐτούς κατ'ἰδίαν να τους φωτίσει ο Θεός και να τους δώσει μετάνοια, γιά να ἀφήσουν την αἳρεση και να προσέλθουν στην Ὀρθοδοξία ὃπου και μόνο ὑπάρχει σωτηρία. Και εἰδικά γιά τους καλοπροαιρέτους. Βεβαίως και θα τους βοηθήσουμε σε ἀνάγκη. Ἀλλά δεν μποροῦμε να ἀγαπᾶμε τους ἐχθρούς Του, ἂν θέλουμε να ἀγαπᾶμε τον Χριστό ὃπως εἶναι ἡ ἐντολή.  Δεν μποροῦμε να ἒχουμε φιλίες με αὐτούς, δεν μποροῦμε να συναναστρεφόμαστε μαζί τους, οὒτε να συντρώγουμε στο ἲδιο τραπέζι (κατά τους Ἁγίους Πατέρες), δεν μποροῦμε να δουλεύουμε σε δύο Κυρίους και στον Χριστό και στους ἐχθρούς του.

Ἂς δοῦμε λοιπόν και τι διδάσκουν οι Ἃγιοι τῆς Ἐκκλησίας, οἱ ὁποῖοι διευκρινίζουν τον Κυριακό λόγο: 

Οἱ Ἃγιοι Ἀπόστολοι τῆς Ἐκκλησίας  στόν 45ον Κανόνα τους (βλέπε Ἱερό Πηδάλιο), προστάζουν: «Διότι πρέπει τούς αἱρετικούς νά μισοῦμε καί νά ἀποστρεφόμαστε…..».

Και στον  46ον Κανόνα τους προστάζουν:    Ἑρμηνεία Ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου: «Οἱ ὀρθόδοξοι Χριστιανοὶ πρέπει νὰ ἀποστρέφωνται τοὺς αἱρετικούς, καὶ τὶς τελετές τους. Μᾶλλον δὲ αὐτοί, οἱ αἱρετικοὶ δηλαδή, πρέπει νὰ ἐλέγχωνται καὶ νὰ νουθετοῦνται ἀπὸ τοὺς Ἐπισκόπους καὶ Πρεσβυτέρους, μήπως μετανοήσουν καὶ ἐπιστρέψουν ἀπὸ τὴν πλάνη τους. Διά τοῦτο ὁ παρὼν Κανόνας ὁρίζει ὅτι, ὅποιος Ἐπίσκοπος, ἢ Πρεσβύτερος ἀποδεχθεῖ ὡς ὀρθὸ καὶ ἀληθινό το βάπτισμά τῶν αἱρετικῶν (1) ἢ τὴν θυσία ποὺ προσφέρεται ἀπ’ αὐτούς, αὐτὸς προστάζουμε νὰ καθαιρεθεῖ. Ἐπειδὴ ποιὰ συμφωνία ἔχει ὁ Χριστὸς μὲ τὸν διάβολο; ἡ ποιὰ μερίδα ἔχει ὁ πιστὸς μὲ τὸν ἄπιστο; Διότι ἐκεῖνοι ποῦ δέχονται ὅσα τελοῦν οἱ αἱρετικοί, ἢ ὅμοια φρονήματα μὲ ἐκείνους ἔχουν καὶ αὐτοί, ἢ τὸ ὀλιγώτερο δὲν ἔχουν προθυμία νὰ τους ἐλευθερώνουν ἀπὸ τὴν κακοδοξία τους. Διότι αὐτοὶ ποὺ ἀναγνωρίζουν ὡς καλῶς γενόμενες τὶς τελετὲς ἐκείνων, πὼς μποροῦν νὰ τοὺς ἐλέγξουν γιὰ νὰ παραιτήσουν τὴν κακόδοξη καὶ πλανεμένη τους αἵρεση;»    

Ὁ ΛΓ' (33ος) Ἀποστολικός Κανόνας: (Ἱ.Πηδάλιον)  «Χωρίς συστατική ἐπιστολή, να μην δέχεσθε κανέναν ἀπό τους ξένους ἐπισκόπους, ἤ πρεσβύτερους, ἢ διακόνους· καὶ ἐάν ἒρχονται αὐτοί σε ἐσᾶς, να τους ἀνακρίνετε· καὶ ἐάν διαπιστώσετε ὃτι εἶναι  κήρυκες τῆς εὐσεβείας, να τους δέχεσθε· εἰ δὲ μή, ἀφοῦ τους δώσετε τα ἀπαραίτητα, να μην ἒχετε ἐπικοινωνία με αὐτούς· διότι πολλὰ (κακά) γίνονται ἀπό  συναρπαγὴ. Ἀκόμα, να φυλάξετε τους έαυτούς σας, ἀπό την ψυχοφθόρο αἳρεση, με την ὁποία, ὃποιος ἒχει ἐπικοινωνία, ἀποξενώνεται ἀπό τον Χριστό». (P.G. 99, 1257 C).


Και ὁ Ἃγιος Βασίλειος ὁ Μέγας: «“Ὃσοι προσποιοῦνται ὃτι ὁμολογοῦν την ὑγιᾶ Ὀρθόδοξο Πίστη, ἀλλά ἒχουν ἐκκλησιαστική κοινωνία με τους ἑτεροδόξους, ἂν ὓστερα ἀπό νουθεσία δεν ἀπομακρυνθοῦν, ἀπ’ αὐτούς τότε, ὂχι μόνο να μην ἒχετε ἐκκλησιαστική κοινωνία, ἀλλά οὒτε ἀδελφούς να τους ὀνομάζετε. (P.G. 160, σ. 101)

Ὁ Ἃγιος Ἰ. ὁ Χρυσόστομος:  «Ἂν δεῖς κάπου νὰ βλάπτεται ἡ εὐσέβεια, νὰ μὴν προτιμᾶς τὴν ὁμόνοια ἀπὸ τὴν ἀλήθεια, ἀλλὰ νὰ στέκεσαι γενναῖος ἕως θανάτου… χωρὶς νὰ προδίδεις πουθενὰ τὴν ἀλήθεια». (Ἃγ.Ἰ.Χρυσόστομος P.G. 60,611)

Και ὁ ἳδιος: «Κανένα νόθο δόγμα νὰ μὴν παραδεχτεῖτε μὲ τὸ πρόσχημα τῆς ἀγάπης. Πρέπει να φοβόμαστε μήπως κάποιον τόν διαφθείρει ἡ ἀγάπη τῶν αἱρετικῶν». (Ἃγ.Ἰ.Χρυσόστομος PG 62,191)




Στη βιογραφία τοῦ Μεγάλου Ἀντωνίου (που γράφτηκε ἀπ’τον Μέγα Ἀθανάσιο), διαβάζουμε: «Και κατά την πίστην δε, ἦταν λίαν θαυμαστός και εὐσεβής. Διότι, οὒτε προς τους σχισματικούς Μελετιανούς ἐκοινώνησε ποτέ – γνωρίζοντας την ἀπαρχῆς πονηρία και ἀποστασία τους, οὒτε προς τους Μανιχαίους, ἢ ἂλλους αἱρετικούς μίλησε φιλικά..…θεωρῶν και διδάσκων την φιλία και ὁμιλία με αὐτούς ὡς βλάβη και ἀπώλεια ψυχῆς. Ἒτσι ἀκριβῶς ἐσυχαίνετο και την αἳρεση τῶν Ἀρειανῶν, και προέτρεπε ὃλους, να μη τους προσεγγίζουν, οὒτε να μετέχουν τῆς κακοδοξίας των».

Ὁ Ἄγιος Μέγας θανάσιος (Δ’αἰών): «….Γιατί αὐτῶν ποὺ τὸ φρόνημα ἀρνούμαστε, πρέπει νὰ ἀπέχουμε καὶ ἀπό την ἐπικοινωνία μαζί τους. Καὶ ἐὰν κάποιος ὁμολογεῖ τὴν ὀρθὴ πίστη, ἀλλὰ κοινωνεῖ μὲ αὐτούς, νὰ τὸν προτρέπετε νὰ σταματήσει νὰ τὸ κάνει` κι ἂν δεχθεῖ τὴν σύστασή σας νὰ τὸν ἔχετε σὰν ἀδελφό. Ἂν δὲ ἐπιμένει φιλόνικα, νὰ τὸν ἐγκαταλείπετε. Ἔτσι  θὰ  διατηρήσετε  τὴν καθαρὴ πίστη  καὶ ἐκεῖνοι βλέποντάς σας θὰ ὠφεληθοῦν και θα φοβηθοῦν, μήπως θεωρηθοῦν ὃτι εἶναι ἀσεβεῖς και ἒχουν τα ίδια φρονήματα με αὐτούς». (Ἁγ.Ἀθανασίου,«Τοῖς τὸν μονήρη βίον ἀσκοῦσι» PG 26,1188 BC).

 

Καί ὁ ἳδιος: «Ἡ αἵρεση ἔχει ἐνδυθῆ ὁλόκληρο τὸν διάβολο». (Ε.Π.Ε. 9, κεφ.66)

Καί:  «Ἀποφύγετε αὐτὸν ποὺ φρονεῖ ἀσεβῆ δόγματα καὶ ἔτσι θὰ διατηρήσετε τὴν πίστη σας καθαρή». (P.G. 26,1188DC).

Ἁγιος Ἀθανάσίος ὁ Μέγας: Ἀγάπα κάθε ἂνθρωπο, και εἰρήνευε με ὃλους, ἐκτός τῶν αἱρετικῶν. Διότι ὁ αἱρετικός εἶναι λύκος τῆς ποίμνης τοῦ Χριστοῦ, και πρόδρομος τοῦ ἀντιχρίστου ”. (Ἁγ.Ἀθανασίου τοῦ Μεγάλου, Πίστις τῶν Ἁγίων 318 Πατέρων P.G.28,1641 BC)

 

Ὁ Ἄγιος Μέγας θανάσιος: «Ἡ αἵρεση, εἶναι ἀκοινώνητη τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῶν Οὐρανῶν ἀλλοτρία (ξένη)» (Μ. Ἀθανασίου ΒΕΠΕΣ 33, 178),

 

Ἃγιος Ἐφραίμ ὁ Σῦρος: «Λοιπόν δεν πρέπει (τους αἱρετικούς) να τους ἀγαπᾶμε, οὒτε να συναναστρεφόμαστε μαζί τους, οὒτε να συμπροσευχόμαστε, οὒτε να συντρώγουμε, οὒτε να τους φιλοξενοῦμε σε σπίτι, οὒδὲ να τους χαιρετᾶμε».

Ὁ Ἄγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας (Ε’αἰών): Νεστόριος φρονοῦσε τα τοῦ Ἀρείου και οἱ πιστοί δέν ἤθελαν να ἔχουν ἐκκλησιαστική κοινωνία μαζί του, ἐφόσον ἔχει τέτοια φρονήματα. Ἔτσι ἀκόμη και τώρα ὁ λαός τῆς Κωνσταντινουπόλεως δεν πηγαίνει στις ἐκκλησίες του, ἐκτός ἀπό ὀλίγους ἀνόητους και κόλακές του. Σχεδόν ὅλα τά μοναστήρια και οἱ ἀρχιμανδρῖται τους και πολλοί συγκλητικοί δεν κοινωνοῦν μαζί του, ἐπειδή φοβοῦνται μήπως ἀδικηθοῦν (μολυνθοῦν) ἀπό την πίστι του». (Ἁγίου Κυρίλλου Ἀλεξανδρείας, ἐπιστολή ια’. P.G. 77,81BC )

Καί: «Ἆρα γε ὑπάρχει τίποτε ἂλλο ἀσεβέστερο ἀπό αὐτούς; ὑπάρχει κάτι ἀθλιώτερο ἀπό αὐτούς; Ἐγὼ σοῦ διηγοῦμαι τὴν πλάνη, για να τους μισήσῃς περισσότερο. ἀπόφευγε λοιπόν τὴν ἀσέβεια, οὒτε χαίρετε να μην λές σ’αὐτούς, γιά να μὴ συγκοινωνήσεις στα  ἔργα τά ἂκαρπα τοῦ σκότους· καὶ οὒτε να χρονοτριβήσεις (με λόγους προς αὐτούς), ἀλλά οὒτε κἂν σε διάλογο να θελήσεις να ἒρθεις με αὐτούς. Καὶ να μισήσεις μὲν ὃλους τους αἱρετικοὺς, μα ἐξαιρετικά τὸν ἐπώνυμο τῆς μανίας (τον Μάνεντα),….. Ἀλλά ὂχι ἐπειδή ἦταν πρὸσφατος, γιὰ τοῦτο να τον μισήσεις· ἀλλὰ γιὰ τὰ ἀσεβῆ δόγματα να μισεῖς τὸν ἐργάτη τῆς κακίας, τὸ δοχεῖο κάθε ἀκαθαρσίας, τὸν βόρβορο που ὑποδέχεται κάθε αἳρεση. Διότι προσπαθῶντας να γίνει ἐξαιρετικός στα κακά, ἀφοῦ μεταχειρίστηκε τα πάντα, καὶ ἀφοῦ συνέστησε μία αἵρεση γεμάτη ἀπό βλασφημίες καὶ κάθε παρανομία, λυμαίνεται τὴν ἐκκλησία (μᾶλλον δὲ τοὺς ἐκτὸς τῆς ἐκκλησίας), περπατῶντας σαν λεοντάρι και καταπίνοντας. Να μην δίνεις σημασία στην χρηστολογία τους, οὒτε στην νομιζομένη ταπεινοφροσύνη τους· γιατί εἶναι φίδια, γεννήματα ἐχιδνῶν. Καὶ ὁ Ἰούδας ἔλεγε, Χαῖρε Διδάσκαλε, καὶ συγχρόνως Τον πρόδιδε. Να μην προσέχεις στους ἀσπασμούς (στην ἀγαπολογία τους), ἀλλά φυλάξου ἀπό το δηλητήριο (τῆς αἱρέσεως). Αὐτός πού συγκοινωνεῖ μαζί τους, ἂς δεῖ με ποιούς συντάσσει τον ἑαυτὸ του».  (Ἃγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας 6.20-21)  [σ.σ. Σε τι  διαφέρει ὁ παναιρετικός οἰκουμενιστής Ἀρχοντώνης “Κων/πόλεως” και οἱ σύν αὐτῶ, ἀπό τον ἐπώνυμο τῆς μανίας; Μόνο στο ὃτι ὁ Μάνης δεν χαρακτηρίστηκε ὁ μεγαλύτερος αἱρετικός ὃλων τῶν ἐποχῶν ὃπως ὁ Ἀρχοντώνης, ὁ ὁποῖος και βεβαίως εἶναι. Ἂλλωστε τον οἰκουμενισμό που διδάσκει αὐτός και οἱ ὁμόφρονές του, τον χαρακτήρισε ὡς παναίρεση ὁ Ὃσιος Ἰουστίνος Πόποβιτς. Ἐπίσης στο παραπάνω κείμενο ὁ Ἃγιος κατατάσσει τούς λαϊκούς που κοινωνοῦσαν με τον Νεστόριο, στην τάξη τῶν  αἱρετικῶν και αὐτούς και ὡς ἐκ τούτου, ἐκτός τῆς Ἐκκλησίας].

 

Ὁ Ὃσιος Ἰωάννης ὁ Σιναϊτης - τῆς Κλίμακος (ΣΤ’αἰών): «Ὡς ξένους καὶ ἐχθρούς τοῦ Θεοῦ, θὰ ἐννοήσουμε ὅσους εἶναι ἀβάπτιστοι ἢ δὲν ἔχουν ὀρθὴ πίστη» (Ὁσ.Ἰωάννη Σιναΐτη, περὶ ἀποταγῆς β΄).

Ὁ Ὃσιος Ἀναστάσιος ὁ Σιναΐτης (6ος αἰών-609) διδάσκει: «Ὃτι δεν πρέπει να κοινωνεῖ κανείς με κάθε ἓναν που εὑρίσκεται ἐκτός τῆς Καθολικῆς (Ὀρθοδόξου) Ἐκκλησίας, ὁ θεῖος Ἀπόστολος μᾶς διδάσκει λέγοντας: “Ἓνας Κύριος, δηλαδή ὁ ἀληθής Κύριος, μία πίστη, δηλαδή ἡ εὐσεβής”. Γιατί οἱ ὐπόλοιπες δεν εἶναι πίστεις, ἀλλά θνήξεις. Δηλαδή, ὅπως τό νά ἐγκαταλείψει ὁ σύζυγος τήν γυναῖκα του καί νά προσκολληθεῖ σέ ἄλλη, αὐτό δέν εἶναι γάμος, ἀλλά πορνεία. Πολύ περισσότερο θα πρέπει να φυλάξουμε την σωφροσύνη μας, και να μην χωριστοῦμε ἀπό την ἁγία ἀμίαντη σύζυγο,  την Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ».(ἈναστασίουΣιναϊτου,‘Ερώτησις ριγ.PG 89,765). [σ.σ. Ἒτσι ἀκριβῶς συμβαίνει καί μέ τούς χριστιανούς ἐκείνους πού ἐγκαταλείπουν τήν ἀμίαντη Νύμφη, χωρίζονται δηλαδή ἀπό τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ καί ἑνώνονται μέ ἄλλη «σύζυγο», δηλαδή ἐπικοινωνοῦν μέ τό σχίσμα καί τήν αἵρεση. Ἀγαπητοί μου ἂς προσέξωμεν τά παραπάνω λόγια τοῦ Ἁγίου ‘Αναστασίου τοῦ Σιναϊτου. Εἶναι πολύ ἐπίκαιρα γιά τούς χριστιανούς ὅλων τῶν ἐποχῶν, προπάντων γιά τούς σημερινούς “χριστιανούς”, οἱ ὁποῖοι δέν ἔχουν ὑγειές Ὀρθόδοξο ἐκκλησιολογικό φρόνημα, καί δέν διακρίνουν μεταξύ Ὀρθοδοξίας καί κακοδοξίας, μεταξύ ἀληθείας καί ψεύδους, μεταξύ φωτός καί σκότους. Καί τοῦτο γιατί ἐάν θέλουν νά εἶναι γνήσια μέλη τῆς Καθολικῆς τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας, δέν μποροῦν νά εἶναι παραλλήλως καί μέλη τῶν αἱρετικῶν καί σχισματικῶν παρασυναγωγῶν, διότι οἱ αἱρετικές ἤ σχισματικές παρασυναγωγές εὑρίσκονται ἐκτός τῆς Ἐκκλησίας. Καί ἐκτός τῆς ‘Εκκλησίας δέν ὑπάρχει σωτηρία. Εἶναι φοβερό τοῦτο καί ἀποτέλεσμα τῆς ἐκκλησιολογικῆς συγχύσεως τῶν ἡμερῶν μας, καί τῆς ἐπιρροῆς τοῦ οἰκουμενιστικοῦ πνεύματος. Εἶναι καί λυπηρό, διότι εἶναι τόσον ἁπλά τά πράγματα καί αὐτοί δέν θέλουν νά τό κατανοήσουν. Προτιμοῦν τό σκοτάδι, παρά τό φῶς. Προτιμοῦν τό οἰκουμενιστικό ψεῦδος, παρά τήν ἀλήθεια τῆς Ὀρθοδοξίας. Δηλαδή οἱ ἄνθρωποι αὐτοί ποτέ δέν κατενόησαν τί σημαίνει Ὀρθοδοξία καί τί σημαίνει κακοδοξία. Ποτέ δέν κατενόησαν, ὅτι ἡ μόνη Κιβωτός σωτηρίας εἶναι ἡ Μία, Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική (Ὀρθόδοξη) Ἐκκλησία, που εὑρίσκεται ἐκεῖ ὃπου ὁμολογεῖται ἡ ἀλήθεια τῆς πίστεως].

Γερμανός Β’ Πατριάρχλης Κων/πόλεως ὁ Ὀμολογητής (Πατρ.1222-1240):    «Τι εἲδους κοινωνία μπορεῖ να ὑπάρξει μεταξύ ἀληθείας και πλάνης; Ἀλλά και τι κοινό μεταξύ τῶν Κυπρίων και ἡμῶν; Ἐκεῖνοι, ἂν και ἦταν πάντοτε αὐτόνομη Ἐκκλησία, πρόδωσαν την αὐτονομία τους αὐτή σε μία ἐκκλησία, που εἶναι αντίθετη ἀπό ἐμᾶς στα καίρια σημεῖα τῶν δογμάτων. Ἀπό τότε λοιπόν ὑπόκεινται ὁλωσδιόλου σ’αὐτήν και ὡς τώρα την ὑπηρετοῦν ἑκουσίως ἢ ἀκουσίως. Ἐμεῖς ὃμως, τι ὂφελος ἢ ὑπηρεσία ἐλπίζουμε να ἒχουμε ἀπό αὐτούς, ὣστε να δεχθοῦμε να κοινωνήσουν μαζί μας; Ἂς μᾶς ἀφήσουν ἣσυχους, ἢ μᾶλλον ἂς χαθοῦν ἀπ’ἐδῶ. Διότι θέλουν μεν να ἑνωθοῦν με την Ἐκκλησία τῶν Ὀρθοδόξων, ἀλλά ὃμως να μείνουν ἀμετάτρεπτες και ὃλες τους οἱ συνηθισμένες τους ὑποχρεώσεις, τις ὁποῖες ὁφείλουν να ἐπιτελοῦν προς τους Λατίνους...…Ὃλα αὐτά ὃμως δεν θα σημάνουν την προσάρτησι τῆς ἐκκλησίας τῶν Κυπρίων προς την οἰκουμενική, ἀλλά την ὑποταγή τοῦ οἰκουμενικού πατριάρχου  και των ὑπ’ αὐτόν, στον “πάπα”τῆς Ρώμης χωρίς να το πάρουμε εἲδηση. Ἂλλωστε, και κάθε αἳρεση παρακαλεῖ να ἑνωθεῖ με μᾶς τους Ὀρθοδόξους, ἐφόσον θα διατηρήσει ἀμετάτρεπτες τις συνήθειές της. Ἀλλά και αὐτός ὁ “πάπας” δεν ζητεῖ τίποτε ἂλλο από μᾶς, παρά να τον ἀποκαλοῦμε ἃγιο και να συλλειτουργοῦμε με τους ὑπηκόους του».  (Οἱ ἀγῶνες τῶν Μοναχῶν ὑπὲρ τῆς Ὀρθοδοξίας,σελ. 284)

Καί: Ἀπό τότε πού οἱ Κύπριοι ὑπέκυψαν στους Λατίνους, πέρασαν διακόσια σαράντα ἒτη. Ἐπίσης ἒζησαν τριάντα δύο πατριάρχες  αὐτῆς ἐδῶ τῆς βασιλίδος τῶν πόλεων και δεκαεπτά βασιλεῖς, οἱ ὁποῖοι δεν σκέφτηκαν οὒτε στο ὃνειρό τους να δεχθοῦν τους Κυπρίους σε ἐκκλησιαστική κοινωνία.  Αὐτούς λοιπόν πού τόσο πολλοί και ἐξαίρετοι ἂνδρες περιφρόνησαν ὡς ἀναξίους για ἐκκλησιαστική κοινωνία με τους Ὀρθοδόξους, ἐμείς θα τους δεχθοῦμε, σάν να ἦμαστε δῆθεν ἁγιώτεροι και σοφώτεροι ἀπό ὃλους αὐτούς; Μακριά ἀπό μᾶς μία τέτοια ἂγνοια, για να μην πῶ πώρωσις! Διότι το να δεχθοῦμε αὐτούς πού ἐκεῖνοι ἀπέφυγαν, προσάπτει μεν σε ὃλους ἐκείνους τη κατηγορία τῆς μεγίστης ἀπραξίας, σε μᾶς δε, καταδεικνύει τελεία παραφροσύνη. Ἐγώ φυσικά θα προτιμοῦσα να θανατωθῶ μύριες φορές, παρά να δῶ την Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία (ἡ ὁποία ἑνώνεται βέβαια μόνο με την Οὐράνια Ἐκκλησία τῶν πρωτοτόκων), ἑνωμένη με την Κυπριακή». (Οἱ ἀγῶνες τῶν Μοναχῶν ὑπὲρ τῆς Ὀρθοδοξίας,σελ. 285)

 Ὃσιος Ἀντίοχος ὁ Πανδέκτης (μέσα 7ου αἰῶνα): «ἐκεῖνον ποὺ δὲν ἔχει τὴν ὀρθὴ πίστη πρέπει ὄχι μόνο νὰ τὸν ἀποστρεφόμαστε ἀλλὰ καὶ νὰ τὸν ἀναθεματίζουμε, δηλαδὴ νὰ τὸν θεωροῦμε ὅτι βρίσκεται ἐκτὸς Ἐκκλησίας». (P.G. 89,1848Β)

Ἡ Ἁγία Θεοδοσία (8οςαἰών): «Ὅταν ὁ “πατριάρχης” Ἀναστάσιος ὑπέγραψε τὸ διάταγμα κατὰ τῶν ἱερῶν εἰκόνων, τότε «οἱ σεμνές καὶ τίμιες γυναῖκες τῆς Κωνσταντινουπόλεως, τῶν ὁποίων ἀρχηγός ἦταν ἡ ἁγία Θεοδοσία (σ.σ. μία εἰκονόφιλη μοναχή)… ὤρμησαν στὴν Ἐκκλησία, καὶ τὸ βδέλυγμα τῆς ἐρημώσεως (σ.σ. ἀναφέρεται στὸν πατριάρχη), τον ἒδιωξαν με τις πέτρες και με τα ξύλα  και με τις ὓβρεις, ἀποκαλώντας τον μισθωτό, καὶ λύκο, καὶ προδότη Ἰούδα…..Ἀλλά καί στην λεγομένη χαλκή πόρτα, ὅπου ἦταν ἡ Θεανδρική ἐκείνη καί Δεσποτική εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ, που την εἶχε τοποθετήσει ἐκεῖ ὁ μέγας Κωνσταντῖνος, ἓνας ὑπηρέτης τοῦ βασιλιά, ἀφοῦ ἒβαλε την σκάλα για να την βγάλει ἀπό ἐκεῖ, οἱ γυναῖκες Κωνσταντινοπολίτισσες ἀφοῦ ἒβγαλαν την σκάλα, τῶν ὁποίων πρωτοστατοῦσε ἡ ἁγία Θεοδώρα, καί ἀφοῦ τον γκρέμισαν, (τον βασιλικό ὑπηρέτη) ἔλαβαν ἀντί για τον μισθό τους, τόν θάνατό τους». (Δοσιθέου Ἱεροσολύμων, Δωδεκάβιβλος, βιβλίο στ΄, κεφ. Ιθ΄, σελ. 440) [σ.σ. Ἐδῶ βλέπουμε τοὺς πιστούς (που εἶναι Μοναχές και ἁπλές λαϊκές γυναῖκες), νὰ κρατᾶνε πέτρες καὶ ξύλα καὶ ὑβρίζοντάς τον, νὰ διώχνουν “κακῆν κακῶς” τὸν αἱρετικό πατριάρχη ἀπὸ τὴν ἐκκλησία (ὅπως ἄλλωστε προστάζει καὶ ὁ Ἅγιος Ἀθανάσιος ὁ Μέγας). Ὁ δε Δοσίθεος, ἀποκαλεῖ τὸν τότε “πατριάρχη” (που δεν εἶχε ἀκόμα κριθεῖ ἀπό Σύνοδο), βδέλυγμα τῆς ἐρημώσεως!].

 

Ὁ Ἃγιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης:  λέγει: «Γιατί ἐχθρούς τοῦ Θεοῦ ὁ Χρυσόστομος ἀπεκάλεσε με μεγάλη φωνή, ὂχι μόνον τους αἱρετικούς, ἀλλά και ὃσους ἐπικοινωνοῦν με αὐτούς» (P.G. 99, 1049A)

 

Καί: «…γιατί και ὁ Ἃγιος Ἀθανάσιος προστάσσει να μην ἒχουμε καμμία  ἐπικοινωνία με τοὺς αἱρετικούς, ἀλλὰ οὒτε και με αὐτούς που ἐπικοινωνοῦν με τους ἀσεβεῖς. Και να φεύγει μακριά ἀπό την αἳρεση, δηλ.ἀπό τους αἱρετικούς, ὣστε οὒτε να ἐπικοινεῖ με αὐτούς, οὒτε να τους μνημονεύει στην ἱερά Μονή κατά την Θεία Λειτουργία· διότι πολύ μεγάλες ἀπειλές (ποινές) ἒχουν ἐξαγγελθεῖ ἀπό τους ἁγίους, ἐναντίον αὐτῶν που συγκαταβαίνουν με αὐτούς, μέχρι και το να συντρώγει  κάποιος μαζί τους στο ἲδιο τραπέζι». (Ἐπιστολαί,466,l.17-18).

 

Ὁ Πανόσιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης: «ἀλλὰ καὶ ὃποιος ἄλλος ……ἀκολουθεῖ την αἳρεσή τους ἢ ἂλλη αἳρεση, ἀκόμα και ἂν εἶναι ἐπίσκοπος, ἢ ἀσκητής, ἢ ὁποιοσδήποτε ἂλλος, να εἶναι ἀνάθεμα. Ἀλλά καὶ έάν κάποιος δεν ἀναθεματίζει σε κάθε εὐκαιρία που ἀναγκάζεται (ἐκ τῶν πραγμάτων) να το κάνει, κάθε αἱρετικόν, αὐτός ἀνήκει στην μερίδα τῶν αἱρετικῶν». (Φατ. 34, 99, 138).

 

Καί: «Ἀλλ’ ἐλέησε ἐσύ που εἶσαι ὁ ποιμένας ὁ καλός, ἀλλὰ βοήθησε, ὁ ἰατρὸς ὁ ἐπιστήμονας, τὴν ποίμνη σου, τὰ πρόβατά σου, τίς ἐκκλησίες σου, με τους τρόπους τῆς σοφίας σου, με τους λόγους τῆς συνέσεώς σου, με τα φάρμακα τῆς  γιατρειᾶς σου τὸ ἓνα πρόβατο (το μολυσμένο ἀπό την αἳρεση), να το βγάλεις μόνο ἀπό την  ἱερουργία ὣστε να κερδήσεις ὃλα τα ὑπόλοιπα, για να μὴ μολυνθεῖ ἡ  ἐκκλησία, την ὁποία ἳδρυσε ὁ Κύριος καὶ Θεὸς μας με το αἵμα του» (Φατ. 25,70,83, P.G.99. –Migne 99, 992A).

 

Ὁ Ἃγιος Θεοφύλακτος Ἀρχιεπίσκοπος Ἀχρίδος και πάσης Βουλγαρίας (μέσα 11ου αἰώνα -1107):  «Διότι τότε ὑπάρχει ἀληθινή ἑνότητα τῆς πίστεως, τότε γνωρίζουμε (πνευματικά) τὸν Υἱὸν τοῦ Θεοῦ, ὅταν καὶ στά δόγματα ὀρθοδοξοῦμε καὶ τὸν σύνδεσμο τῆς ἀγάπης συντηροῦμε. Διότι ἀγάπη εἶναι ὁ Χριστός». (Ἁγ.Θεοφυλάκτου Ἀχρίδος, PG 124, σελ. 1088Α: Πρὸς Ἐφεσίους Ἐπιστολῆς Ἐξήγησις).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Ἡ Πανορθόδοξη Σύνοδος τῆς Μόσχας (1666-7) καί ἀναίρεση συκοφαντιῶν τοῦ π. Εὐφροσύνου Σαββαϊτου. (Νεκταρίου Μοναχοῦ τοῦ ἐκ Κορίνθου)

      Ἡ Πανορθόδοξη Σύνοδος τῆς Μόσχας (1666-7) καί ἀναίρεση συκοφαντιῶν τοῦ π. Εὐφροσύνου Σαββαϊτου. Νεκταρίου Μοναχοῦ τοῦ ἐκ Κορίνθο...