Παρασκευή 9 Απριλίου 2021

Μέρος 3ον : “Τι λέγουν ἡ Ἁγία Γραφή καί οἱ Ἃγιοι Πατέρες γιά τήν ἀπομάκρυνσή μας ἀπό τούς αἱρετικούς” (μετά σχολίων).


 


 ΑΠΟΦΘΕΓΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ, ΤΙΣ ΑΓΙΕΣ ΣΥΝΟΔΟΥΣ KAI  ΤΟΥΣ ΑΓΙΟΥΣ ΠΑΤΕΡΕΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ,

ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΜΕΣΗ ΑΠΟΜΑΚΡΥΝΣΗ ΜΑΣ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΑΙΡΕΤΙΚΟΥΣ ΨΕΥΔΕΠΙΣΚΟΠΟΥΣ (*) ΚΑΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΥΛΟΓΗΜΕΝΗ  ΔΙΑΚΟΠΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΜΑΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΝΕΟΪΔΡΥΘΕΙΣΑ ΥΠΟ ΤΗΣ ΨΕΥΔΟΣΥΝΟΔΟΥ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ “ΕΚΚΛΗΣΙΑ” ΤΟΥΣ, ΤΟΝ ΙΟΥΝΙΟ ΤΟΥ 2016.

(* ἒτσι τους ἀποκαλεῖ τους αἱρετικούς ἐπισκόπους ὁ 15ος Κανόνας τῆς Α’και Β’ Συνόδου στο Ἱ.Πηδάλιο)

 

Βλέπε το Μέρος Α’ με τίτλο: «Ἀποφθέγματα τοῦ Κυρίου μας άπό την Παλαιά και την Καινή Διαθήκη και τῆς Παναγίας Μητέρας Του, για την ἂμεση ἀπομάκρυνσή μας ἀπό τους παναιρετικούς ψευδεπισκόπους και άπό ὃσους ἐπικοινωνοῦν με αὐτούς», στην ἰστοσελίδα: https://maxomaiyperpistews.blogspot.com/search?updated-max=2021-03-17T17:46:00-07:00&max-results=7&start=3&by-date=false

Το Μέρος Β’ με τίτλο:  «Ἀποφθέγματα τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, τῶν Ἁγ.Συνόδων και τῶν Ἁγ.Μεγάλων Θεολόγων τῆς Ἐκκλησίας, για την άπομάκρυνσή μας ἀπό τους αἱρετικούς (μετά σχολίων)» στην ἰστοσελίδα: https://maxomaiyperpistews.blogspot.com/2021/04/2.html





Μέρος Γ ’ :  «Ἀποφθέγματα τῶν Ἁγίων Μεγάλων Ἱεραρχῶν, τῶν Ἁγίων Ὁμολογητῶν  και τῶν Ἁγίων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, για την άπομάκρυνσή μας ἀπό τους αἱρετικούς (μετά σχολίων)»

(Τα κείμενα με ἐπικεφαλίδα σε γαλάζιο φόντο, ἒχουν προστεθεῖ  μετά τήν Α’ ἀνάρτηση καί περί αὐτοῦ βλέπε στόν πρόλογο τοῦ α’μέρους).


 


Ὁ Ἃγιος Μέγας Βασίλειος (Δ’αἰών)Πρέπει οἱ ἀκροαταί να εἶναι ἐκπαιδευμένοι στις Γραφές και να κρίνουν ἂν ταλεγόμενα τῶν διδασκάλων εἶναι σύμφωνα με τις Γραφές. Κι’ ὃσα εἶναι ξένα να τα ἀποβάλλουν και ἐκείνους που ἐπιμένουν σ’αὐτά να τους ἀποστρέφονται δυνατά”.

Ὁ Ἃγιος Βασίλειος ὁ Μέγας :  «Οἱ  σχισματικοί και οἱ αἱρετικοί δεν ἒχουν οὒτε βάπτισμα, οὒτε ἱερωσύνη, οὒτε Μυστήρια, οὒτε Θεία Χάρη». (Α΄ Ἱερός Κανών Ἁγίου Βασιλείου τοῦ Μεγάλου)

Καί: εἶπε: «ὁ ἄγγελος τῆς Ἐκκλησίας ἔφορος συναπῆλθεν ὑμῖν» [σ.σ. Δηλαδή, ὁ ἂγγελος φύλακας τῆς Ἐκκλησίας, ἒφυγε (ἀπό τον ναό αὐτόν ὃπου μνημονεύεται ὁ αἱρετικός ἐπίσκοπος), και ἦλθε μαζί μας, (με τους ἀποτειχισμένους). Και ἀφοῦ ἒφυγε ἀπό τον ναό ὁ φύλακας Ἂγγελος, ποιός μπῆκε μέσα; Δεν εἶναι δύσκολο κανείς να το καταλάβει. Ὁ διάβολος μπῆκε, γι’αὐτό και οἱ Ἃγιοι διατάσσουν σ’αὐτούς τους ναούς που μνημονεύεται αἱρετικός ἐπίσκοπος, οὒτε τον σταυρό μας δεν ἐπιτρέπουν να κάνουμε περνῶντας ἀπ’ἒξω. (βλέπε παρακάτω Ὃσιος Νεκτάριος τῆς Ὂπτινα)].

Καί: «Το να ἐφησυχάζει κανείς ὃταν το κινδυνευόμενο εἶναι ἡ Πίστη, τοῦτο εἶναι ἲδιο με την ἂρνηση, το δε να ἐλέγχει εἶναι ὁμολογία εἰλικρινής». (Ἃγιος Βασίλειος ὁ Μέγας)

Καί: “Πρέπει να δείχνωμε για την Ἀλήθεια θάρρος, ἀκόμη κι’ ἂν σκανδαλίζονται μερικοί”.

Καί: «Σε μᾶς (τους ὀρθοδόξους), ἀκόμα και ἡ (ἀσθενική) ἀντίσταση αὐτῶν που νομίζουν ὃτι ὀρθοδοξοῦν, ἐναντίον τοῦ φανεροῦ πολέμου τῶν αἱρετικῶν, κατήντησε τις (Ὀρθόδοξες) Ἐκκλησίες σε ἒσχατη ἀσθένεια….. Σήμερα πορθεῖται σύνολη ή διδασκαλία των πατέρων καί τά ναυάγια περί τήν πίστη εἶναι  πυκνά, και σιγοῦν τα στόματα τῶν εὐσεβούντων».(Μεγάλου Βασιλείου ‘Επιστ. 92).[Θα νόμιζε κανείς ὃτι ὁ Ἃγιος μιλάει γιά την σημερινή ἐλεηνή κατάσταση στην “κρατοῦσα  παναιρετική οἰκουμενιστική τάχα ὀρθόδοξη ἐκκλησία”]. 

Καί: “Ὃσοι προσποιοῦνται ὃτι ὁμολογοῦν την ὑγιᾶ Ὀρθόδοξο Πίστη, ἀλλά ἒχουν ἐκκλησιαστική κοινωνία με τους ἑτεροδόξους, ἂν ὓστερα ἀπό νουθεσία δεν ἀπομακρυνθοῦν, ἀπ’αὐτούς τότε, ὂχι μόνο να μην ἒχετε ἐκκλησιαστική κοινωνία, ἀλλά οὒτε ἀδελφούς να τους ὀνομάζετε”. (P.G. 160, σ. 101)

Καί: «Οὔτε γιὰ λίγη ὥρα δὲν δεχόμαστε σχέση μὲ αὐτοὺς ποὺ κουτσαίνουν στὴν πίστη»…..«ἀκόμα κι ἂν αὐτοί μᾶς φαίνονται πολὺ γνήσιοι καὶ ἐπίσημοι, ἐμεῖς πρέπει νὰ τοὺς σιχαινόμαστε, ὅσοι ἀγαπᾶμε τὸν Κύριο».  (Μ. Βασιλείου, Κεφάλαια τῶν Ὅρων κατ’ Ἐπιτομήν, ἐρώτ. Ριδ’).

Ὁ Ἃγιος Μέγας Βασίλειος«…γιατὶ ἡ Ἐκκλησία δὲν διασπᾶται μόνο ἀπὸ τοὺς αἱρετικούς, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ αὐτοὺς, ποὺ πιστεύουν καὶ διαδίδουν τὰ παρόμοια». (Μεγ.Βασιλείου ἐπιστολὴ πρὸς Μέγα Ἀθανάσιο, P.G. 32, 425). [Εἶναι πράγματι ἐντυπωσιακή ἡ αὐστηρότητα, πού ἐπιβάλλουν οἱ ἅγιοι Πατέρες ἀπέναντι, ὄχι μόνο στούς αἱρετικούς, ἄλλα καί στά μέλη τῆς Ἐκκλησίας πού υἱοθετοῦν κακοδοξίες].  

Καί: «Σήμερα ἀνατρέπονται τα δόγματα τῆς εὐσεβείας, και συγχέονται οἱ θεσμοί τῆς Ἐκκλησίας. Ἀναπηδοῦν δε με την προστασία τῶν ἀρχόντων, φίλοι τους, που δεν  φοβοῦνται τὸν Κύριο  καὶ δίνεται  ὁλοφάνερα λοιπὸν σαν βραβεῖο ἀσέβειας ἡ προεδρία (ἠ ἀρχιερωσύνη), ὥστε ὁ μεγαλύτερος βλάσφημος, εἶναι προτιμότερος για την ἐπισκοπή τοῦ λαοῦ. Χάνεται ἡ ἱερατική σεμνότητα, σπανίζουν οἱ ποιμαίνοντες με ἱερό ἐνδιαφέρον (οἱ καλοί ποιμένες) τό ποίμνιο τοῦ Κυρίου, και ἀρπάζουν τις οἰκονομίες τῶν πτωχῶν γιάδικές τους ἀπολαύσεις καί τις διανομές δώρων καταναλώνουν πάντοτε οἱ φίλαρχοι. Ἀμαυρώνεται ἡἀκρίβεια τῶν κανόνων, και ἡ ἐξουσία τῆς ἁμαρτίας πολλαπλασιάζεται. Διότι αὐτοί που ἒκαναν προσπάθεια με ἀνθρώπινη  βοήθεια, να πάρουν την ἐξουσία  (ἀφοῦ πάρουν την ἐξουσία, την ἀρχιερωσύνη),  τον κόπο τῆς προσπάθειάς τους (ὣστε να ὑποστηριχθοῦν ἀπό αὐτούς που εἶχαν την δύναμη να τους βοηθήσουν στο να πάρουν την ἐξουσία), ἀνταποδίδουν σ’αὐτούς που τους ἒδωσαν αὐτή την βοήθεια, με το να ἐνδίδουν σε ὃλα, σε ὃσους ἁμαρτάνουν πρός ἡδονή.Χάθηκε ἡ δίκαιη κρίση, και καθένας βαδίζει με το θέλημα τῆς καρδιᾶς του. Ἡ πονηρία ἄμετρη, οἱ λαοὶ ἀνουθέτητοι, οἱ προεστῶτες δεν ἒχουν παρρησία (στον Θεό). Διότι εἶναι δοῦλοι τῶν ἀνθρώπων που τους βοήθησαν να ἀποκτήσουν την ἐξουσία που κατέχουν.… Γι’ αὐτά ὃλα γελοῦν οἱ ἄπιστοι, και σαλεύονται οἱ ὀλιγόπιστοι· ἀμφίβολη γίνεται ἡ πίστη, ἡ ἄγνοια ἒχει ἐπισκιάσει τις ψυχές, ἐπειδή κάποιοι μιμούμενοι την ἀλήθεια, διαστρέφουν τον (ὀρθόδοξο) λόγο με δόλο και κακουργία. Διότι τα στόματα μεν αὐτῶν που ζοῦν εὐσεβή ζωή σιγοῦν, γίνεται δε ἀνεκτή κάθε βλάσφημη γλῶσσα· Βεβηλώθηκαν τὰ ἅγια, ὃσοι λαϊκοί εἶναι (πνευματικά) ὑγιεῖς, φεύγουν μακριά ἀπό τους ναούς ἐπειδή ἒχουν καταντήσει (οἱ ναοί αὐτοί οἱ αἱρετικοί) διδασκαλεῖα τῆς ἀσεβείας, και στις ἐρημιές (που ἒχουν καταφύγει), με στεναγμούς και δάκρυα σηκώνουν τα χέρια τους (σε προσευχή) πρὸς τὸν Δεσπότη που κατοικεῖ στους Οὐρανούς.…»(Μ. Βασιλείου, ἐπιστ. 92, Πρός Ἰταλούς καί Γάλλους Ἐπισκόπους, ΕΠΕ 3, 86· ΒΕΠΕΣ 55, 122).[σ.σ. Εὒλογα θα ἒλεγε κάποιος που δεν γνωρίζει ποιός εἶναι ὁ συγγραφέας αὐτοῦ τοῦ κειμένου και ποιά ἐποχή γράφτηκε, ὃτι το κείμενο αὐτό γράφτηκε στην ἐποχή μας].

Ὁ Ἃγιος Μέγας Βασίλειος Πόσο δίκαιο (διαχρονικά) εἶχε ὁ Μέγας Βασίλειος, ὅταν ἔγραφε: «Ἓνα ἔγκλημα ὑπάρχει σήμερα που προκαλεῖ σφοδρή ἐκδίκηση, ἡ ἀκριβὴς τήρηση τῶν πατρικῶν Παραδόσεων».  (Μ.Βασίλειος ΕΠΕ 2,σελ.34) [σ.σ. Και σήμερα το ἲδιο συμβαίνει, σε μικρότερο βαθμό τιμωρίας βέβαια, γιατί δεν ἒχουμε ἀκόμα φανερά βασανιστήρια κατά τῶν ὀρθοδόξων ὃπως εἶχαν τότε.  Ἒχουμε ὃμως διωγμούς και ἐξορίες, και φυλακίσεις και κρυφές δολοφονίες, σε ὃσους πιστούς ἀντιδροῦν στην «νέα τάξη πραγμάτων».  Ἒχουμε τους χλευασμούς και τον ἀνελέητο πόλεμο, που προκαλοῦν οἱ οἰκουμενιστές νεοταξίτες, ἀλλά και οἱ διασκοτισμένοι ἀπό την τηλεόραση κυρίως,  ἀδιάφοροι περί την πίστη νεορθόδοξοι “χριστιανούληδες”  τῶν χριστιανικῶν ἑορτῶν (και ὂχι μόνο, ἀλλά και τῶν ἑορτῶν τῆς σαρδέλλας, τῆς μπριζόλας και ὃλων σχεδόν τῶν παραγομένων ἐμπορευσίμων εἰδῶν), και τῶν ἑορτῶν τῆς εἰδωλολατρείας τῶν καρναβαλιῶν, ἀλλά και οἱ ἲδιοι οἱ  μνημονεύοντες τους παναιρετικούς οἰκουμενιστές “χριστιανοί κληρικοί”, ἐναντίον ὃποιου προσπαθεῖ να μείνει πιστός στις Ὀρθόδοξες Πατερικές Παραδόσεις].

Καί: [Γιά την ἒνοχη σιωπή τῶν ποιμένων ἐν καιρῶ αἱρέσεως, ὁ Μέγας Βασίλειος μᾶς προειδοποιεί ὃτι]: «το αἶμα αὐτοῦ πού ἁμάρτησε, ἀπό τα χέρια τοῦ σκοποῦ (ἐπισκόπου, ποιμένος, ἰερέως), θα ζητηθεῖ». (Ἐλλην.Πατρολογία MPG,Τόμος 31, Μέγας Βασίλειος, Ἀπόκρισις εἰς την Ἐρώτησιν ΣΞΑ΄, σελ.1257) (*)

Καί: [Γιά την ἒνοχη σιωπή ἐν καιρῶ αἱρέσεως, ὁ Μ.Βασίλειος μᾶς προειδοποιεί ὃτι και]: «αὐτός που μόνο θα σιωπήσει, θα βρεθεῖ ἒνοχος τοῦ αἷματος τῶν ἁμαρτανόντων».(*)

Καί: [Ὁ Ἃγιος Βασίλειος ὁ Μέγας, ὀμιλεῖ γιά τήν ἀποτείχιση]:   «Εἶναι φανερὴ ἔκπτωση ἀπὸ τὴν Πίστη καὶ κατηγορία ὑπερηφάνιας ἢ τὸ νὰ ἀθετῆται κάτι ἀπὸ τὰ γραμμένα ἢ τὸ νὰ εἰσάγονται καινούργια μὴ γραμμένα, ἀφοῦ ὁ Κύριος εἶπε, «τα δικά μου πρόβατα την φωνή μου κονε».Καὶ νωρίτερα εἶπε, «ξένους δεν θα κολουθήσουν, λλ θα φύγουν  π'ατούς, γιατί δεν γνωρίζουν τν φων τν ξένων». (Ἰωάν.Ι’5)

Καί: Να ἀπέχετε ἀπό την ἐκκλησιαστική κοινωνία με τους αἱρετικούς, ἀφοῦ γνωρίζετε ὃτι ἡ ἀδιαφορία σε αὐτά τα ζητήματα μᾶς στερεῖ την παρρησία ἑνώπιον τοῦ Χριστοῦ  (Οἱ ἀγῶνες τῶν μοναχῶν ὑπέρ τῆς Ὀρθοδοξίας. β΄ ἒκδοση - Ἱ.Μ. Ἁγίας Ἀναστασίας Ρωμαίας, Ρέθυμνο 2008. Σελ. 48)

Καί: «Οἱ αἱρετικοί εἶναι χειρότεροι καὶ ἀπὸ τὸν Ἰούδα»(Ἐπιστολὴ σμ΄, P.G.32, 897 a.).

Καί: «Τον αἱρετικὸ ἄνθρωπο να τον ἀποστρέφεσθαι».  (Ἃγιος Βασίλειος ὁ Μέγας P.G. 31, 649), [πολύ περισσότερο βέβαια τον κακόδοξο κληρικό.]

Καί: «Ἀκούσατε ἐσεῖς πού ἀφήνετε τήν Ἐκκλησία, καί συναναστρέφεσθε σε κοινούς οἴκους [ἒτσι χαρακτηρίζει ὁ Ἃγιος τίς ἐκκλησίες τῶν αἱρετικῶν ἀρειανῶν τὀτε,  οἰκουμενιστῶν και ἂλλων αἱρετικῶν σήμερα  καί τῶν σχισματικῶν], ἐσεῖς τά ἄθλια ἀποκομμένα τμήματα τοῦ τιμίου σώματος (τῆς Ἐκκλησίας), ὅτι πρέπει οἱ εὐχές να ἀποδίδονται μέσα στην Ἱερουσαλήμ, δηλαδή στην (ἀληθινή) Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ. Διότι οὒτε κατά την παλαιά λατρεία δεν ἐπιτρεπόταν στον καθένα να πἠξει δικό του θυσιαστήριο, (να τελέσει θυσία, ἒξω ἀπό την ἀληθινή Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ) ἀλλά ἓνα ἦταν ἀποδεκτό σ’αὐτούς που ἢθελαν να προσφέρουν θυσία».(Μ. Βασιλείου εἰς Ψαλμ. 115, Ὁμιλ. Ε’. P.G. 30, 113). [Σήμερα οἱ οἰκουμενιστές ψευδεπίσκοποι και ὃσοι τους μνημονεύουν, κατέχουν ὃλους τους πρό τῆς ψευδοσυνόδου τῆς Κρήτης, ὀρθοδόξους ναούς, στους ὁποίους και Λειτουργοῦσαν κανονικά (ὃσοι δεν μνημόνευαν ἐπισκόπους φανερά οἰκουμενιστές). Στην οὐσία ὃμως, κατέχουν τα ντουβάρια, (ὃπως λέγει ὁ Ἃγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος), γιατί ὁ ἒνοικος (ὁ Θεός) ἒχει φύγει ἀπό αὐτούς τους ναούς, λόγῳ τῆς μνημονεύσεως τῶν παναιρετικῶν οἰκουμενιστῶν “ἐπισκόπων”, και βρίσκεται (ὁ Θεός), σ’αὐτούς που διατηροῦν με ἀκρίβεια την ἀλήθεια τῆς πίστεως, και ἒχουν διακόψει την ἐκκλησιαστική κοινωνία με τους οἰκουμενιστές“ἐπισκόπους” τῆς ψευδοσυνόδου και με ὃσους τους μνημονεύουν), ὃπως λέγει ὁ Κύριος στον διάλογό του με την Σαμαρείτιδα «λλ’ ρχεται ρα, και δη λθε, πότε οἱ ἀληθινοί λάτρεις, θα λατρεύουν τον Πατέρα “ν πνεύματι και ληθεί”» (ω Δ’ 23) Και λλο λέγει: «γώ εμαι ἡ ὁδός και ἡ ἀλήθεια και ζωή». (ω ΙΔ’ 6) Ὃσοι λοιπόν δεν βρίσκονται στην ἀλήθεια τῆς πίστεως (ὃπως οἱ παναιρετικοί οἰκουμενιστές και ὃσοι τους ἀκολουθοῦν και ἂλλοι “ἀποτειχισμένοι” κακόδοξοι και οἱ σχισματοαιρετικοί παλαιοημερολογῖτες),  δεν βρίσκονται στην ἀληθινή Ἐκκλησία που ἒχει κεφαλή της Τον Χριστό. Αὐτοί λοιπόν ἒχουν πήξει δικό τους θυσιαστήριο, ἀφοῦ ἒξω ἀπό την Καθολική (δηλ. αὐτήν που κατέχει την πλήρη ἀλήθεια) Ὀρθόδοξη  Ἐκκλησία, δεν ὑπάρχει κανονικό  ἒγκυρο θυσιαστήριο, ἀλλά ψεύτικο, και οἱ πήξαντες αὐτό, ὀνομάζονται ἀπό την Πρωτοδευτέρα Οἰκουμενική Σύνοδο, ψευδεπίσκοποι». (Ἰ.Πηδάλιο 15ος Κανών τῆς Α’και Β’Συνόδου)

Καί: «Νά γίνεις ζηλωτής αὐτῶν πού ζοῦν ὀρθῶς (με ὀρθοδοξία και ὀρθοπραξία) καί νά χαράττεις τίς πράξεις τους, μέσα στην καρδιά σου. Νά εὔχεσαι νά εἶσαι μεταξύ τῶν λίγων, γιατί τοῦτο εἶναι σπάνιο ἀγαθό· γιά τοῦτο καί λίγοι εἶναι αὐτοί που εἰσέρχονται στην Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν...»(Μ.Βασιλείου, Λόγος ἀσκητικός Α΄ ΕΠΕ. 8 σελ, 123)

Ὁ Ἃγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος (Δ'αἰῶν): «Τώρα, φοβόμαστε μήπως κάποτε ἀφοῦ ἀρχίσει να αὐξάνεται τὸ κακόν, σαν κάποια φλὸγα που βαδίζει μέσω τῆς ὓλης που καίγεται, ἀφοῦ καταστρέψει τα κοντινά, πλησιάσει και στα μακρινά. Διότι ἐπεκτείνεται τὸ κακὸ τῆς αἱρέσεως, και ὑπάρχει φόβος, μήπως ἀφοῦ καταφάγει τις δικές μας Ἐκκλησίες, πλησιάσει ἒρποντας σαν το φίδι και στο ὑγειές μέρος τῆς δικῆς σας παροικίας».(Ἐπιστολή πρςταλος κ’ Γάλλους πισκόπους)

Ὁ Ἃγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος  “Τα δημοσίως λεγόμενα και πραττόμενα, δημοσίως να ἐλέγχωνται”.

Καί: «Βίος διεφθαρμένος πονηρὰ τίκτει δόγματα» (Ἄγ.Ἰω.Χρυσοστόμου, εἰς Α΄Κορινθίους 40,3, PG 61,351)

Καί: συμπληρώνει ὁ Ἅγ.Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος: «Γι’αὐτό σε τίποτα δεν ὡφελεῖ κάποιον να τηρεῖ την ὀρθοπραξία, ὃταν τα δόγματα(τα φρονήματά του ὡς προς την πίστη) εἶναι διεστραμμένα, ὃπως και το ἀντίθετο, ὃταν δηλαδή ἡ ζωή του εἶναι διεφθαρμένη, ἐνῶ τα φρονήματά του ὡς προς την πίστη εἶναι ὑγιή». (Εἰς Ἰωάννην 66,3 PG 59, 369 και ΕΠΕ 23, 492 - 494).

Καί: Πῶς γίνεται να μη κολασθῆ,  αὐτός που κάνει ὃτι δεν βλέπει και σιωπᾶ, ὃταν οἱ θεϊκοί νόμοι και οἱ κανόνες ὑβρίζονται;.(Λόγος ες Βαβύλαν).

Καί: "Τί κάνεις ἄνθρωπε; Καταπατήθηκε ὁ νόμος (τοῦ Θεοῦ), καταφρονήθηκε ἡ σωφροσύνη, τόσα πολλά πλημμελήματα τόλμησε να κάνει ἓνας ἱερωμένος, ἒγιναν τὰ ἄνω κάτω καὶ δεν φρίττεις;… δεν πονᾶς; δεν ἐπιτιμᾶς…, ἀλλὰ κοινωνεῖς μαζί του;"(Ἱερός Χρυσόστομος,  Ρ.G. 55, 252)

Καί: [μᾶς διευκρινίζει ὁ Ἃγιος, ὃτι το “να πείθεσθε στους ἡγουμένους σας καὶ να ὑπακούετε (Ἐβρ.ιγ΄17), ἰσχύει μόνον ἐφόσον ὁ ποιμήν ὀρθοτομεῖ με ἀκρίβεια τον λόγο τῆς Ἀλήθειας τοῦ Χριστοῦ”]: «Γιατί εἶναι καλύτερα να μην ἒχετε κανέναν καθοδηγητή (ἀπό το να ἒχετε κάποιον πνευματικό - καθοδηγητή κακόδοξο). Πῶς λοιπόν ὁ Παῦλος λέγει «πείθεσθε στους ἡγουμένους σας καὶ κάνετε ὑπακοή σ’αὐτούς»; Παραπάνω ὃμως εἶπε, «τῶν ὁποίων να ἀναλογίζεσθε το (ζηλευτό) ἀποτέλεσμα τῆς ζωῆς τους, και να μιμεῖσθε την Πίστη τους», τότε εἶπε «πείθεσθε στους ἡγουμένους σας καὶ κάνετε ὑπακοή σ’αὐτούς».Τὶ λοιπόν, λέγει, ὅταν εἶναι πονηρός, καὶ δεν θα πεισθοῦμε σ’αὐτόν; Πονηρὸς (κακός), πῶς λέγεις; Ἐάν εἶναι στην Πίστη πονηρός (κακός), ἀπόφυγέ τον καὶ παραίτησαί τον, ὂχι μόνον ἄν εἶναι ἄνθρωπος, ἀλλὰ ἀκόμα και ἄγγελος να ἒχει κατεβεῖ ἀπ’τον οὐρανό. Ἐάν ὡς προς τα θέματα τοῦ βίου εἶναι πονηρός (κακός), μὴ περιεργάζεσαι κατακριτικά. Διότι καὶ τὸ «μκρίνετε, να μκριθτε», γιά θέματα βίου ἒχει εἰπωθεῖ, ὂχι για θέματα Πίστεως». (Ἑλλην.Πατρολογία,ΣειράMPG,Τόμος 63,Ὁμιλία ΛΔ΄,σελ.231-232)

Καί: Δεν εἶπε ὁ Ἀπόστολος (Γαλ. Α’ 9) ἐὰν κηρύττουν ἀντίθετα ἢ ἀνατρέπουν τὸ πᾶν, ἀλλὰ καὶ ἂν κάτι μικρὸ εὐαγγελίζονται διαφορετικὸ ἀπὸ ὅ,τι σᾶς κήρυξα, καὶ ἂν ἀκόμη κάτι ἀσήμαντο μετακινήσουν, ἃς εἶναι ἀνάθεμα» (Ἁγ.Ἰ.Χρυσοστόμου, Ἐρμηνεία εἰς την πρός Γαλάτας και ΕΠΕ 20,201)

Καί: (ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος δίνει μεγάλη σημασία στόν ἀγώνα ἐναντίον τῶν αἱρετικῶν καί τῶν ἑτεροθρήσκων. Γι’αὐτό καί ὁλόκληρος ὁ τέταρτος «Περί Ἱερωσύνης» λόγος του εἶναι ἀφιερωμένος στό νά δείξει ὅτι ὁ ἱερεύς πρέπει νά ἔχει ὑψηλή θεολογική συγκρότηση, νά γνωρίζει τίς θέσεις καί τά ἐπιχειρήματά τους, καί νά διαθέτει τά ἀπαραίτητα ὅπλα, γιά νά τούς ἀποκρούει. Ὁ πόλεμος ἐναντίον τῆς Ἐκκλησίας εἶναι πολυμέτωπος˙ «ποικίλος οὗτος ὁ πόλεμος καί ἐκ διαφόρων συγκροτούμενος ἐχθρῶν». Ὁ ἱερεύς πρέπει νά ἀγωνίζεται καλῶς, ὄχι μόνο ἐναντίον ἑνός ἐχθροῦ, ἀλλά ἐναντίον ὅλων. Δέν ὑπάρχουν εἰδικότητες στήν ποιμαντική συγκρότηση τῶν ἱερέων.«Τί ὠφελεῖ, λέγει, ὅταν ὁ ἱερεύς ἀγωνίζεται μέ ἐπιτυχία ἐναντίον τῶν εἰδωλολατρῶν, τόν αἰχμαλωτίζουν, ὅμως, οἱ Ἰουδαῖοι; Ἤ ὅταν νικᾶ καί τούς δύο, τοῦ ἁρπάζουν, ὅμως, τά πρόβατα ἀπό τήν ποίμνη του οἱ Μανιχαῖοι, ἤ ὅσοι διδάσκουν τήν εἱμαρμένη, ἤ ὁ Μαρκίων καί ὁ Οὐαλεντῖνος, ἤ ὁ Σαβέλλιος καί ὁ Ἄρειος, ἤ ὁ Παῦλος Σαμοσατεύς; Δέν χρειάζεται, λέγει, νά ἀναφέρω ὅλες τίς αἱρέσεις τοῦ Διαβόλου. Ἄν, πάντως, δέν γνωρίζει ὁ ποιμήν νά ἀποκρούει ὅλες τίς αἱρέσεις, τότε μπορεῖ ἀκόμη καί μέ μία αἵρεση νά καταφάγει ὁ λύκος τά περισσότερα πρόβατα».(Περί Ἱερωσύνης 4, 4, ΕΠΕ 28, 214-222).

Καί: «Αὐτό εἶναι το αἲτιο ὃλων τῶν κακῶν, τό να μη ἀγανακτοῦμε και να μη δείχνουμε ἐπιμέλεια να διορθώσουμε τα μικρά (σφάλματα, παραπτώματά μας), γι’αὐτό κατόπιν πέφτουμε σε μεγαλύτερα ἁμαρτήματα».(Ὑπόμνημα εἰς τήν προς Γαλάτας Ἐπιστολήν, Κεφ.Α ́ P.G.61, 623).

Ὁ Ἃγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος «Διότι ὑπάρχει καί κακή όμόνοια, ὑπάρχει και καί καλή διαφωνία. Διότι και αὐτοί που οἰκοδομοῦσαν τόν πύργον (τῆς Βαβέλ) ὠμονόησαν για κακό δικό τους, και οί ἲδιοι αὐτοί πάλι, χωρίς την θέλησή τους, ὃμως για το συμφέρον τους, διαχωρίστηκαν….. Ὑπάρχει λοιπόν το να διαχωρίζεται καλῶς κανείς ἀπό τους ἂλλους, καί ὑπάρχει το να ὁμονοεῖ κακῶς. Ἐάν το μάτι σου σε σκανδαλίζει, βγάλτο. Ἐάν το πόδι σου,κόφτο.... Ἐάν δε, εἶναι ἀπαραίτητο να ἀποχωριζόμαστε κάποιο  μέλος (τοῦ σώματός μας), το ὁποῖο εἶναι ἑνωμένο μαζί μας ἀλλά μᾶς προκαλεῖ κακό, πόσο περισσότερο (πρέπει να ἀποχωριζόμαστε), ἀπό φίλους που ἒχουν ἑνωθεῖ μαζί μας και μᾶς προκαλοῦν κακό.Ὣστε δεν εἶναι πάντοτε καλή ἡ ὁμόνοια, οὒτε πάντοτε κακή ἡ διάσταση».(‘Ιερού Χρυσοστόμου όμιλ. νζ΄ είς τό κατά ‘Ιωάννην)

Καί: «…καὶ ὃλους τους θεοὺς (τις θρησκείες) θα καταλύσει, (ο ἀντίχριστος) καὶ θα διατάξει να προσκυνοῦν αὐτὸν ἀντὶ τοῦ Θεοῦ, καὶ θα καθήσει στον ναὸ τοῦ Θεοῦ, ὃχι μόνο αὐτόν που εἶναι στα Ἰεροσόλυμα, (τον ναό τοῦ Σολομῶντος), ἀλλὰ καὶ σε ὃλες τις “ἐκκλησίες” τοῦ κόσμου». (P.G. 62, 482)

Ὁ Ἃγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος «Ὅταν πρέπει νὰ εὐεργετήσεις κάποιον, νὰ εἶσαι κοντὰ σὲ κάθε ἄνθρωπο· ὅταν ὅμως ἐξετάζεται λόγος τῆς ἀλήθειας, νὰ ἀναγνωρίζεις τὸν δικό σου καὶ τὸν ξένο. Καὶ ἂν ἀκόμη ἔχεις ἀδελφὸ ἀπὸ τὸν ἴδιο πατέρα καὶ τὴν ἴδια μητέρα καὶ δὲν ἔχει κοινωνία μαζί σου ὡς πρὸς τὸ νόμο τῆς ἀλήθειας, ἃς εἶναι γιὰ σένα πιὸ βάρβαρος καὶ ἀπὸ Σκύθης· ἀλλὰ καὶ ἂν ἀκόμη εἶναι Σκύθης, καὶ ἂν εἶναι Σαυρομάτης, ἀλλὰ γνωρίζει τὴν ἀκρίβεια τῶν δογμάτων, καὶ πιστεύει αὐτὸ τὸ ὁποῖο ἀκριβῶς καὶ ἐσὺ ἴδιος, νὰ εἶναι πιὸ οἰκεῖος καὶ πιὸ κοντινός σου ἀπὸ αὐτὸν ποὺ εἶχε τὴ γέννα ἀπὸ τὴν ἴδια μάνα μὲ σένα» (Ἄγ.Ι.Χρυσόστομος PG 55,461)

Καί:  «Ὅπως ἀκριβῶς στὰ βασιλικὰ νομίσματα αὐτὸς ποὺ ἔκοψε ἔστω καὶ λίγο ἀπὸ ,τι εἶναι χαραγμένο πάνω, κατέστησε ὅλο το νόμισμα κίβδηλο· ἔτσι καὶ αὐτὸς ποὺ ἀνέτρεψε καὶ τὸ μικρότερο ἀπὸ τὴν ὑγιῆ πίστη, καταστρέφει τὸ πᾶν, προχωρώντας ἀπὸ τὴν ἀρχὴ στὰ χειρότερα. Ποῦ εἶναι λοιπὸν αὐτοὶ ποῦ μᾶς κατηγοροῦν ὅτι εἴμαστε φιλόνικοι λόγω τῆς διάστασης μὲ τοὺς αἱρετικούς; Ποῦ εἶναι τώρα αὐτοὶ ποὺ λένε ὅτι δὲν ὑπάρχει τίποτα ἀνάμεσά σε μᾶς καὶ σὲ ἐκείνους, ἀλλὰ ὅτι διαφορὰ ἔγινε ἀπὸ τὴν φιλαρχία;… Ἀλλὰ τὸ αἴτιο ὅλων των κακῶν εἶναι αὐτὸ ἀκριβῶς, τὸ ὅτι δὲν ἀγανακτοῦμε γιὰ αὐτὰ τὰ μικρά».  (Ἃγ..Χρυσόστομος PG 61,622)

Καί: «Δὲν ὠφελεῖ ἄριστος τρόπος ζωῆς, ἐὰν πίστη δὲν εἶναι ὑγιὴς»  (Ἃγ..Χρυσόστομος PG 51,287)

Καί: « Κύριος δὲν ἀπαγορεύει νὰ ἐμποδίζονται οἱ αἱρετικοί, νὰ ἀποστομώνονται, νὰ κόβεται θρασύτητά τους καὶ νὰ διαλύονται τὰ συνέδριά τους καὶ οἱ συγκεντρώσεις τους, ἀλλὰ ἀπαγορεύει νὰ φονεύονται».  (Ἃγ..Χρυσόστομος ΕΠΕ 10,815)

Καί:    «Τὴν γνήσια ἀγάπη δὲν τὴν δείχνει το νὰ τρῶμε μαζί, οὔτε νὰ προσφωνοῦμε μὲ λόγια σπουδαία, οὔτε τὰ κολακευτικὰ λόγια, ἀλλὰ τὸ νὰ διορθώσω καὶ νὰ ἐξετάσω τὸ συμφέρον τοῦ πλησίον, τὸ νὰ σηκώσω αὐτὸν ποὺ ἔχει πέσει».  (Ἃγ.Ἰ.Χρυσόστομος PG.54,623)

Καί:    «Ἂν δεῖς κάπου νὰ βλάπτεται ἡ εὐσέβεια, νὰ μὴν προτιμᾶς τὴν ὁμόνοια ἀπὸ τὴν ἀλήθεια, ἀλλὰ νὰ στέκεσαι γενναίᾳ ἕως θανάτου… χωρὶς νὰ προδίδεις πουθενὰ τὴν ἀλήθεια»  (Ἃγ.Ἰ.Χρυσόστομος P.G. 60,611)

Καί: «Κανένα νόθο δόγμα νὰ μὴν παραδεχτεῖτε μὲ τὸ πρόσχημα τῆς ἀγάπης. Πρέπει να φοβόμαστε μήπως κάποιον τόν διαφθείρει ἡ ἀγάπη τῶν αἱρετικῶν»».  (Ἃγ.Ἰ.Χρυσόστομος PG 62,191)

Καί: «Ἐὰν κάποιος ἔχει δόγμα διεστραμμένο φεῦγε ἀπὸ αὐτὸν καὶ μὴν τὸν δεχτεῖς, μὴν πείθεσαι, ὄχι μόνο ἂν εἶναι ἄνθρωπος, ἀλλὰ ἀκόμα καὶ ἂν εἶναι ἄγγελος ποὺ κατέβηκε ἀπὸ τὸν οὐρανὸ» (Ἃγ.Ἰ.Χρυσόστομος PG 61,625)

Καί: «Ἃς ἀποστρεφόμαστε τὶς συγκεντρώσεις τῶν αἱρετικῶν, ἃς κρατᾶμε παντοτινὰ τὴν ὀρθὴ πίστη».  (Ἃγ.Ἰ.Χρυσόστομος PG 56,256)

Καί:  «Ὁ ψαλμὸς σήμερα μᾶς ὁδηγεῖ σὲ σύγκρουση μὲ τοὺς αἱρετικούς, ὄχι γιὰ νὰ τοὺς πολεμήσουμε παραμένοντας αὐτοὶ ἀδρανεῖς, ἀλλὰ γιὰ νὰ τοὺς σηκώσουμε ἀπὸ τὴν πτώση στὴν ὁποία βρίσκονται. Διότι τέτοιος εἶναι ὁ δικός μας πόλεμος, δὲν καθιστᾶ τοὺς ζωντανοὺς νεκρούς, ἀλλὰ τοὺς νεκρούς τους ὁδηγεῖ στὴ ζωή, γεμάτος ἀπὸ ἡμερότητα καὶ πολλὴ ἐπιείκεια. Διότι δὲν πολεμῶ μὲ ὑλικὰ ὅπλα, ἀλλὰ μὲ τὸν λόγο καταδιώκω, ὄχι τὸν αἱρετικό, ἀλλὰ τὴν αἵρεση. Δὲν ἀποστρέφομαι τὸν ἄνθρωπο, ἀλλὰ μισῶ τὴν πλάνη καὶ θέλω νὰ τὸν ἀποσπάσω ἀπὸ αὐτήν. Δὲν κάνω πόλεμο μὲ οὐσία (διότι ἡ οὐσία εἶναι ἔργο τοῦ Θεοῦ) ἀλλὰ θέλω νὰ διορθώσω τὴ γνώμη, ποὺ τὴ διέφθειρε ὁ διάβολος... καὶ ἐγὼ λοιπὸν ἐὰν πολεμήσω τοὺς αἱρετικούς, δὲν πολεμῶ τοὺς ἴδιους τους ἀνθρώπους, ἀλλὰ θέλω νὰ ἀπομακρύνω τὴν πλάνη καὶ νὰ καθαρίσω τὴ σαπίλα».  (Ἃγ.Ἰ.Χρυσόστομος ΕΠΕ,37, 297)

Καί:    «Ὅταν ὅλοι πιστεύουμε ὅμοια, τότε ὑπάρχει ἑνότητα… Διότι αὐτὸ εἶναι ἑνότητα, ὅταν ὅλοι εἴμαστε ἕνα… ὅταν ἀποδειχτοῦμε ὅλοι ὅτι ἔχουμε μία πίστη». (Ἃγ.Ἰ.Χρυσόστομος PG 62,83)

Καί: «Τριακόσιοι Πατέρες, ἢ καὶ περισσότεροι, ποὺ συγκεντρώθηκαν στὴ χώρα τῶν Βιθυνῶν νομοθέτησαν αὐτά· καὶ ὅλους ἐκείνους τοὺς ἀτιμάζεις;… Ἐσὺ ὅμως ὄχι μόνο ἐκείνους κατηγορεῖς, ἀλλὰ καὶ ὅλη τὴν Οἰκουμένη, ἡ ὁποία καὶ ἐπαίνεσε τὴν γνώμη ἐκείνων». (Ἃγ.Ἰ.Χρυσόστομος PG 48,865)

Καί:   «Οἱ αἱρετικοὶ ποὺ ζοῦν παρθενικά, ἔχουν γίνει ὑπεύθυνοι γιὰ τὴν τιμωρία ποὺ ἁρμόζει στοὺς πόρνους». (Ἃγ.Ἰ.Χρυσόστομος, ΕΠΕ 21,405)

Ὁ Ἃγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος: «Διότι ὃταν κάτι καινούργιο (στα δογματικά) ἐπεισέλθει, αὐτό συνεχῶς  θα γεννᾶ καινοτομίες· καὶ ἄπειρη ἡ πλάνη αὐτοῦ που βγῆκε ἀπό τὸ λιμάνι τὸ εὔδιο (ἀπό την Ἐκκλησία), καὶ πουθενᾶ δεν θα σταθεῖ. Διότι πολύ περισσότερο θα προκόψουν στην ἀσέβεια, ἒχει εἰπωθεῖ, καὶ ὁ λόγος τους, σαν  γάγγραινα, θα τους ἐπιφέρει ἀποτελέσματα παιδεύσεως». (Ἃγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος)

Καί: «Ὅταν δὲ ὃλοι πιστεύουμε τα ἲδια, τότε ὑπάρχει ἑνότης μεταξύ μας». (Ἃγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος)

Καί:  «Ἐχθροὶ τοῦ Θεοῦ εἶναι καὶ αὐτοί που ἐπικοινωνοῦν μὲ αἱρετικοὺς». (Ἃγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος) [Μήπως εἶναι αὐστηρή, ἰδιότροπη ἢ σκληρή ἡ στάση τῶν Ἁγίων; Ἂπαγε !!! Ὁ ἲδιος ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός  δίδαξε ὅτι τὰ δικά Του πρόβατα ὅταν ἀκοῦν τὴν φωνὴ ξένου διδασκάλου ἀπομακρύνονται ἀπ’αὐτόν].

Καί:  «Οὒτε το αἷμα τοῦ μαρτυρίου δεν μπορεῖ να ἐξαλείψει αὐτή την ἁμαρτία (τῆς αἱρέσεως ἢ τοῦ σχίσματος)». (Ἃγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος)

Καί:  «Ὃταν βάλλεται ἡ Πίστη δεν θα καθήσεις στην ἡσυχία, ἀλλά ὁφείλεις να  πολεμήσεις ὑπέρ αὐτῆς». (Ἃγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος)

Καί:  «Ὄχι μόνο οἱ ἁμαρτάνοντες, ἀλλὰ καὶ ἐκεῖνοι ποὺ ἐπαινοῦν τοὺς ἁμαρτάνοντες ὑφίστανται τὴν ἴδια ἢ καὶ χειρότερη τιμωρία». (Ἁγ.Ἰ. Χρυσοστόμου, Ἐκλογαὶ καὶ Ἀπανθίσματα, Λόγος ΚΔ΄, 40, ἐκδ. Ματθαίου Λαγγῆ.

 

 

Ὁ Ἃγιος Ἱερομάρτυς Ἰγνάτιος ὁ Θεοφόρος (Α’ αἰών † 20/12/107 μ.Χ.: «Κάθε ἓνας που λέγει ἢ που πράττει διαφορετικά ἀπό τὰ διαταγμένα, ἀκόμα και ἂν εἶναι ἀξιόπιστος, και ἂν νηστεύῃ, και ἂν παρθενεύῃ, και ἂν κάνει θαύματα, να τον βλέπεις σαν λύκο με προβειά, που προσπαθεῖ να καταστρέψει το πρόβατο»(Ἅγ.Ἰγνάτιος ὁ Θεοφόρος P.G.5,912).

Καί: «ὅπου εἶναι ὁ Χριστὸς Ἰησοῦς, ἐκεῖ εἶναι ἡ Καθολικὴ (Ὀρθόδοξη) ἀληθινή Ἐκκλησία». (Πρὸς Σμυρναίους VIII, Ἀποστολικοὶ Πατέρες, Ε.Π.Ε. 4, 138).

Καί: «Εάν ὃσοι καταστρέφουν τά ἀνθρώπινα σπίτια καταδικάζονται σε θάνατο, πόσῳ μᾶλλον αὐτοι που ἐπιχειροῦν να νοθεύσουν τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, θα καταδικαστοῦν σε αἰώνια καταδίκη… Ὁμοίως δέ καί κάθε ἄνθρωπος που ἒχει λάβει το χάρισμα τῆς διακρίσεως ἀπό τον Θεό, θα κολασθῆ, ὃταν ἀκολουθήσει ἂπειρον ποιμένα καί δεχθῆ κακοδοξία σαν ἀληθινή»(προς Ἐφεσίους,ΒΕΠΕΣ 2, 291).

Ὁ Ἃγιος Ἱερομάρτυς Ἰγνάτιος ὁ Θεοφόρος: «Οἱ αἱρετικοί δεν μποροῦν νὰ κληρονομήσουν τὴν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ» (Ἄγ.Ἰγνατίου Θεοφ. P.G.96, 508 c).

Ὁ Ἃγιος Ἰγνάτιος ὁ Θεοφόρος: «Να φέυγετε μακρυά ἀπό τις  αἱρέσεις διότι εἶναι ἐφευρέσεις τοῦ διαβόλου».(Ἃγ.Ἰγνάτιος ὁ Θεοφόρος)

Καί: «ἐάν κάποιος φθείρει μέ κακοδοξίες τήν (Ὀρθόδοξη) πίστη τοῦ Θεοῦ, για την ὁποία ὁ Ἰησοῦς Χριστός σταυρώθηκε, αὐτός, ἒχει βρωμίσει τήν ψυχή του καί θά καταδικαστεῖ στήν φωτιά πού δέν σβήνει (στήν κόλαση), ὁμοίως καί αὐτός πού τόν ἀκούει (καί ἀποδέχεται τίς κακοδοξίες του)». (Ἅγ. Ἰγνάτιος ο Θεοφόρος)  

Ὁ Ἃγιος Κλήμης Α’ Πάπας Ρώμης (α’αἰών): «…Ὁμοίως καὶ οἱ λαϊκοί, μὴ πλησιάζετε αὐτούς που ἒχουν δογματίσει ἀντίθετα με την γνώμη τοῦ Θεοῦ (τους αἱρετικούς), οὒτε να κοινωνεῖτε με την ἀσέβειά τους, διότι λέγει καὶ ὁ Θεός… “Ἀποσχισθῆτε (ἀποτειχιστεῖτε) ἀπό ἀνάμεσά τους, για να μὴ χαθεῖτε μαζί με αὐτούς….βγῆτε ἀπό ἀνάμεσά τους, καὶ ξεχωριστεῖτε, λέγει ὁ Κύριος, και ἐγώ θα σᾶς ἀποδεχθῶ”».(Ἃγιος Πάπας Κλήμης Α΄)

Καί: «….γι’αὐτό να φεύγετε μακρυά ἀπὸ τους φθοροποιούς ποιμένες». (Ἃγιος Πάπας Κλήμης Α΄)

Ὁ Ἃγιος Εἰρηναῖος Λουγδούνων (Β’αἰών): «Να μην ἒχει ἐπικοινωνία κανείς οὖτε με λόγο, με ὃσους παραχαράσσουν τὴν ἀλήθεια (δηλ.με τους αἱρετικούς). (P.G. 7, 854A)

Καί: «Οἱ αἱρετικοί ἐπειδή εἶναι παραχαράκτες τῆς ἀληθείας, στέλλονται στην αἰώνια φωτιά (στην κόλαση)» (Εἰρηναίου κατά αἱρέσεων Γ’4,2) 

Καί: μᾶς ἀναφέρει γιὰ τοὺς Ἁγίους Ἀποστόλους, ὅτι «τόση μεγάλη εὐλάβεια εἶχαν οἱ Ἀπόστολοι και οἱ μαθητές των, ὣστε οὒτε με λόγο κοινωνοῦσαν με κάποιον ἀπό αὐτούς που παραχαράσσουν την ἀλήθεια (δηλ.τους αἱρετικούς)». (Ἑλληνικὴ Πατρολογία, Σειρὰ MPG, Τόμος 7, Ἅγιος Εἰρηναῖος, Κατὰ Αἱρέσεων, Βιβλίον Γ΄, Κέφ. 3, σελὶς 853-854)

Ὁ Ἃγιος Κυπριανός Ἐπίσκοπος Καρχηδόνος (Γ' αἰών): «Ἐκτός της Ἐκκλησίας δὲν ὑπάρχει σωτηρία» (Βλ. και Ἱ.Πηδάλιον Κανών τῆς ἐν Καρχηδόνι Συνόδου).

Ὁ Ὃσιος Παχώμιος ὁ Μέγας (292-348): «Να μην ἒχετε καμμία ἐκκλησιαστική κοινωνία με τους ὁπαδούς τῶν αἱρέσεων τοῦ Ὡριγένους, τοῦ Μελετίου, τοῦ Ἀρείου και τῶν λοιπῶν χριστομάχων». (Β.Ε.Π.Ε.Σ. τόμος 40, σελ. 281)

Ὁ Ἃγιος Ἀμφιλόχιος Ἐπίσκοπος Ἰκονίου (περί το 339-394): προειδοποιεῖ κάθε Χριστιανό ὅτι αὐτός που ὑποπίπτει στό Ἐκκλησιαστικό ΑΝΑΘΕΜΑ ὑφίσταται τήν ἄµεση ἀπώλεια τῆς Θείας Χάρης: «Διότι ὃπως αὐτός που Βαπτίστηκε εἰς Χριστόν, ντύθηκε Τον  Χριστό, ἒτσι και ὃταν φύγει (με το ἀνάθεμα) ἀπό την Ἐκκλησία, ξεντύνεται Τόν Χριστό».(Κατά Ἀποτακτικῶν ἤ Γεµελλιτῶν7).

Ὁ Ὃσιος Εὐθύμιος  ὁ Μέγας (377-473 μ.Χ.): «Ἀπευθυνόμενος στην αὐτοκράτειρα Θεοδώρα: Πρόσεξε στο ἑξῆς τον ἑαυτό σου τέκνο μου. Τά δυσάρεστα και πικρότατα οἰκογενειακά γεγονότα τῆς Ἰταλίας συνέβησαν, ἐπειδή παρασύρθηκες ἀπό την πονηρία τοῦ Θεοδοσίου. Ἀπόφευγε λοιπόν την παράλογη φιλονεικία και να δεχθῆς μαζί με τις τρεῖς ἄλλες Ἃγιες Οἰκουμενικές Συνόδους…. και τον ὅρο πού ἐξεφώνησε ἡ Οἰκουμενική Σύνοδος που συγκροτήθηκε τώρα στην Χαλκηδόνα. Να μη κοινωνῆς πλέον με τον Διόσκορο, ἀλλά με τον ἐπίσκοπο τῶν Ἱεροσολύμων Ἰουβενάλιο». (Οἱ ἀγῶνες τῶν Μοναχῶν ὑπὲρ τῆς Ὀρθοδοξίας,σελ. 100)

 

 

 Ὁ Ἄγιος Μέγας Ἀντώνιος (Δ'Αιών): «Προσέξτε μόνο να μη μολύνετε τους ἑαυτούς σας με την ἐκκλησιαστική  κοινωνία τῶν Ἀρειανῶν (και ὃλων τῶν αἱρετικῶν).Διότι η διδασκαλία τους δεν εἶναι τῶν Ἀποστόλων, ἀλλά τῶν δαιμόνων και τοῦ πατρός τους διαβόλου. Ὡς τέτοια δε, εἶναι ἀκαρποφόρητη και παράλογη και προϊόν ἀνόητης διανοίας, ὃπως ἀκριβῶς εἶναι ἡ ἀλογία τῶν ἡμιόνων».   (Οἱ ἀγῶνες τῶν μοναχών ὑπέρ τῆς Ὀρθοδοξίας.β΄ἒκδοση-Ἱ.Μ.Ἁγ.Ἀναστασίας Ρωμαίας,Ρέθυμνο 2008.Σελ. 36*)

Καί: Να μιμῆσθε τους Ἁγίους και να μη πλησιάζετε τους σχισματικούς Μελιτιανούς, ἐπειδή γνωρίσατε την πονηρή και ἀνόσια προαίρεσή τους. Οὖτε με τους Ἀρειανούς να ἒχετε καμμία ἐκκλησιαστική κοινωνία, ἐπειδή και ἡ δική τους ἀσέβεια εἶναι φανερή σε ὃλους. Να μη ταράσσεσθε και ἂν ακόμη ἰδῆτε τους δικαστές να τους ὑπερασπίζονται, διότι ἡ δύναμίς τους εἶναι δύναμις θνητῶν ἀνθρώπων και πρόσκαιρη, και σύντομα θα παύση να ὑπάρχη. (Ένθ’ ἀνωτ. . σελ. 36*)

Καί: «Νὰ μὴν ἔχετε καμμία ἐκκλησιαστικὴ κοινωνία μὲ τοὺς σχισματικοὺς οὔτε καθόλου μὲ τοὺς αἱρετικοὺς Ἀρειανούς. Ἄλλωστε, γνωρίζετε ὄτι  καὶ ἐγὼ τοὺς ἀπέφευγα ἐξ’ αἰτίας τῆς χριστομάχου καὶ κακοδόξου αἱρέσεώς τους.   (Ἒνθ’ ἀνωτ. σελ. 36*)

Καί: Στη βιογραφία τοῦ Μεγάλου Ἀντωνίου (που γράφτηκε ἀπ’τον Μέγα Ἀθανάσιο, διαβάζουμε: «Και κατά την πίστην δε, ἦταν λίαν θαυμαστός και εὐσεβής. Διότι, οὒτε προς τους σχισματικούς Μελετιανούς ἐκοινώνησε ποτέ – γνωρίζοντας την ἀπαρχῆς πονηρία και ἀποστασία τους – οὒτε προς τους Μανιχαίους, ἢ ἂλλους αἱρετικούς μίλησε φιλικά..…θεωρῶν και διδάσκων την φιλία και ὁμιλία με αὐτούς ὡς βλάβη και ἀπώλεια ψυχῆς. Ἒτσι ἀκριβῶς ἐσυχαίνετο και την αἳρεση τῶν Ἀρειανῶν, και προέτρεπε ὃλους, να μη τους προσεγγίζουν, οὒτε να μετέχουν τῆς κακοδοξίας των».

 

Ὁ Ἃγιος Μέγας Ἀθανάσιος (Δ'αἰῶν): ….Γιατί αὐτῶν ποὺ τὸ φρόνημα ἀρνούμαστε, πρέπει νὰ ἀπέχουμε καὶ ἀπό την ἐπικοινωνία μαζί τους. Καὶ ἐὰν κάποιος ὁμολογεῖ τὴν ὀρθὴ πίστη, ἀλλὰ κοινωνεῖ μὲ αὐτούς, νὰ τὸν προτρέπετε νὰ σταματήσει νὰ τὸ κάνει` κι ἂν δεχθεῖ τὴν σύστασή σας νὰ τὸν ἔχετε σὰν ἀδελφό. Ἂν δὲ ἐπιμένει φιλόνικα, νὰ τὸν ἐγκαταλείπετε. Ἔτσι  θὰ  διατηρήσετε  τὴν καθαρὴ πίστη  καὶ ἐκεῖνοι βλέποντάς σας θὰ ὠφεληθοῦνκαι θα φοβηθοῦν, μήπως θεωρηθοῦν ὃτι εἶναι ἀσεβεῖς και ἒχουν τα ίδια φρονήματα με αὐτούς.”.(Ἁγ.Ἀθανασίου,«Τοῖς τὸν μονήρη βίον ἀσκοῦσι» PG 26,1188 BC).

Καί: ‘‘ἐάν ὁ ἐπίσκοπος ἢ ὁ πρεσβύτερος που εἶναι τα μάτια τῆς Ἐκκλησίας, κακῶς συναναστρέφονται και σκανδαλίζουν τον λαό, πρέπει αὐτούς να τους διώχνετε. Γιατί σᾶς συμφέρει χωρίς αὐτούς να μαζεύεσθε  σε σπίτι προσευχῆς  (κατ’οἲκον Ἐκκλησία), παρά να ριφθῆτε μαζί τους, ὃπως  με τον Ἂννα και τον Καϊάφα, εἰς την γέεννα τοῦ πυρός’’.(Ἃγιος Ἁθανάσιος  P.G. 35, 33 - ΒΕΠΕΣ 33, 311)

Καί: «Εἶναι δε κάποιοι, που διαβεβαιώνουν ὃτι δεν φρονοῦν τα τοῦ Ἀρείου, ὃμως συγκαταβαίνουν, και συμπροσεύχονται και συνεκκλησιάζονται μαζί τους....Διότι, ὅταν μερικοὶ δοῦν ἐσᾶς τοὺς πιστοὺς τοῦ Χριστοῦ, νὰ συγκεντρώνεσθε μὲ αὐτοὺς καὶ νὰ κοινωνῆτε μαζὶ τους, ὁπωσδήποτε θὰ θεωρήσουν τοῦτο ὅτι ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΜΕΓΑΛΗ ΣΗΜΑΣΙΑ,καὶ ἔτσι θὰ πέσουν στὸν βόρβορο τῆς ἀσέβειας». (Μ. ᾿Αθανασίου, Πρὸς Μοναχούς, PG 26, 1185-1188).[σ.σ  Ἐδῶ ὁ Ἃγιος (και ὂχι μόνο αὐτός, ἀλλά ὑπάρχει Συμφωνία Ἁγίων), ὁμιλεῖ  για τους Μοναχούς και τους πιστούς, και ὂχι για ἐπισκόπους, πνευματικούς κληρικούς, “στρατηγούς”, ὃπως μερικοί κακοδοξοῦντες σήμερα ὁμιλοῦν (και δυστυχῶς παρασύρρουν πολλούς), ὃτι δῆθεν πρέπει πρῶτα αὐτοὶ οἱ “στρατηγοί” νὰ ἀποτειχισθοῦν καὶ μετὰ ὅλο το ὑπόλοιπο πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας].  

 αί: Να φυλάσσετε τον ἑαυτό σας ἀπό ὃσους νομίζουν ὃτι δεν πιστεύουν στον Ἂρειο, κοινωνοῦν ὃμως με τούς ἀρειανούς’’ (και ὁπωσδήποτε και με κάθε αἱρετικό).(P.G.26, 1188BC)

Καί: «Ἡ αἵρεση εἶναι Θεομίσητη». (Μ. Ἀθανασίου ΒΕΠΕΣ 31, 241).

Καί: «Ἡ αἵρεση εἶναι πίστη σὲ ξένο Θεό». (Μ. Ἀθανάσιος, Ε.Π.Ε. 9, κεφ. 80,27)

Καί: «Ἡ αἵρεση ἔχει ἐνδυθῆ ὁλόκληρο τὸν διάβολο». (Ε.Π.Ε. 9, κεφ.66)

Καί: «Ἀποφύγετε αὐτὸν ποὺ φρονεῖ ἀσεβῆ δόγματα καὶ ἔτσι θὰ διατηρήσετε τὴν πίστη σας καθαρή». (P.G. 26,1188DC).

Καί: “Ἀγάπα κάθε ἂνθρωπο, και εἰρήνευε με ὃλους, ἐκτός τῶν αἱρετικῶν. Διότι ὁ αἱρετικός εἶναι λύκος τῆς ποίμνης τοῦ Χριστοῦ, και πρόδρομος τοῦ ἀντιχρίστου ”. (Ἁγ.Ἀθανασίου τοῦ Μεγάλου, Πίστις τῶν Ἁγίων 318 Πατέρων P.G.28,1641 BC)

Ὁ Ἃγιος Μέγας Ἀθανάσιος: «Ἡ αἵρεση, εἶναι ἀκοινώνητη τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῶν Οὐρανῶν ἀλλοτρία (ξένη)»(Μ. Ἀθανασίου ΒΕΠΕΣ 33, 178),

Καί: «Ὅποιος ἔχει ἐκπέσει ἀπ’ τὴν ἀλήθεια τῆς πίστεως δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ καλεῖται Χριστιανὸς». (Μεγ.Ἀθανασίου P.G 26, 596A)

Καί: «Ὃποιος θἐλει να σωθεῖ, πρό πάντων πρέπει να κρατήσει στον ἑαυτό του, τήν καθολική (ὀρθόδοξη) πίστη, την ὁποία ἐάν κάποιος δεν διατηρήσει σώα καί άμόλυντη, χωρίς δισταγμό, πηγαίνει στην αἰώνια ἀπώλεια (στην κόλαση)».

Καί: «Ἀφοῦ ὁ Ἀρτέμιος ἐρεύνησε και δεν βρῆκε τον Ἃγιο(Ἀθανάσιο τον ὁποῖο κυνηγοῦσε για να τον θανατώσει), εἶπε στη σύναξη τῶν ἀδελφῶν: “Ἐλᾶτε να προσευχηθεῖτε για μένα”. Ἐκείνοι τότε τοῦ εἶπαν: “Δεν μποροῦμε, ἐπειδή ἒχουμε ἐντολή ἀπό τον πατέρα μας, να μη προσευχόμαστε μεκανένα πού εἶναι μαζί με τους Ἀρειανούς” διότι ἒβλεπαν ἓναν ἀρειανό ἐπίσκοπομαζίτου».(Β.Ε.Π.Ε.Σ. τόμος 40,σελ. 185)

Ὁ Ἃγιος Ἀθανάσιος ὁ Μέγας, ὁ «Στῦλος γεγονώς Ὀρθοδοξίας», θεωρεῖ προβληματική ὁποιαδήποτε Σύνοδο δέν συντελεῖ στήν ἐπίλυση εἴτε κάποιου ἐπείγοντος λειτουργικοῦ θέματος, εἴτε στήν καταδίκη κάποιας αἱρέσεως, καί προσθέτει: «Οἱ σύνοδοι ὅμως πού τώρα ὑποκινοῦνται ἀπό αὐτούς ποιά εὔλογη αἰτία ἔχουν; Ἄν μέν ἔχει προκύψει κάποια ἄλλη νεότερη αἵρεση [...] νά ποῦν ποιές εἶναι οἱ ἐπινοήσεις στήν ὁρολογία καί ποιοί οἱ εἰσαγωγεῖς της». (PG 26, 689a)

[Ἡ Σύνοδος τοῦ Κολυμπαρίου δέν εἶχε οὔτε τήν ἀγάπη οὔτε τήν φώτιση γιά νά ἐπιλύσει τό παλαιοημερολογιτικό πρόβλημα· καί δέν καταδίκασε τίς αἱρέσεις τοῦ παπισμοῦ καί τοῦ προτεσταντισμοῦ ἤ πολύ περισσότερο τοῦ οἰκουμενισμοῦ, ὁ ὁποῖος τίς περιλαμβάνει καί τίς ἀθωώνει ὅλες· δέν ἐπικύρωσε π.χ. οὔτε δέχθηκε ὡς 8η καί 9η Οἰκουμενική τίς σχετικές προηγηθεῖσες Συνόδους τοῦ 879-880 καί τῶν μέσων τοῦ 14ου αἰ. (Ἡσυχαστικές). Ταιριάζει σχετικῶς τό τοῦ Μ. Ἀθανασίου: «Αὐτοί πού ἀπαξιώνουν τήν Σύνοδο πού ἔγινε ἐναντίον της [τῆς αἱρέσεως], δηλαδή ἐκείνην τῆς Νικαίας, τί ἄλλο θέλουν ἀπό τό νά ἐπικρατήσουν τά φρονήματα τοῦ [αἱρετικοῦ] Ἀρείου; Γιά ποιό ἄλλο πρᾶγμα εἶναι ἄξιοι λοιπόν παρά νά καλοῦνται Ἀρειανοί καί νά ἔχουν τό ἴδιο ἐπιτίμιο μέ ἐκείνους;» (PG 26,1032a).Ἑπομένως καί στήν ἐποχή τοῦ Μεγάλου Ἀθανασίου, ὅπως καί σήμερα, «οἱ αἱρετικοί δέν ἐπιδίωκαν τήν καταδίκη τῆς Ὀρθοδόξου Α΄ (Οἰκουμενικῆς) Συνόδου τῆς Νικαίας, ἀλλά τήν σιωπηλή προσπέραση-ἀντικατάστασή της καί τοῦ Συμβόλου της ἀπό ἄλλη αἱρετική σύνοδο καί ἀπό διφορούμενο Σύμβολο Πίστεως». (Μ. Ἀθανάσιος PG 25,549a-c & 26,808d). [Καί ἐδῶ ἀντιστοίχως, ἡ Σύνοδος τοῦ Κολυμπαρίου ὄχι μόνον ἀπέφυγε ἐπιμελῶς νά καταδικάση τίς πρόσφατες αἱρέσεις, ἀλλά ἐπιπλέον τίς ὀνόμασε «ἐκκλησίες» καί ἔτσι διαρρήδην ἀποδεικνύεται ἐξ ἴσου αἱρετική!].

 

Ὁ Ἃγιος Κύριλλος Ἱεροσολύμων (Δ'αἰών): « Ὁ τρόπος τῆς εὐσέβειας, ἀπό τούτα τα δύο ἀπαρτίζεται, ἀπό δόγματα εὐσεβή καὶ ἀπό πράξεις ἀγαθές. Καὶ οὔτε τὰ δόγματα χωρὶς τα ἀγαθά ἔργα εἶναι  εὐπρόδεκτα στον Θεό, οὔτε τὰ τελούμενα ἒργα γίνονται ἀποδεκτά ἀπό τον Θεό ἐάν δεν ἀκολουθοῦνται ἀπό εὐσεβή δόγματα» (Ἄγ.Κυρίλλου Ἱεροσολύμων, Κατηχήσεις, 4,2. PG 33,456).

 

Ὁ Ἃγιος Γρηγόριος Νύσσης (Δ'αἰών): «Ἀπό την αἳρεση ἀποσχιζόμενοι (ἀποτειχιζόμενοι), ραβόμαστε (ἑνωνόμαστε) για πάντα πάνω στο ὓφασμα τῆς εὑσεβοῦς πίστης, βλέποντας πιά τότε ἀκέραιο τόν χιτώνα τῆς Ἐκκλησίας, ὅταν ἀποσπαστεῖ ἀπό τή σχέση μέ τήν αἵρεση... (Ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης ΕΠΕ 6, 485) και (P.G. 44, 725)

Καί:«Ἡ αἳρεση εἶναι τὸ ἔσχατο πτῶμα τῆς ψυχῆς»(Ἁγ.Γρηγορίου Νύσσης, Ρ.G. 44,504),

Καί:«ἐάν ξεφύγουμε ἔστω καί λίγο ἀπό τήν ἀλήθεια, ἔρχεται σάν συνέπεια ἡ ἀσέβεια». (Ἁγίου Γρηγορίου Νύσσης, Ρ.G. 44,1249).[σ.ἂ.σ. Καί αὐτό ἀκριβῶς συμβαίνει σήμερα, καί μάλιστα σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό. Γιατί, ἄν ἡ λίγη παρατροπή (ἐκτροπή) ἀπό τήν ἀλήθεια δίνει τήν εὐκαιρία νά ἐκδηλωθῆ ἡ ἀσέβεια, πόση ἀσέβεια, πόση παραφροσύνη, πόση θεομαχία φέρνει ἡ παντελής ἀθέτηση τῆς ἀλήθείας;Γιά τοῦτο ἂς προσέξουμε, γιατί οἱ καιροί εἶναι δύσκολοι. Καί ἂς μελετοῦμε τόν λόγο τοῦ Θεοῦ γιά νά γνωρίζουμε τήν ἀλήθεια. Καί ἡ γνώση τῆς ἀλήθειας θά μᾶς κρατήσει ἐλεύθερους ἀπό τό κακό, προσηλωμένους στό ἀγαθό(Ἰω Η’31-36)]. 

Ὁ Ὃσιος Ὑπάτιος Δ' αἰώνας): «Ἀφοῦ πληροφορήθηκε ὁ Ὑπάτιος, ὅτι ὁ Νεστόριος ἒπεσε σε αἳρεση, ἀμέσως ἒβγαλε ἀπό τα δίπτυχα τῆς Ἁγίας Προθέσεως τοῦ Ἀποστολείου (τοῦ ναοῦ) το ὄνομά του, για να μη ἀναφέρεται κατά την προσκομιδή. Ὃταν ἒμαθε αὐτό ὁ εὐλαβέστατος Εὐλάλιος, καταλαβαίνοντας ποῦ μποροῦσε να ὀδηγηθεῖ αὐτή ἡ κατάσταση, ἐπειδή την πόλη την κυβερνοῦσε ὁ  Νεστόριος, λέγει στον Ὑπάτιο: Γιατί ἒβγαλες το ὄνομάτου, ἀφοῦ δεν γνωρίζεις ἀκόμα το ἀποτέλεσμα;(προφανῶς τῆς Γ’Οἰκουμενικῆς Συνόδου που τον ἒκρινε και τελικῶς τον καταδίκασε). Ὁ δε Ὑπάτιος εἶπε:Ἐγώ ἀφ’ὃτου γνώρισα ὃτι μιλάει αἱρετικά κατά τοῦ Κυρίου μου, δεν  κοινωνῶ με αὐτόν, οὔτε ἀναφέρω το ὄνομά του. Γιατί ἐκεῖνος δεν εἶναι ἐπίσκοπος. Τότε λέγει ὁ ἐπίσκοπος με ὀργῆ: “πήγαινε, διόρθωσε αὐτό που ἒκανες, εἰδ’ἂλλως θα κάνω κάτι ἐναντίον σου”.Ὁ δε Ὑπάτιος ἀπεκρίθη: ὅ,τι  θέλεις κάνε ἐναντίον μου, γιατί ἐγώ ὑπολογίζοντας ὃτι θα πάθω τα πάντα, ἒκανα αὐτά που ἒκανα…»  (Αcta Sanctorum, Nov./B, page 267) [σ.σ.Ἐδῶ (και σε ἂλλα ἀποφθέγματα ἁγίων Πατέρων - ὑπάρχει συμφωνία Ἁγίων), ἀλλά και στον Κανόνα τῆς Ἀποτειχίσεως, τον 15ο τῆς Α’και Β’ Συνόδου,   ἀνατρέπεται ἡ κακοδοξία ὃσων λένε ὃτι τα Ἃγια Μυστήρια εἶναι ἂκυρα ἂνευ τῆς μνημονεύσεως τοῦ οἰκείου ἢ ἂλλου ἐπισκόπου. Ἐδῶ, ὁ Ἃγιος, Λειτουργοῦσε χωρίς να μνημονεύει τον οἰκεῖο του ἐπίσκοπο Κων/πόλεως Νεστόριο, που δεν εἶχε ἀκόμα κριθεῖ ἀπό Σύνοδο, και δεν  ἀναφέρεται πουθενά ὃτι ὁ Ὃσιος μνημόνευε κάποιον ἂλλο ἐπίσκοπο (πρᾶγμα που ἂν συνέβαινε, θα ἒπρεπε στον παραπάνω διάλογο να εἶχε ὁπωσδήποτε ἀναφερθεῖ.Ἐπίσης γνωρίζουμε ὃτι οἱ ἐπτά (7) ἱερές Μονές τοῦ Ἁγίου Ὂρους και ὁ Ἱερέας που Λειτουργοῦσε τότε στο κελί τοῦ Ἁγιασμένου Γέροντα Παϊσίου τοῦ Ἁγιορείτου,  που εἶχαν ἀποτειχισθεῖ ἀπό τον μεγάλο οἰκουμενιστή και μασόνο “Πατριάρχη” Kων/πόλεως Ἀθηναγόρα, τελοῦσαν την Θεία Λειτουργία και τα ἂλλα Μυστήρια, χωρίς να μνημονεύουν κανένα ὄνομα ἐπισκόπου. Μήπως και αὐτῶν τα Μυστήρια ἦσαν ἂκυρα, ἐπειδή δεν μνημονευόταν ὁ παναιρεσιάρχης και μασόνος ἀρνητής και ἐχθρός  τοῦ Χριστοῦ Ἀθηναγόρας;]

Ὁ Ὃσιος Μάρκος ὁ Ἀσκητής (Δ’αἰώνας) (μιλεῖ για την ἄγνοια):«ἡ ἀμέλειά μας νὰ γνωρίσουμε τὶς δωρεὲς τοῦ Θεοῦ μᾶς ἔφερε σὲ ραθυμία, καὶ αὐτὴ μᾶς παρέδωσε στὴ λησμοσύνη, ἀπὸ τὴν ὁποία κυριάρχησε πάνω μας ἡ ἄγνοια»( *) βλ.ἑπόμενο.

Καί: «ἀπ’ὅλα τὰ κακά, πρώτη εἶναι ἡ ἄγνοια, δεύτερη ἡ ἀπιστία». (Ἁγ.Μάρκου τοῦ Ἀσκητοῦ-226 κεφ. «Περὶ αὐτῶν ποὺ νομίζουν ὅτι δικαιώνονται ἀπὸ τὰ ἔργα τους»).[Δηλαδή ἡ ἄγνοια δεν ἀθωώνει οὔτε χαριτώνει καὶ ἁγιάζει τὸν ἄνθρωπο, ὅπως ἐντελῶς ἀθεολόγητα καὶ ἀδογμάτιστα, διδάσκουν μερικοί, ἀλλὰ ἀντίθετα χωρίζει τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ αὐτὴ εἶναι ποὺ εὐθύνεται γιὰ τὴν αἵρεση καὶ τὴν πλάνη, ἀφοῦ ἡ ἄγνοια εἶναι ἕνα ἀπὸ τὰ βασικὰ ἐργαλεῖα τοῦ διαβόλου]. (βλέπε και ἰστοσελίδα:https://maxomaiyperpistews.blogspot.com/2020/10/normal-0-false-false-false-el-x-none-x.html

Ὁ Ὃσιος Ἐφραίμ ὁ Σῦρος (περί το 305-373): : : «Καύχημα καί ἔπαινος καί σωτηρία τῶν Χριστιανῶν εἶναι ἡ ὁμολογία τῆς ὀρθῆς πίστης, καί τό νά μή συμφωνεῖ κανεῖς καί νά μή γίνεται φίλος μʹ αὐτούς πού φρονοῦν τά ἀντίθετα, ἀλλά νά τηρεῖ τήν ἐντολή καί τήν παρακαταθήκη ᾄσπιλη, ἄψογη καί ἀνόθευτη ἀπό κάθε αἵρεση, ὥς τήν παρουσία τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ».

Καί: (Εἶναι φοβερός ὁ λόγος τοῦ Ὁσίου Ἐφραίμ περί τῆς Δευτέρας Παρουσίας τοῦ Κυρίου): “Ἀλίμονο σε ὃσους μολύνουν την Πίστη με αἱρέσεις και συγκαταβαίνουν στους αἱρετικούς. Εἲτε αὐτοί εἶναι λαϊκοί, ἢ πολύ περισσότερο κληρικοί”. (Ἁγ.Ἐφραὶμ τοῦ Σύρου, Λόγος Εἰς τὴν δευτέραν παρουσίαν τοῦ Χριστοῦ).

Καί: «Λοιπόν δεν πρέπει (τους αἱρετικούς) να τους ἀγαπᾶμε, οὒτε να συναναστρεφόμαστε μαζί τους, οὒτε να συμπροσευχόμαστε, οὒτε να συντρώγουμε, οὒτε να τους φιλοξενοῦμε σε σπίτι, οὒδὲ να τους χαιρετᾶμε». (Ἃγιος Ἐφραίμ ὁ Σῦρος)

Ἐπιστολή διαμαρτυρίας τῶν Ἁγ.Πατέρων Σάββα κ' Θεοδοσίου (Δ’ κ' Ε' αἰώνες): «Ὅταν γιὰ ζητήματα πίστεως ἔχουμε νὰ διαλέξουμε τὴν ζωὴ ἢ τὸν θάνατο, ὁ θάνατος εἶναι γιὰ μᾶς προτιμότερος. Πράγματι, δὲν θὰ γίνουμε καθόλου καὶ μὲ κανένα τρόπο ἢ λόγο συγκοινωνοὶ μὲ τοὺς ἐχθρούς της Ἐκκλησίας τοῦ Θεοῦ καὶ μὲ τὰ μάταια ἀναθέματα ποὺ ἐξαπολύουν, ἐφόσον μὲ τὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ κατέχουμε τὴν Ἀποστολικοὶ πίστη «ἐν ἡ ἐστήκαμεν καὶ καυχώμεθα ἐπ’ ἐλπίδι τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ»(Ρωμ. ε’, 2).Ὅλοι οἱ κάτοικοι τῆς ἁγίας γῆς, μὲ τὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ, ἔχουμε ἕνα φρόνημα καὶ μία πίστη, καὶ δεχτήκαμε πρόθυμα τέσσερις Ἃγιες Συνόδους τιμημένες μὲ τὴν εὐαγγελικὴ σφραγίδα, ὁμόδοξες, μὲ ἕνα πνεῦμα καὶ φρόνημα……Γι’ αὐτὸ κανεὶς δὲν θὰ μπορέσει μὲ ὁποιονδήποτε τρόπο νὰ μᾶς ἑνώσει μὲ ὅσους δὲν ἔχουν τὰ ἴδια φρονήματα μέ μᾶς καὶ δὲν πειθαρχοῦν στὶς ἅγιες αὐτὲς Συνόδους, ἔστω καὶ ἂν μᾶς περιμένουν μύριοι θάνατοι….Βεβαιώνουμε τὴν ἐξουσία σου ἐνώπιόν τοῦ Θεοῦ καὶ τῶν ἐκλεκτῶν ἀγγέλων, ὅτι δὲν ἀποδεχόμαστε μὲ κανένα τρόπο ἢ λόγο τὴν ἕνωση μὲ τοὺς ἀποσχιστὲς ποὺ ἀναφέραμε, πρὶν κριθοῦν νόμιμα καὶ κανονικά. Οὔτε βέβαια ἤμαστε σύμφωνοι μὲ καμία καινοτομία στὴν πίστη, ποὺ θὰ πραγματοποιηθεῖ γιὰ ὁποιονδήποτε λόγο, οὔτε θὰ ἀποδεχτοῦμε ὡς νόμιμη τὴν χειροτονία κάποιουἀπὸ τοὺς Ἀκέφαλους, ὁποτεδήποτε καὶ ἂν μᾶς ἐπιβληθεῖ». (Κυρίλλου Σκυθοπολίτου, Βίος τοῦ ὁσίου Σάββα, κεφ.νζ’)

Ὁ Ὃσιος Μαρκιανός (Ε’ αἰώνας): Μέγας Μαρκιανός προσπάθησε ἀρκετές φορές χρησιμοποιώντας πολλά ἐπιχειρήματα να ἐπαναφέρει στη συμφωνία τῆς Ἐκκλησίας τον γέροντα Ἀβραάμη (διότι ἒτσι τον ὀνόμαζαν οἱ ντόπιοι). Ἐπειδή ὃμως τον ἒβλεπε να ἀπειθεῖ, διέκοψε φανερά πλέον την ἐκκλησιαστική κοινωνία μαζί του.Τελικά ἀφοῦ πέρασε καιρός, ὁ θεσπέσιος ἐκεῖνος ἂνδρας ἀπέβαλε την ἀξιόμεμπτη συνήθεια και ἀσπάσθηκε την συμφωνία τῆς θείας ἑορτῆς(Φιλόθεος Ἱστορία, P.G. 82, 1336B-D). 

Ὁ Ἃγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας (Ε'αἰών) : Νεστόριος φρονοῦσε τα τοῦ Ἀρείου και οἱ πιστοί «δέν ἤθελαν να ἔχουν ἐκκλησιαστική κοινωνία μαζί του, ἐφόσον ἔχει τέτοια φρονήματα. Ἔτσι ἀκόμη και τώρα ὁ λαός τῆς Κωνσταντινουπόλεως δεν πηγαίνει στις ἐκκλησίες του, ἐκτός ἀπό ὀλίγους ἀνόητους και κόλακές του. Σχεδόν ὅλα τά μοναστήρια και οἱ ἀρχιμανδρῖται τους και πολλοί συγκλητικοί δεν κοινωνοῦν μαζί του, ἐπειδή φοβοῦνται μήπως ἀδικηθοῦν (μολυνθοῦν) ἀπό την πίστι του». (Ἁγίου Κυρίλλου Ἀλεξανδρείας, ἐπιστολή ια’. P.G. 77,81BC )

Καί: «Ἆρα γε ὑπάρχει τίποτε ἂλλο ἀσεβέστερο ἀπό αὐτούς; ὑπάρχει κάτι ἀθλιώτερο ἀπό αὐτούς; Ἐγὼ σοῦ διηγοῦμαι τὴν πλάνη, για να τους μισήσῃς περισσότερο. ἀπόφευγε λοιπόν τὴν ἀσέβεια, οὒτε χαίρετε να μην λές σ’αὐτούς,γιά να μὴ συγκοινωνήσειςστα  ἔργα τά ἂκαρπα τοῦ σκότους· καὶ οὒτε να χρονοτριβήσεις (με λόγους προς αὐτούς), ἀλλά οὒτε κἂν σε διάλογο να θελήσεις να ἒρθεις με αὐτούς. Καὶ να μισήσεις μὲν ὃλους τους αἱρετικοὺς, μα ἐξαιρετικά τὸν ἐπώνυμο τῆς μανίας (τον Μάνεντα),….. Ἀλλά ὂχι ἐπειδή ἦταν πρὸσφατος,γιὰ τοῦτο να τον μισήσεις· ἀλλὰ γιὰ τὰ ἀσεβῆ δόγματα να μισεῖς τὸν ἐργάτη τῆς κακίας, τὸ δοχεῖο κάθε ἀκαθαρσίας, τὸν βόρβορο που ὑποδέχεται κάθε αἳρεση. Διότι προσπαθῶντας να γίνει ἐξαιρετικός στα κακά, ἀφοῦ μεταχειρίστηκε τα πάντα, καὶ ἀφοῦ συνέστησε μία αἵρεση γεμάτη ἀπό βλασφημίες καὶ κάθε παρανομία, λυμαίνεται τὴν ἐκκλησία (μᾶλλον δὲ τοὺς ἐκτὸς τῆς ἐκκλησίας), περπατῶντας σαν λεοντάρι και καταπίνοντας. Να μην δίνεις σημασία στην χρηστολογία τους, οὒτε στην νομιζομένη ταπεινοφροσύνη τους· γιατί εἶναι φίδια, γεννήματα ἐχιδνῶν. Καὶ ὁ Ἰούδας ἔλεγε, Χαῖρε Διδάσκαλε, καὶ συγχρόνως Τον πρόδιδε. Να μην προσέχεις στους ἀσπασμούς (στην ἀγαπολογία τους), ἀλλά φυλάξου ἀπό το δηλητήριο (τῆς αἱρέσεως). Αὐτός πού συγκοινωνεῖ μαζί τους, ἂς δεῖ με ποιούς συντάσσει τον ἑαυτὸ του».  (Ἃγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας 6.20-21)

[σ.σ. Σε τι  διαφέρει ὁ παναιρετικός οἰκουμενιστής Βαρθολομαῖος και οἱ σύν αὐτῶ, ἀπό τον ἐπώνυμο τῆς μανίας; μόνο στο ὃτι ὁ Μάνης δεν χαρακτηρίστηκε ὁ μεγαλύτερος αἱρετικός ὃλων τῶν ἐποχῶν ὃπως ὁ Βαρθολομαῖος, ὁ ὁποῖος και βεβαίως εἶναι. Ἂλλωστε τον οἰκουμενισμό που διδάσκει ὁ Βαρθολομαῖος και οἱ ὁμόφρονές του, τον χαρακτήρισε ὡς παναίρεση ὁ Ὃσιος Ἰουστίνος Πόποβιτς. Ἐπίσης στο παραπάνω κείμενο ὁ Ἃγιος κατατάσσει τους λαϊκούς που κοινωνοῦσαν με τον Νεστόριο, στην τάξη τῶν  αἱρετικῶν και αὐτούς και ὡς ἐκ τούτου, ἐκτός τῆς Ἐκκλησίας].

Καί: «Με ὃλους ὃσους ἒχουν χωριστεῖ (ἀποτειχιστεῖ) ἀπό σένα, ἐξ αἰτίας τῆς πίστεως, ἤ ἒχουν καθαιρεθεῖ, λαϊκοί καί κληρικοί, ἒχουμε ὃλοι κοινωνία μαζί τους. Διότι δεν εἶναι δίκαιο τους ὀρθοφρονοῦντες, ἀφοῦ τους κρίνατε, να τους ἀδικεῖτε με την ψήφο σας (να τους καταδικάζετε σε καθαίρεση ἢ ἀφορισμό ἢ ἀνάθεμα), διότι αὐτοί που σοῦ συμπαραστέκονται (οἱ ἐπίσκοποι που φρονοῦν τα ἲδια με σένα, και ψηφίζουν σε σύνοδο κατά τῶν ὀρθοδόξων), αὐτοί ἒχουν ἢδη ἐκφράσει την ἀντίθεσή τους κατά τῶν ὀρθοδόξων (εἶναι προκατειλλημένοι)».(Ἃγιος Κύριλλος Ἀλεξάνδρείας πρός τόν αἱρεσιάρχη Νεστόριο Πατριάρχη Κων/πόλεως P.G. 77, 108A).

Ὁ Ἃγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας: «….Χωρίς καμμία βρωμιά πνευματική καὶ χωρίς κανέναν μολυσμό (ἀπό την αἳρεση), να διατηρεῖτε τους ἑαυτοὺς σας, και οὒτε να κοινωνεῖτε με αὐτόν που προανέφερα (τον αἱρετικό Νεστόριο), ἀλλά  οὒτε και να προσέχετε (στους λόγους του) σαν διδασκάλου, ἐφ’ὃσον παραμένει λύκος ἀντὶ για ποιμένας….Με τους κληρικούς δε, και με τους λαϊκούς που χωρίστηκαν (ἀποτειχίστηκαν) ἢ καθαιρέθηκαν ἀπ’αὐτόν γιὰ τὴν ὀρθὴ πίστη, ἐμεῖς κοινωνοῦμε με αὐτούς, και δεν ἐπικυρώνουμε την ἂδικη ἀπόφασή του (να τους καθαιρέσει), ἀλλά ἀντίθετα, τους ἐπαινοῦμε αὐτούς που ἒπαθαν αὐτό (δηλ.την καθαίρεση) και τους λέμε το ἐξῆς: ἐάν ὀνειδίζεσθε γιά τον Κύριο, εἶσθε μακάριοι, γιατί ἡ δύναμη καὶ τὸ πνεῦμα τοῦ Θεοῦ σε σᾶς ἒχει ἀναπαυθεῖ….»  (MANSI IV, 1096)

Ὁ Ὃσιος Αὐξέντιος (Ε’αἰώνας): «...Ἀργότερα, ὅταν πάλι ὁ βασιλεύς ἔστειλε ἀνθρώπους και τοῦ ἔφεραν τον Ὅσιο, τον ρωτοῦσε ἄν συμφωνεἶ με την «ἁγία Σύνοδο» και κοινωνεῖ με την «ἐκκλησία». Ὁ δε μακάριος εἶπε: «Πῶς μπορῶ να κοινωνήσω, ἐάν δεν ὁμολογῆται ἀπό τη Σύνοδο, ὅτι ἡ Ἀειπάρθενος εἶναι πράγματι Θεοτόκος;» Τότε εἶπε ὁ βασιλεύς: «Ἐάν λοιπόν ἐξετάσης τα ὅσα ἡ Σύνοδος ἐπικύρωσε και ἐνέκρινε με καλό τρόπο για να ἀνατρέψη τις ὑπόλοιπες αἱρέσεις, θα συμφωνήσης και ἐσύ;» Τότε ἀπήντησε ὁ μακάριος: «Ἐάν ἡ Σύνοδος δεν ἐπιχείρησε να πράξη κάτι πού να ἀνατρέπει το Σύμβολο τῶν τριακοσίων δεκαοκτώ Πατέρων τῆς Συνόδου τῆς Νικαίας, ἀλλά ἀνεκήρυξε με τέλειο τρόπο την Οἰκονομία τοῦ Σωτῆρος μας Χριστοῦ και δεν ἀφαίρεσε το ὄνομα Θεοτόκος ἀπό την Παρθένο Μαρία, τότε κοινωνῶ ἀμέσως και συμφωνῶ μαζί της, εὐχαριστῶντας τον Θεό και την εὐσέβειά σου». (Ὁσίου Συμεών τοῦ Μεταφραστοῦ, P.G. 114, 1405D-1409B)

Ἀρχιμανδρίτου Βασιλείου και Μοναχῶν (5ος αἱώνας): Ἐπιστολή πρός τον αὐτοκράτορα Θεοδόσιο και Οὐαλεντινιανό: «Ἀλλά και τώρα ὁρισμένοι εὐλαβέστατοι ἱερεῖς  ἤλεγξαν πολλές φορές κατά την διάρκεια τῆς ἁγίας Συνόδου τον Νεστόριο προσωπικά για την ἀπείθειά του προς την ὀρθή πίστι. (Αὐτός κατέλαβε τον θρόνο τῆς ἐπισκοπῆς τῆς Κωνσταντινουπόλεως – ἄν πρέπει κἄν να λέγεται ἐπίσκοπος). Δεν λέγει δηλαδή, ὅτι ἡ ἁγία, Παρθένος Μαρία εἴναι Θεοτόκος και ὅτι ὁ Χριστός εἴναι κατά φύσι ἀληθινός Θεός. Ὅλοι αὐτοί οἱ ἱερεῖς σταμάτησαν και συνεχίζουν ἕως τώρα να μη ἔχουν ἐκκλησιαστική κοινωνία με τον Νεστόριο. Για τον ἴδιο λόγο και μερικοί ἄλλοι ἀποφεύγουν κρυφά την ἐκκλησιαστική κοινωνία μαζί του…..Ὁ Ὀρθόδοξος λαός λοιπόν ζητοῦσε την συνηθισμένη  Ὀρθόδοξο διδασκαλία και φώναζε δυνατά λέγοντας: Βασιλέα ἔχουμε, ἐπίσκοπο δεν ἔχουμε».    (P.G. 91, 1472A-1480A)

Ὁ Ὃσιος Ἰωάννης ὁ Σιναϊτης - τῆς Κλίμακος (ΣΤ’αἰών): «Ὡς ξένους καὶ ἐχθρούς τοῦ Θεοῦ, θὰ ἐννοήσουμε ὅσους εἶναι ἀβάπτιστοι ἢ δὲν ἔχουν ὀρθὴ πίστη» (Ὁσ.Ἰωάννη Σιναΐτη, περὶ ἀποταγῆς β΄).

Ἀπό την χρονογραφία τοῦ Ὁσίου Θεοφάνους (ΣΤ’αἰών): «Ὅταν ὁ Τιμόθεος (511-518), ποὺ ἦταν διάδοχος τοῦ ἱεροῦ Μακεδονίου, προσπάθησε νὰ γράψει στὰ δίπτυχα το ὄνομα τοῦ (αἱρετικοῦ) Σεβήρου, ὁ λαὸς ἀντέδρασε καὶ τὸν ἐμπόδισε. Συγκεκριμένα «Ἐπειδή ὃλοι οἱ Ὀρθόδοξοι ἀπέφυγαν την ἐπικοινωνία με τον (αἱρετικό) Σεβῆρο, και περισσότερο οἱ μοναχοί, τους ὁποίους τιμωρώντας πολλοὺς ἐφόνευσε (ὁ Σεβῆρος), χρησιμοποιώντας πλήθος ἀγροίκων».  (Θεοφάνους Χρονογραφία, ἔτος 6005, P.G. 108, 369B)

Ὁ Ἃγιος Ἱερομάρτυς Ἀναστάσιος Ἀντιοχείας (ΣΤ’αἰών †599μ.Χ.: Ἅγιος προτρέπει τοὺς αἱρετικοὺς:“νὰ ἐγκαταλείψουν τὴν αἵρεση καὶ νὰ προσέλθουν στὴν καθολικὴ (Ὁρθόδοξη) Ἐκκλησία, διαφορετικὰ δὲν ὠφελοῦνται ἀπὸ τὰ «καλά τους ἔργα»”(Ἁγ.Ἀναστασίου Ἀντιοχείας,Ὁδηγός, κεφ. α΄,P.G.89,48 c.),

Ὁ Ὃσιος Ἀναστάσιος ὁ Σιναΐτης (6ος αἰών -609) διδάσκει: «Ὃτι δεν πρέπει να κοινωνεῖ κανείς με κάθε ἓναν που εὑρίσκεται ἐκτός τῆς Καθολικῆς (Ὀρθοδόξου) Ἐκκλησίας, ὁ θεῖος Ἀπόστολος μᾶς διδάσκει λέγοντας: “Ἓνας Κύριος, δηλαδή ὁ ἀληθής Κύριος, μία πίστη, δηλαδή ἡ εὐσεβής”. Γιατί οἱ ὐπόλοιπες δεν εἶναι πίστεις, ἀλλά θνήξεις. Δηλαδή, ὅπως τό νά ἐγκαταλείψει ὁ σύζυγος τήν γυναῖκα του καί νά προσκολληθεῖ σέ ἄλλη, αὐτό δέν εἶναι γάμος, ἀλλά πορνεία. Πολύ περισσότερο θα πρέπει να φυλάξουμε την σωφροσύνη μας, και να μην χωριστοῦμε ἀπό την ἁγία ἀμίαντη σύζυγο,  την Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ».(ἈναστασίουΣιναϊτου,‘Ερώτησις ριγ.PG 89,765). [Ἒτσι ἀκριβῶς συμβαίνει καί μέ τούς χριστιανούς ἐκείνους πού ἐγκαταλείπουν τήν ἀμίαντη Νύμφη, χωρίζονται δηλαδή ἀπό τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ καί ἑνώνονται μέ ἄλλη «σύζυγο», δηλαδή ἐπικοινωνοῦν μέ τό σχίσμα καί τήν αἵρεση. Ἀγαπητοί ἀδελφοί. Ἀς προσέξωμεν τά παραπάνω λόγια τοῦ Ἁγίου ‘Αναστασίου τοῦ Σιναϊτου.Εἶναι πολύ ἐπίκαιρα γιά τούς χριστιανούς ὅλων τῶν ἐποχῶν, προπάντων γιά τούς σημερινούς χριστιανούς, οἱ ὁποῖοι δέν ἔχουν ὑγειές Ὀρθόδοξο ἐκκλησιολογικό φρόνημα, καί δέν διακρίνουν μεταξύ Ὀρθοδοξίας καί κακοδοξίας. μεταξύ ἀληθείας καί ψεύδους, μεταξύ φωτός καί σκότους. Καί τοῦτο γιατί ἐάν θέλουν νά εἶναι γνήσια μέλη τῆς Καθολικῆς τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας, δέν μποροῦν νά εἶναι παραλλήλως καί μέλη τῶν αἱρετικῶν καί σχισματικῶν παρασυναγωγῶν, διότι οἱ αἱρετικές ἤ σχισματικές παρασυναγωγές εὑρίσκονται ἐκτός τῆς Ἐκκλησίας. Καί ἐκτός τῆς ‘Εκκλησίας δέν ὑπάρχει σωτηρία.Εἶναι φοβερό τοῦτο καί ἀποτέλεσμα τῆς ἐκκλησιολογικῆς συγχύσεως τῶν ἡμερῶν μας, καί τῆς ἐπιρροῆς τοῦ οἰκουμενιστικοῦ πνεύματος. Εἶναι καί λυπηρό, διότι εἶναι τόσον ἁπλά τά πράγματα καί αὐτοί δέν θέλουν νά τό κατανοήσουν. Προτιμοῦν τό σκοτάδι, παρά τό φῶς. Προτιμοῦν τό οἰκουμενιστικό ψεῦδος, παρά τήν ἀλήθεια τῆς Ὀρθοδοξίας. Δηλαδή οἱ ἄνθρωποι αὐτοί ποτέ δέν κατενόησαν τί σημαίνει Ὀρθοδοξία καί τί σημαίνει κακοδοξία. Ποτέ δέν κατενόησαν, ὅτι ἡ μόνη Κιβωτός σωτηρίας εἶναι ἡ Μία, Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική (Ὀρθόδοξη) Ἐκκλησία, που εὑρίσκεται ἐκεῖ ὃπου ὁμολογεῖται ἡ ἀλήθεια τῆς πίστεως].

Καί: «Ἒχουμε διδαχθεῖ νά μἠ δίνουμε σημασία στά θαύματα, ὃταν αὐτός πού τά ἐνεργεί, διδάσκει ἀντίθετα πρός τήν εὐσέβεια».  (Ἃγιος Ἀναστάσιος ὁ Σιναϊτης)

Ὁ Ἃγιος Μάξιμος ὁ Ὀμολογητής (580-662 μ.Χ.):  ὃταν πιεζόταν να κοινωνήσει με τον μονοθελήτη  «Πατριάρχη» Κων/πόλεως, ὑπό την προϋπόθεση (αὐτός ὁ αἱρετικός) να ὑπογράψει Ὀρθόδοξη ὀμολογία πίστεως, ἀπάντησε ὃτι, “οὖτε τότε θα «κοινωνοῦσε» μαζί του, γιατί αὐτός στα δίπτυχα,  μνημονεύει τους αἱρετικούς,  προκατόχους του «Πατριάρχες»”. Γι’ αὐτό ὁ Ἃγιος εἶπε: “ἐπειδή με ἑκείνους κοινωνεῖτε, ἂν και ὀρθόδοξοι να γίνετε, δεν κοινωνῶ μαζί σας, ἐπειδή κοινωνεῖτε με τους ἀκοινώνητους”. (*) βλέπε ἑπόμενο. 

Καί: Ἐλέγχει ὁ Ἃγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής ὃσους κακόδοξα λέγουν, ὃτι ἐμεῖς δεν λέμε οὒτε το ἓνα, οὒτε το ἂλλο, δηλαδή οὒτε ὃτι οἱ παναιρετικοί οἰκουμενιστές και ὃσοι τους μνημονεύουν, τελοῦν ἒγκυρα Μυστήρια, οὒτε ὃτι δεν τελοῦν, με διάφορες προφάσεις, εἲτε γιατί βρίσκονται σε σύγχυση και σε ἀβεβαιότητα, που σημαίνει ἀπιστία στις Ἃγιες Γραφές, ἀφοῦ οἱ Ἃγιοι Ἀπόστολοι ὁμιλοῦν ξεκάθαρα, με τρεῖς (3) μάλιστα Κανόνες στο Ἰ.Πηδάλιο γι’αὐτό το θέμα, (46ος, 47ος και 68ος Κανόνας ) εἴτε γιατί θέλουν να τα ἒχουν καλά με ὃλους (δηλ.και με τους ὀρθοδόξους και με τους κακοδόξους, ὃπως μερικοί ἀπό αὐτούς εὐθαρσῶς ὁμολογοῦν), εἴτε για να ἀποφύγουν τις διώξεις και τις ἐπιπτώσεις που ἡ ὁμολογία τῆς ἀλήθειας ἒχει σαν συνέπεια.

Εἶναι ἡ ἀνάλογη περίπτωση τῆς ἐποχῆς τοῦ Ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ ὃταν ἐπικρατοῦσε ἡ αἳρεση τοῦ μονοθελητισμοῦ, και ἡ διαταγή τοῦ Αὐτοκράτωρα (ὁ λεγόμενος “Τύπος”) ἦταν να μην λέγουν οὒτε το ἓνα, οὒτε το ἂλλο. Να μην ὁμιλοῦν δηλ. οὒτε ὑπέρ τοῦ μονοθελητισμοῦ, οὒτε κατά.Ὁ Ἃγιος,καθώς και οἱ δύο μαθητές του Μοναχοί Ἀναστάσιοι, προτίμησαν να πάθουν φυλακίσεις, ἐξορίες, να τούς κόψουν το δεξί τους χέρι και την γλώσσα, παρά να ὑπακούσουν στην διαταγή  τοῦ Αὐτοκράτορα, που ἀναιροῦσε την Ὀρθόδοξη διδασκαλία. «Η ΣΙΩΠΗ ΤΩΝ ΛΟΓΩΝ ΕΙΝΑΙ ΑΝΑΙΡΕΣΗ ΤΩΝ ΛΟΓΩΝ» ἦταν ἡ ἀπάντηση τοῦ Ἁγίου στους ἀπεσταλμένους τοῦ αὐτοκράτορα.(PG. 90, 165)


Ὁ Ἃγιος Μάξιμος ὁ Ὀμολογητής: «Ὁ Θεὸς δὲν περιώρισε στὴν καρδιὰ ὅλη τὴν σωτηρία, ἀλλὰ εἶπε: “Ὁ ὁμολογῶν με ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὁμολογήσω αὐτὸν ἔμπροσθεν τοῦ Πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς”. Καὶ ὁ θεῖος Ἀπόστολος διδάσκει ὡς ἑξῆς: “Καρδία μὲν πιστεύεται εἰς δικαιοσύνην, στόματι δὲ ὁμολογεῖται εἰς σωτηρίαν”. Ἂν λοιπὸν ὁ Θεὸς καὶ οἱ προφῆται καὶ οἱ ἀπόστολοι τοῦ Θεοῦ προτρέπουν νὰ ὁμολογῆται μὲ τοὺς λόγους τῶν Ἁγίων το μυστήριο, τὸ μεγάλο καὶ φρικτὸ καὶ σωτήριο γιὰ ὅλο τὸν κόσμο, δὲν πρέπει νὰ σιωπήση μὲ κανένα τρόπο ἡ φωνὴ ποὺ κηρύττει αὐτό, γιὰ νὰ μὴ κινδυνεύση ἡ σωτηρία τῶν σιωπώντων».

Καί: «Ὅ τῶν ὅλων Θεός, ὅταν ἐμακάρισε τὸν Πέτρο γιὰ τὰ λόγια μὲ τὰ ὁποῖα Τὸν ὁμολόγησε ὀρθά, διεκήρυξε ὅτι Καθολικὴ (Ὀρθόδοξη) Ἐκκλησία εἶναι ἡ ὀρθὴ καὶ σωτήριος ὁμολογία τῆς πρὸς Αὐτὸν πίστεως.…Κάθε ἄνθρωπος ἁγιάζεται μὲ τὴν ἀκριβῆ ὁμολογία πίστεως καὶ ὄχι μὲ τὴν ἀναίρεσή της, ποὺ βρίσκεται στὸν “Τύπο”»(P.G. 90, 161D-165C) [σ.σ. Το ἳδιο συμβαίνει και σήμερα με τον οἰκουμενισμό. Ὃσοι ἒχουν ἀποτειχιστεῖ ἀπό τους παναιρετικούς ἐπισκόπους τους, ἒχουν ἢδη ἀποδεχθεῖ με την ἐνέργειά τους αὐτή, (δηλ. με την ἀποτείχιση) ὃτι ὁ οἰκουμενισμός εἶναι αἳρεση και μάλιστα κατεγνωσμένη (δηλ.καταδικασμένη ἀπό ὃλες τις Οἰκουμενικές Συνόδους και ἀπό την Σύνοδο τῶν Ρώσων τῆς Διασπορᾶς τοῦ 1983 και ἀπό τον Ἃγιο Ἰουστῖνο Πόποβιτς, ὁ ὁποῖος μάλιστα την ἀποκαλεῖ παναίρεση), βάσει τοῦ 15ου Κανόνα τῆς Α’ και Β’  -με Οἰκουμενικό κῦρος- Συνόδου, ἂλλως δεν ἐπιτρέπει ὁ Κανόνας την ἀποτείχιση.

     Ἀφοῦ λοιπόν ἀποτειχίστηκαν ἀπό αἱρετικούς τῶν ὁποίων ἡ αἳρεση εἶναι κατεγνωσμένη, μένει να δοῦμε ἂν οἱ αἱρετικοί γενικά, τελοῦν ἒγκυρα ἢ ὂχι μυστήρια. Στο Ἰερό Πηδάλιο οἱ Ἃγιοι Ἀπόστολοι διδάσκουν με τρεῖς (3) μάλιστα Κανόνες (βλέπε 46ον, 47ον και 68ον Κανόνα), και λύνουν το θέμα αὐτό, χωρίς να ἀφήνουν τον παραμικρό ἐνδοιασμό για το ἀντίθετο. π.χ. 46ος Κανών: «Ὃποιος κληρικός δεχθεῖ το βάπτισμα (μόλυσμα το λέει) τῶν  αἱρετικῶν ἢ την θυσία (την "θ.κοινωνία" των), να καθαιρείται». 47ος Κανών Ἁγίων Ἀποστόλων: (Ἐρμηνεία Ἁγ.Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου - Ἰ.Πηδάλιον ) “….ὃποιος Ἐπίσκοπος ἢ Πρεσβύτερος βαπτίσει δεύτερη φορά ἂνωθεν και ἐξ ἀρχῆς σαν τον τελείως ἀβάπτιστο, ἐκεῖνον που ἐβαπτίσθῃ ἀληθῶς,….αὐτός να καθαιρεῖται….Ὁμοίως και ὃποιος Ἐπίσκοπος ἢ Πρεσβύτερος δεν θέλει να βαπτίσει με το βάπτισμα τῆς Καθολικῆς (Ὀρθοδόξου) Ἐκκλησίας τον μολυσμένο, δηλαδή αὐτόν που βαπτίστηκε ἀπό τους ἀσεβεῖς, δηλ.τούς αἱρετικούς, ἂς καθαιρεῖται, ἐπειδή και περιπαίζει τον σταυρόν και τον θάνατον τοῦ Κυρίου, νομίζοντας κακῶς και σφαλερῶς ὃτι, το μολυσμένο και συγχαμερό βάπτισμα τῶν αἱρετικῶν, εἶναι τύπος τοῦ σταυροῦ και τοῦ θανάτου τοῦ Κυρίου, το ὁποῖον δεν εἶναι, και για τοῦτο το ἀποδέχεται και το ἒχει ἲσο με το βάπτισμα τῶν ὀρθοδόξων. Και ἀκόμη και ἐπειδή δεν διακρίνει τους ἀληθεῖς ἱερεῖς τῶν ὀρθοδόξων ἀπό τους ψευδεῖςἱερεῖς τῶν αἱρετικῶν ἀλλ’ἐξ ἲσου και τους δύο ἀποδέχεται. Γιατί οὒτε το μυσαρό βάπτισμα τῶν αἱρετικῶν κάνει ἀληθινούς Χριστιανούς ὃσους βαπτίζονται σε αὐτό, οὒτε ἡ χειροτονία αὐτῶν κάνει ἀληθινούς ἱερεῖς τους χειροτονημένους ἀπ’αὐτούς κατά τον ξη’(68ο) Ἀποστολικόν Κανόνα….».
68ος Κανών: (Ἐρμηνεία Ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου-Ἰερόν Πηδάλιον)«…ὃποιος Ἐπίσκοπος ἢ Πρεσβύτερος ἢ Διάκονος δεχθεῖ δεύτερη χειροτονία, ἀπό κάποιον, να καθαιρεῖται και αὐτός και ἐκεῖνος που τον ἐχειροτόνησε. Ἐκτός μόνον ἐάν ἀποδειχθεῖ ὃτι ἒχει (λάβει) την χειροτονία, ἀπό αἱρετικούς. Γιατί αὐτοί που ἒλαβαν βάπτισμα ἢ χειροτονία ἀπό τους αἱρετικούς, δεν μπορεῖ να εἶναι καθόλου Χριστιανοί, με το αἱρετικό αὐτό βάπτισμα, ἢ να ποῦμε καλύτερα μόλυσμα, οὒτε ἱερεῖς και κληρικοί με την αἱρετική αὐτή χειροτονία…»
       Ἐπίσης και ὁ Κανόνας τῆς ἐν Καρχηδόνι Συνόδου (Ἰ.Πηδάλιον), λέγει ὃτι «Τά μυστήρια και ὃσα οἱ αἱρετικοί τελοῦν (τελετές), ὁφείλουμε να ἀποποιοῦμε και να ἀποδοκιμάζουμε και να τα θεωροῦμε ὡς βέβηλα». [βλέπε περισσότερα για τους κανόνες αὐτούς τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων και τῆς ἐν Καρχηδόνι Συνόδου, στο 2ο μέρος τῆς παρούσης μελέτης καθώς και  στο κείμενο τοῦ Πρωτοπρεσβυτέρου Ἀναστασίου Γκοτσόπουλου:«Σκέψεις μέ ἀφορμή κείμενο τοῦ Ἀβύδου κ.Κυρίλλου Πάτρα 22/6/16» στην ἰστοσελίδα https://maxomaiyperpistews.blogspot.com/2020/07/blog-post_19.html ]. Ὃποιος λοιπόν κακόδοξα λέει, ὃτι δεν λέω οὗτε το ἓνα, οὗτε το ἂλλο, (ὃπως δυστυχῶς οἱ “ἀποτειχισμένοι” ἁγιορεῖτες),  αὐτός δεν δέχεται τους Κανόνες τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων και τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων,  ἃρα δεν δέχεται τον ἲδιο τον Χριστό, κατά την Ἁγία Γραφή και κατά τον Ἃγιο Μάξιμο τον Ὁμολογητή].

Ὁ Ἃγιος Μάξιμος ὁ Ὀμολογητής:  Διότι ὁ Θεὸς ἔβαλε στὴν Ἐκκλησία, πρῶτον μὲν τοὺς ἀποστόλους, δεύτερον προφήτας, τρίτον διδασκάλους, γιὰ νὰ καταρτίζωνται οἱ πιστοί, λέγοντας στὸ Εὐαγγέλιο πρὸς τοὺς ἀποστόλους καὶ μέσῳ αὐτῶν πρὸς τοὺς μεταγενεστέρους «Ὃ,τι λέγω σἐ ἐσᾶς, σε ὃλους το λέγω», καὶ πάλι «ὃποιος σᾶς δέχεται, ἐμὲνα δέχεται, καὶ ὃποιος σᾶς ἀθετεῖ (δεν σᾶς δέχεται), ἐμὲνα ἀθετεῖ». Εἶναι λοιπὸν φανερὸ καὶ ἀναντίρρητο, ὅτι αὐτὸς ποὺ δὲν δέχεται τοὺς ἀποστόλους καὶ τοὺς προφήτες καὶ διδασκάλους καὶ δὲν ὑπολογίζει τὰ λόγια τους, δὲν ὑπολογίζει τὸν ἴδιο το Χριστό).(Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ, Ἐξήγησις τῆς κινήσεως.., κεφάλ. ιγ΄, P.G. 90, 128 A-C)

Καί: …..Ὅπως ἀκριβῶς λοιπὸν αὐτὸς ποὺ δέχεται τοὺς ἀληθινοὺς ἀποστόλους καὶ προφήτας καὶ διδασκάλους, δέχεται τὸν Θεό, ἔτσι καὶ αὐτὸς ποὺ δέχεται τοὺς ψευδαποστόλους καὶ ψευδοπροφήτας καὶ ψευδοδιδασκάλους, δέχεται τὸν διάβολο. Αὐτὸς λοιπὸν ποὺ βάζει τοὺς ἁγίους μαζὶ μὲ τοὺς βδελυροὺς καὶ ἀκαθάρτους αἱρετικοὺς (δεχθῆτε τὰ λόγια μου, λέγω τὴν ἀλήθεια), προφανῶς βάζει στὴν ἴδια μοίρα τὸν Θεὸ μαζὶ μὲ τὸν διάβολο».(βλ. ΜαξίμουὈμολογητοῦ, Περί τῶν πραχθέντων ἐν τῆ πρώτη αὐτοῦ ἐξορία, ἦτοι ἐν Βιζύῃ, παρ.Ι΄, P.G. 90, 144D – 145A).[Βλέπε ὁλόκληρο το Κείμενο:Ο ΑΓΙΟΣ ΜΑΞΙΜΟΣ Ο ΟΜΟΛΟΓΗΤΗΣ ΕΛΕΓΧΕΙ ΟΣΟΥΣ ΚΑΚΟΔΟΞΑ ΛΕΓΟΥΝ ΟΤΙ ΔΕΝ ΛΕΜΕ ΟΥΤΕ ΤΟ ΕΝΑ ΟΥΤΕ ΤΟ ΑΛΛΟστην ἰστοσελίδα: https://maxomaiyperpistews.blogspot.com/2020/06/blog-post_22.html

Ὁ Ἃγιος Μάξιμος ὁ Ὀμολογητής:  ρμηνεύοντας το φαινόμενο τοῦ ἀφορισμοῦ τῶν Ὀρθοδόξων, ἀπό τους αἱρετικούς “ἐπισκόπους” λέγει: «Ἐὰν παρὰ τὸν σκοπὸ ἀφορίσει ὁ Ἱεράρχης, δὲν θὰ ἔχει σύμφωνητην Θεία κρίση, διότι μόνο σε συμφωνία μὲ τὸ Θεῖο πρέπει νὰ ἀφορίζει καὶ ὄχι κατὰ τὸ θέλημά του». (Πηδάλιον, σελ. 36).

Καί: Ὃταν ὁ ἀπεσταλμένος ἀπό τον μονοθελήτη “Πατριάρχη” Kων/πόλεως, ἐπίσκοπος Θεοδόσιος πρότεινε στον Ἃγιο Μάξιμο, να προσυπογράψει ὃσα και ὁ Ἃγιος πίστευε (περί δύο θελήσεων και δύο ἐνεργειῶν τοῦ Χριστοῦ), τοῦ ἀπάντησε:«Ἐγὼ πάντως οὔτε κι ἂν γίνουν αὐτὰ θὰ κοινωνήσω, ἐπειδὴ οἱ ἀναθεματισθέντες ἀναφέρονται στὴν ἁγία ἀναφορά. Διότι φοβᾶμαι τὸ κατάκριμα τοῦ ἀναθέματος».  (ΕΠΕ, 15Γ, 40).

Ὁ Ὃσιος Μάξιμος ὁ ὁμολογητής: «αὐτοὶ ποὺ δὲν ὁμολογοῦν ὀρθόδοξη πίστη δὲν εἶναι στὴν Ἐκκλησία». (Ἃγιος Μάξιμος ὁ Ὀμολογητής)

Καί: «...διαφορετική πίστη σε κανέναν δεν ἐπιτρέπεται να προσφέρει, ἢτοι να συγγράφει ἢ να συνθέτει, ἢ να φρονεῖ, ἢ να διδάσκει τους ἂλλους...». (Ἃγιος Μάξιμος ὁὈμολογητής)

Ἀγῶνες τῶν Μοναχῶν κατά τοῦ Ἀναστασίου (6ος αἰώνας): «Ὅταν ὁ αὐτοκράτορας Ἀναστάσιος ἐξαπάτησε τὸν ἱερὸ Μακεδόνιο, καὶ ἔλαβε ἀπὸ αὐτὸν «ὑπομνηστικόν», διὰ τοῦ ὁποίου ὠμολογοῦσε ὅτι ἀποδέχεται τὶς δύο πρῶτες Οἰκουμενικὲς Συνόδους, ἐνῶ ἀποσιωποῦσε τὶς δύο ἑπόμενες, οἱ κληρικοὶ καὶ οἱ μοναχοί του σκανδαλίστηκαν καὶ «ἀγανακτήσαντα τὰ περὶ τὴν Κωνσταντινούπολιν μοναστήρια ἀφίστανται (ἀποτειχίζονται) τοῦ ἐπισκόπου Μακεδονίου». Ὅταν λοιπὸν ὁ Μακεδόνιος πῆγε νὰ λειτουργήση στὴν περιώνυμη Μονὴ τῶν Δαλματῶν, οἱ μοναχοὶ δὲν δέχτηκαν νὰ λειτουργήσουν μαζί του. Τότε ἀναγκάστηκε νὰ ἀπολογηθῆ ἐπ’ἐκκλησίας, ὅτι ἀποδέχεται τὴν Δ’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο καὶ ἀναθεματίζει ὅσους δὲν τὴν δέχονται. Μόνο ἔπειτα ἀπὸ τὴν ὁμολογία του αὐτή, οἱ μοναχοὶ καταδέχτηκαν νὰ συλλειτουργήσουν μαζί του». (Νικ.Καλλίστου Ἐκκλησιαστική ἱστορία,P.G.147, 173C και Μ. Γεδεών, Πατριαρχικοί πίνακες, σελ. 137)

Ὁ Ἃγιος Ταράσιος Πατριάρχης Κων/πόλεως ὁ ὁμολογητής (730-806): «Ὁ ἅγιος Ταράσιος ποὺ στὴν ὑπόθεση τοῦ ὑπόδικου ἀξιωματικοῦ ἀφόρισε ἀμέσως τὰ ἀνάκτορα “μὲ ἐπιτίμια ἀπ’ τὴν Θεία Κοινωνία» λόγῳ καταπάτησης τοῦ ἱεροῦ ἀσύλου,  καθυστερεῖ νὰ πράξει τὸ αὐτὸ ἐναντίον τοῦ βασιλικοῦ ζεύγους, μὲ ἀποτέλεσμα ὁ ἅγιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης νὰ τοῦ παύσει τὴ μνημόνευση, ἂν καὶ ὁ πρῶτος ἦταν ἅγιος, ἄνθρωπος ἀρετῆς!  Καὶ ἡ παύση αὐτὴ γίνεται περίπου 65 χρόνια πρὶν τὴν σύνταξη τοῦ 15ου Ἱεροῦ κανόνα τῆς Πρωτοδευτέρας Συνόδου”.“Ὁ βασιλιάς ἤθελε νὰ λάβει ἄλλη γυναίκα. Σκηνοθέτησε ὅτι ἤθελε νὰ τὸν δηλητηριάση ἡ βασίλισσα. Ὁ ἅγιος (Ταράσιος) ἐξήγησε ὅτι εἶναι πορνεία, δὲν γίνεται νὰ διαλυθῆ ὁ γάμος καὶ δὲν τοῦ ἐπιτρέπει νὰ κοινωνήση. Τότε θύμωσε ὁ βασιλιάς καὶ ἔδιωξε τὸν ἅγιο. Τότε τὸ 795 ἔδιωξε τὴν νόμιμη σύζυγό του τη βασίλισσα Μαρία καὶ διέταξε βιαίως νὰ τὴν κάρουν μοναχὴ καὶ ἐνυμφεύθη τὴν Θεοδότη, ἐξαδέλφη τοῦ ὁσίου Θεοδώρου Στουδίτου (Τὸν γάμο ἐτέλεσε ὁ ἡγούμενος Ἰωσήφ), ἀπειλοῦσε δέ, ὅτι ἐὰν ἀντιδράσει ἡ ἐκκλησία, θὰ ἐπαναφέρει τὴν εἰκονομαχία. Ὁ ὅσιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης μὲ μοναχοὺς ἀντέδρασαν, ἒλεγξαν τὴν παρανομία, διέκοψαν τὴ μνημόνευση τοῦ Ταρασίου, διότι δὲν εἶχε ἀφορίσει τοὺς βασιλεῖς καὶ τὸν ἱερέα Ἰωσὴφ”». («ΤΟ ΣΥΝΑΞΑΡΙ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ Περιληπτικὸν συναξάριον ὅλων τῶν Ἁγίων τοῦ ἒτους), Γέροντος Ἀλυπίου, ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ 2020, σελ. 386-387)

Καί: Ὁ Πατριάρχης Κων/πόλεως καὶ Πρόεδρος τῆς Ζ΄. Οικουμενικῆς Συνόδου Ἅγιος Ταράσιος: «θεωρῶ τὸν πλανώμενον ἐν τὴ πίστει ὡς αἱρετικόν, μᾶλλον ἀπὸ τὴν στιγμὴ κατὰ τὴν ὁποία, ἀρνούμενος τὴν ἐπίσημη διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας, προβάλλει τήν ἲδια (του αἱρετικὴ) δοξασία ὡς τὴν σώζουσα ἀλήθεια καὶ ἑπομένως ἡ ἐπίσημη ὑπο τῆς Ἐκκλησίας ἀποκοπή (του, διά τοῦ ἀφορισμοῦ), ἀποτελεῖ ἁπλῶς μία τυπικὴ πράξη», (Β. Ν. Γιαννόπουλος, Ἡ ἀποδοχὴ τῶν αἱρετικῶν κατὰ τὴν Ζ΄. Οἰκουμ. Σύνοδον ὑπ. 74, σ. 5).

Καί: «Διότι τό νά διαπράττει κάποιος μικρή ἢ μεγάλη ἁμαρτία στά δογματικά εἶναι τό ἲδιο καί τό αὐτό· ἐπειδή καί στά δύο, ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ ἀθετεῖται». (Ἃγιος Ταράσιος)

Ὁ Ὃσιος Ἀντίοχος ὁ Πανδέκτης (μέσα 7ου αἰῶνα): «ἐκεῖνον ποὺ δὲν ἔχει τὴν ὀρθὴ πίστη πρέπει ὄχι μόνο νὰ τὸν ἀποστρεφόμαστε ἀλλὰ καὶ νὰ τὸν ἀναθεματίζουμε, δηλαδὴ νὰ τὸν θεωροῦμε ὅτι βρίσκεται ἐκτὸς Ἐκκλησίας». (P.G. 89,1848Β)

Ἡ Ἁγία Θεοδοσία (8οςαἰών): «Ὅταν ὁ “πατριάρχης” Ἀναστάσιος ὑπέγραψε τὸ διάταγμα κατὰ τῶν ἱερῶν εἰκόνων, τότε «οἱ σεμνές καὶ τίμιες γυναῖκες τῆς Κωνσταντινουπόλεως, τῶν ὁποίων ἀρχηγός ἦταν ἡ ἁγία Θεοδοσία (σ.σ. μία εἰκονόφιλη μοναχή)… ὤρμησαν στὴν Ἐκκλησία, καὶ τὸ βδέλυγμα τῆς ἐρημώσεως (σ.σ. ἀναφέρεται στὸν πατριάρχη), τον ἒδιωξαν με τις πέτρες και με τα ξύλα  και με τις ὓβρεις, ἀποκαλώντας τον μισθωτό, καὶ λύκο, καὶ προδότη Ἰούδα…..Ἀλλά καί στην λεγομένη χαλκή πόρτα, ὅπου ἦταν ἡ Θεανδρική ἐκείνη καί Δεσποτική εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ, που την εἶχε τοποθετήσει ἐκεῖ ὁ μέγας Κωνσταντῖνος, ἓνας ὑπηρέτης τοῦ βασιλιά, ἀφοῦ ἒβαλε την σκάλα για να την βγάλει ἀπό ἐκεῖ, οἱ γυναῖκες Κωνσταντινοπολίτισσες ἀφοῦ ἒβγαλαν την σκάλα, τῶν ὁποίων πρωτοστατοῦσε ἡ ἁγία Θεοδώρα, καί ἀφοῦ τον γκρέμισαν, (τον βασιλικό ὑπηρέτη) ἔλαβαν ἀντί για τον μισθό τους, τόν θάνατό τους». (Δοσιθέου Ἱεροσολύμων, Δωδεκάβιβλος, βιβλίο στ΄, κεφ. Ιθ΄, σελ. 440) [Ἐδῶ βλέπουμε τοὺς πιστούς (που εἶναι Μοναχές και ἁπλές λαϊκές γυναῖκες), νὰ κρατᾶνε πέτρες καὶ ξύλα καὶ ὑβρίζοντάς τον, νὰ διώχνουν “κακῆν κακῶς” τὸν αἱρετικό πατριάρχη ἀπὸ τὴν ἐκκλησία (ὅπως ἄλλωστε προστάζει καὶ ὁ Ἅγιος Ἀθανάσιος ὁ Μέγας). Ὁ δε Δοσίθεος, ἀποκαλεῖ τὸν τότε “πατριάρχη”(που δεν εἶχε ἀκόμα κριθεῖ ἀπό Σύνοδο), βδέλυγμα τῆς ἐρημώσεως!].

 

Ὁ Ἃγιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης ο Πανόσιος (759 - 826 μ.χ.): «…Ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τῶν Ἀποστόλων καὶ μετέπειτα, πολλὲς αἱρέσεις μὲ πολλοὺς τρόπους συγκρούστηκαν μὲ τὴν Ἐκκλησία, καί  παρουσιάστηκαν ἀντικανονικὲς πράξεις ἢ παραλείψεις. Ἀλλὰ ὅμως, ἡ Ἐκκλησία παρέμεινε μὲ τὸν τρόπο ποὺ προειπώθηκε, ἀδιάσπαστη καὶ ἄσπιλη, καὶ θὰ παραμείνει μέχρι τὸ τέλος τῆς Ἱστορίας, μὲ τὸ νὰ ἀπομακρύνονται καὶ νὰ διώχνονται, ἀπὸ αὐτὴν (τὴν Ἐκκλησία) ἐκεῖνοι ποὺ κακῶς πίστεψαν καὶ ἔπραξαν, ὅπως ἀποδιώχνονται τὰ κύματα τῆς θάλασσας ἀπὸ τὰ βράχια της  παραλίας….». (Επιστολή  ΚΗ΄. Βασιλείῳ μονάζοντι).

Καί: «Αὐτὴ εἶναι ἡ εὐαγγελικὴ πίστις ἠμῶν τῶν ἁμαρτωλῶν. Αὐτὴ εἶναι ἡ ἀποστολικὴ ὁμολογία ἠμῶν τῶν ταπεινῶν, ἢ μὲ ἄλλους λόγους, ἡ πατροπαράδοτη θρησκεία ἠμῶν τῶν ἐλαχίστων. Ἐκτὸς ἀπὸ αὐτὴ δὲν ἀποδεχόμαστε, ὄχι μόνο τί λέει ὁ τάδε ἡ ὁ δείνα ἀπὸ τοὺς σημερινοὺς ἢ τους παλαιούς, ἀλλὰ οὔτε καὶ ἂν αὐτὸς εἶναι ὁ Πέτρος καὶ ὁ Παῦλος. Ἀλλὰ καὶ ἂν ἀκόμη ἔρθει κάποιος ἀπὸ τοὺς Οὐρανοὺς καὶ διδάσκει καὶ κηρύττει (Γαλ. Α΄, 8.9), δὲν μποροῦμε νὰ τὸν δεχθοῦμε σὲ ἐκκλησιαστικὴ κοινωνία, ἐφόσον δὲν ἀκολουθεῖ τὴν ὑγιῆ διδασκαλία τῆς πίστεως (Τίτ, β΄, 1). Ἐπιπλέον δέ, ἡ ταπεινότητά μας εἶναι ἕτοιμη μέχρι θανάτου νὰ ὑποστεῖ… παρὰ νὰ γίνουμε ἀρνητὲς αὐτῆς τῆς εἰλικρινοῦς ὁμολογίας μας».  (Ἐπιστολὴ Α’, βιβλίο β΄, P.G. 99, 1120A) 

 

Καί: [ὀ Ἂγιος, μᾶς ἐφιστᾶ την προσοχή ὃτι το να φωνάζουμε για τα δίκαια τῆς Πίστεως ἐν καιρῶ αἱρέσεως δεν εἶναι ἀπλά Θεάρεστο, ἀλλά ρητή ἐντολή τοῦ Θεοῦ, και δεν ἀφορᾶ μόνο τους θεολόγους ἢ τους ἱεράρχες, ἀλλά τούς πάντες. Ἀπό τον ἂστεγο και τον ζητιάνο, μέχρι και τον ἀγράμματο.  Διότι ὃπως γράφει χαρακτηριστικά]: «Διότι εἶναι ἐντολή τοῦ Κυρίου να μη σιωποῦμε σε καιρό που κινδυνεύει ἡ πίστη. Να μιλᾶς λοιπόν λέγει (ὁ Θεός), καὶ μὴ σιωπήσεις· καί, ἐὰν σταματήσει (να μιλάει), δεν εὐαρεστεῖται ἡ ψυχή μου σ’αὐτόν· καί, ἐὰν αὐτοί σιωπήσουν, και οἱ πέτρες θα φωνάξουν.[...] Ὣστε ὃταν ὁ λόγος εἶναι για την πίστη, δεν μπορεῖ να πεῖ κανείς, ἐγώ ποιός εἶμαι; Ἱερέας;[...] ἂρχοντας; [...]στρατιώτης; [...] γεωργός;[...] πτωχός, προσπαθώντας να ἐξασφαλίσω μόνο τήν καθημερική τροφή; Δεν μοῦ πέφτει λόγος και δεν ἒχω καμμία φροντίδα περί τοῦ προκειμένου;“Οὐά”, οἱ πέτρες θα φωνάξουν, καί σύ μένεις σιωπηλός καί ἀμέριμνος  [...]Καί σύ πού μέλλεις νά κριθεῖς σάν ὑπεύθυνος  ἀπό τόν Θεό σέ καιρό αἱρέσεως, ὃπως καί γιά κάθε ἁργό λόγο πού θά πεῖς, κν ζητιάνος εσαι, θά δώσεις λόγο[...].Ὣστε καί αὐτός ὁ φτωχός, πού τώρα σιωπᾶ, θα στερηθεῖ ἀπό κάθε ἀπολογία τήν ἡμέρα τῆς κρίσεως, καί θά κατακριθεῖ, ἒστω καί ἂν ἒχει πταίσει μόνον σέ τοῦτο». (Ἑλληνική Πατρολογία (Σειρά MPG), Τόμος 99, Ἃγ.Θεόδωρος Στουδίτης, Ἐπιστολή ΠΑ΄ πρός Παντολέοντι Λογοθέτη, σελίς 1321),

Καί: «Στον σημερικό καιρό, που ὁ Χριστός διώκεται, ὂχι μόνον ἐάν κάποιος ὑπερέχει τῶν ἂλλων σε ἀξίωμα καί σε γνώσεις, ὀφείλει να ἀγωνίζεται ὀμιλῶντας καί διδάσκωντας τόν λόγο τῆς Ὀρθοδοξίας, ἀλλά καί ἐάν βρίσκεται στην τάξη τοῦ μαθητή ὀφείλει να ὀμολογεῖ τήν ἀλήθεια, καί να μιλάει ἐλεύθερα».(PG 99, 1120,  καιἘπιστολή 39η Α’ Βιβλίο Ἐπιστολῶν “Στον Ἠγούμενο  Θεόφιλο”)(*)

Καί: «Ἐάν λοιπόν εἶναι κάποιοι Μοναχοί στους σημερινούς καιρούς, ἂς το  δείξουν με τα ἔργα.Και ἒργο τοῦ Μοναχοῦ εἶναι, οὒτε στο ἐλάχιστο να ἀνέχεται να καινο­τομεῖται τό Εὐαγγέλιο». (*)

Καί: «Γι’αὐτό σᾶς ὑπενθυμίζω, να μή σιγήσουμε, για να μή γίνουμε κραυγῇ τῶν Σοδόμων· μη λυπηθοῦμε τά κάτω, για να μή χάσουμε τά ἄνω· μή θέττουμε  σκάνδαλο στην Ἐκκλησίᾳ τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία ὁρίζεται και σε τρεῖς (3) Ὀρθοδόξους, κατά τούς Ἁγίους, για να μη καταδικαστοῦμε με την ἀπόφαση τοῦ Κυρίου». (Ἁγίου Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου Επιστολή προς Ηγούμενο Θεόφιλο, ΕΠΕ, Φιλοκαλία, τομ. 18Β, σελ. 201) και (PG 99, 1049 B).(*) [σ.σ. Στα ἀποφθέγματα αὐτἀ τοῦ Ἁγίου (ἀλλά και σε πολλούς ἂλλους Ἁγίους που ἀναφέρονται στην παροῦσα μελέτη  - ὑπάρχει συμφωνία τῶν Ἁγίων), φαίνεται καθαρά ἡ πεποίθησή των, ὅτι ὅλο το πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας πρέπει να διακόπτει την Ἐκκλησιαστική Κοινωνία, ἀπὸ τοὺς αἱρετικοὺς ψευδοποιμένες].

Καί: λέγει ὁ ἃγιος: «Γιατί ἐχθρούς τοῦ Θεοῦ ὁ Χρυσόστομος ἀπεκάλεσε με μεγάλη φωνή, ὂχι μόνον τους αἱρετικούς, ἀλλά και ὃσους ἐπικοινωνοῦν με αὐτούς» (P.G. 99, 1049A)

Καί: Θεωρεῖ ὁ Ἃγιος, προδοσία τῆς Ὀρθοδόξου ὁμολογίας, το να παραμένει κάποιος σε ἐπικοινωνία μετον κακοδοξοῦντα ἐπίσκοπό του.(P.G. 99, 1365)

Καί: «…γιατί και ὁ Ἃγιος Ἀθανάσιος προστάσσει να μην ἒχουμε καμμία  ἐπικοινωνία με τοὺς αἱρετικούς, ἀλλὰ οὒτε και με αὐτούς που ἐπικοινωνοῦν με τους ἀσεβεῖς. Και να φεύγει μακριά ἀπό την αἳρεση, δηλ.ἀπό τους αἱρετικούς, ὣστε οὒτε να ἐπικοινεῖ με αὐτούς, οὒτε να τους μνημονεύει στην ἱερά Μονή κατά την Θεία Λειτουργία· διότι πολύ μεγάλες ἀπειλές (ποινές) ἒχουν ἐξαγγελθεῖ ἀπό τους ἁγίους, ἐναντίον αὐτῶν που συγκαταβαίνουν με αὐτούς, μέχρι και το να συντρώγει  κάποιος μαζί τους στο ἲδιο τραπέζι».(Ἐπιστολαί, 466, l.17-18).

Ὁ Ἃγιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης: «ἀλλὰ καὶ ὃποιος ἄλλος……ἀκολουθεῖ την αἳρεσή τους ἢ ἂλλη αἳρεση, ἀκόμα και ἂν εἶναι ἐπίσκοπος, ἢ ἀσκητής, ἢ ὁποιοσδήποτε ἂλλος, να εἶναι ἀνάθεμα. Ἀλλά καὶ έάν κάποιος δεν ἀναθεματίζει σε κάθε εὐκαιρία που ἀναγκάζεται (ἐκ τῶν πραγμάτων) να το κάνει, κάθε αἱρετικόν, αὐτός ἀνήκει στην μερίδα τῶν αἱρετικῶν».(Φατ. 34, 99, 138).

Καί: «Ἄλλοι μὲν ναυάγησαν ἐντελῶς πρὸς τὴν πίστη. Ἄλλοι δέ, ἂν καὶ δὲν καταποντίσθηκαν ἀπὸ τὶς αἱρετικὲς σκέψεις, ἐξαιτίας ὅμως τῆς ἐκκλησιαστικῆς τους κοινωνίας μὲ τὴν αἵρεση χάθηκαν καὶ αὐτοὶ μαζί τους…..Ἀλλὰ ἀκόμη καὶ αὐτοὶ ποὺ ἔχουν Ὀρθόδοξα φρονήματα συγχύζονται ὡς πρὸς τὴν ἀλήθεια λόγω τῆς ἐπιμονῆς τοῦ διωγμοῦ, ὅπως ἀκριβῶς ἐκεῖνοι ποὺ ζαλίζονται ἀπὸ τὶς τρικυμίες τῆς θαλάσσης ἐξαιτίας τῆς ἀπειρίας τους νὰ ταξιδεύουν σ’ αὐτήν».  (Ἐπιστολὴ ιέ, βιβλίο β’, P.G.99, 1161B-1164C)

Καί: «Ἀλλ’ ἐλέησε ἐσύ που εἶσαι ὁ ποιμένας ὁ καλός, ἀλλὰ βοήθησε, ὁ ἰατρὸς ὁ ἐπιστήμονας, τὴν ποίμνη σου, τὰ πρόβατά σου, τίς ἐκκλησίες σου, με τους τρόπους τῆς σοφίας σου, με τους λόγους τῆς συνέσεώς σου, με τα φάρμακα τῆς  γιατρειᾶς σου τὸ ἓνα πρόβατο (το μολυσμένο ἀπό την αἳρεση), να το βγάλεις μόνο ἀπό την  ἱερουργία ὣστε να κερδήσεις ὃλα τα ὑπόλοιπα, για να μὴ μολυνθεῖ ἡ  ἐκκλησία, την ὁποία ἳδρυσε ὁ Κύριος καὶ Θεὸς μας με το αἵμα του» (Φατ. 25,70,83, P.G.99. –Migne 99, 992A).

Καί: «Δεν εἲμαστε ἀποσχιστές (σχισματικοί), τῆς Ἑκκλησίας τοῦ Θεοῦ, θαυμάσιε· ποτέ να μη  το πάθουμε. Ἂν και εἲμαστε με πολλά ἁμαρτήματα. Ὅμως εἲμαστε στο ἲδιο σῶμα με αὐτήν (εἲμαστε μέλη τοῦ σώματος της Ἐκκλησίας) καί τρεφόμαστε με τα θεία δόγματα· καί τούς κανόνες της καί τις διατυπώσεις,ἐπιθυμοῦμε πάρα πολύ να διαφυλάττουμε. Οἱ δε ταραχές και τα σχίσματα ἀπό αὐτήν (την Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία), που δεν ἒχει ἀληθινά καμμία κηλῖδα ἤ ρυτίδα ὡς προς τον λόγο τῆς πίστεως καί τόν ὅρο τῶν κανόνων, ἀπότην ἀρχή τοῦ αἰῶνα καί μέχρι σήμερα, εἶναι (γνωρίσματα) ἐκείνων, τῶν ὁποίων ἡ πίστη ἒχει διαστραφεῖ, καί ἡ ζωή τους εἶναι ἒξω ἀπό τους (ἐκκλησιαστικούς) κανόνες και θεσμούς»(Ἅγιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης, PG, 99, 997 C, Πρός Βασίλειο Μοναχό).

Καί: «Δεν εἲμαστε ἀποσχιστές (σχισματικοί), τῆς Ἑκκλησίας τοῦ Θεοῦ, ἁγία κεφαλή· ποτένα μη το πάθουμε. Ἀλλά ἐάν και εἲμαστε με πολλά ἁμαρτήματα, ὃμως εἲμαστε ὀρθόδοξοι καί σαν μέλη της, ἀνήκουμε και τρεφόμαστε στην Καθολική (Ὀρθόδοξη)Ἐκκλησία,κάθε αἵρεση δεν την δεχόμαστε και την ἀποβάλλουμε,  καί κάθε καθολική (οἰκουμενική) καί τοπική Σύνοδο ἐγκεκριμένη,την ἀποδεχόμαστε·ὂχι μόνο δε (τους ὂρους, τα δόγματα, που νομοθέτησαν), ἀλλά καί τους κανόνες που διατύπωσαν (ἀποδεχόμαστε).Γιατί δεν εἶναι τέλειος ὀρθόδοξος, ἀλλά μισός ὀρθόδοξος, αὐτόςπου ἒχει την ὑπερηφάνεια ὃτι κρατεῖ την πίστη ὀρθή, ἀλλά δεν τηρεῖ τους θείους κανόνες».(Ἁγίου Θεοδώρου Στουδίτου, PG 99, 989 A, Πρός Νικηφόρον Πατριάρχην).

Ὁ Ἃγιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης: «Διότι, το ὃτι δεν ἒχει ρύπο ἤ ρυτίδα (ἡ Ἐκκλησία) για να το ποῦμε και πάλι, ἒτσι πρέπει να κατανοεῖται τό να μή προσλαμβάνει και τά ἀσεβῆ δόγματα καί τις  πράξεις που ἀντιτίθενται στους Κανόνες. Ὂχι μόνο, ἀλλά καί με το να μη συμπράττει, στις απαγορευμένες (ἀπό τους ἱερούς Κανόνες) συμπροσευχές/συνακολουθίες τῶν ἀλλοδόξων/ἀκοινωνήτων,  ὃπως κάπου λέγει ὁ θεῖος Βασίλειος. πρός τα ὁποῖα ὁ Παῦλος ὁ μέγας, οὒτε και να συντρώγει κανείς με αὐτούς  παραχωρεῖ. Ἐπειδή ἀπό τους Ἀποστόλους καί μετά, με πολλούς τρόπους πολλές αἱρέσεις την ἐκτύπησαν (την Ἐκκλησία) καί βρωμιές ἔρριξαν ἐπάνω της ἀντίθετες με τους θεσμούς (με τα δόγματα) καί ἀντίθετες με τους κανόνες, ὥπως καί την τωρινή. Ἀλλά ὃμως αὐτή (ἡ Ἐκκλησία), με τον τρόπο που προείπαμε παρέμεινε ἄσχιστη καί καθαρή, καί θα διαμένει ἒτσι ἕως τοῦ αἰῶνα, με το να ξεχωρίζονται και να ἀποδιώχνονται ἀπ' αὐτήν οἱ κακόδοξοι στα φρονήματα ἢ στις πράξεις, ὃπως ἀποδιώχνονται ἀπό τον ἀσάλευτο βράχο τῆς ἀκτῆς, τα θαλάσσια κύματα που πέφτουν πάνω του».(Ἁγ.Θεοδώρου Στουδίτου, PG 99, 1001).

Καί: Σὲ ἄλλη του ἐπιστολὴ ποὺ ἀπευθύνονταν σὲ κάποιες μοναχὲς ἔγραφε: «Χαίρομαι πάρα πολὺ καὶ δοξάζω τὸν Θεό, ἐπειδὴ μαθαίνω ὅτι μέχρι τώρα ἔχετε μείνει πεντακάθαρες ἀπὸ τὴν ἐκκλησιαστικὴ κοινωνία μὲ τοὺς αἱρετικούς. Βέβαια αὐτοὶ ποὺ ἔχουν τὰ σώματα ἀνέπαφα, ὀφείλουν νὰ εἶναι παρθένοι καὶ κατὰ τὴν πίστη. Διότι εἶναι μοιχεία, ὢ πανσύνετες, ἀκόμη καὶ τὸ νὰ κοινωνεῖ κανεὶς μὲ τοὺς αἱρετικούς. Ἀπὸ τὴν κοινωνία αὐτὴ εὔχομαι ὁ Κύριος νὰ σᾶς διαφυλάξει μέχρι τέλους ἀνέπαφες, ὁ ὁποῖος σᾶς νυμφεύθηκε ἐξαιτίας τῆς ὑποσχέσεώς σας νὰ φυλάξετε τὴν παρθενία». (Ἐπιστολὴ  ιθ’,βιβλίο β’, P.G.99, 1176B)

Καί: «Ἐρώτηση Γ΄: Περί τῶν μολυσμένων ἐκκλησιῶν ἀπό τους ἱερεῖς που ἒχουν κοινωνήσει με την αἳρεση (μνημονεύουν δηλ. τους αἱρετικούς ἐπισκόπους), καί κατέχονται (οἱ ναοί) ἀπ’αὐτούς (τους ἱερεῖς), ἐάν πρέπει να μπαίνουμε μέσα σ’αὐτούς, για να προσευχηθοῦμε ἢ να ψάλλουμε”.

Ἀπάντηση: «Δεν πρέπει καθόλου να μπαίνετε σ’αὐτές τις ἐκκλησίας, για τους λόγους πού προείπαμε· ἐπειδή ἒχει γραφεῖ· “Να! τώρα ἀφήνεται ἡ Συναγωγή σας ἔρημη (ἀπό την Θεία Χάρι)”. Διότι μόλις μπαίνει (μέσα στον Ναό με την μνημόνευση τοῦ αἱρετικοῦ ἐπισκόπου) ἡ αἵρεση, ἀναχωρεῖ ἀπό ἐκεῖ ὁ φύλακας ἄγγελος τοῦ Ναοῦ, κατά τήν φωνή τοῦ μεγάλου Βασιλείου· καί κοινό οἰκοδόμημα γίνεται πλέον αὐτός ὁ ναός. Καί δεν θα εἰσέλθω, λέγει (ὁ ψαλμωδός), σε Ἐκκλησία πονηρευομένων. Καί ὁ Ἀπόστολος (λέγει)· Ποιά μπορεῖ να εἶναι ἡ συνύπαρξη τοῦ ναοῦ τοῦ Θεοῦ με τά εἲδωλα;» (Φατ. 549,832,29).

Καί: «Ὅταν κάποιος ἔχει ἐκκλησιαστικὴ κοινωνία μὲ τὴν αἵρεση, δὲν μπορεῖ νὰ γίνει φίλος τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ παραμένει ἐχθρὸς καὶ ἂν ἀκόμη προσφέρει ὅλα τα χρήματα τοῦ κόσμου. Ἀλλὰ γιατί ὁμιλῶ περὶ κοινωνίας; Ἀκόμη καὶ ἂν συντρώγει ἢ πίνει ἢ συνδέεται φιλικὰ μὲ τοὺς αἱρετικοὺς εἶναι ὑπεύθυνος».   (Ἐπιστολὴ λβ’, βιβλίο β’,P.G. 99, 1205AB) [σ.σ Ἀπό τα παραπάνω ἀποφθέγματα τοῦ Ἁγίου Θεοδώρου, που ἡ Ζ’ Οἰκουμενική Σύνοδος τον ἀποκάλεσε Πανόσιο, φαίνεται ἡ πεποίθηση τοῦ Ἁγίου, ἀλλά και τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου (την ρῆσι τοῦ ὁποίου χρησιμοποιεῖ και συμφωνεῖ και ὁ Ἃγιος Θεόδωρος,), στο ὑποχρεωτικό τῆς ἀποτειχίσεως ἀπό αἱρετικούς ψευδεπισκόπους (πράγμα που νομοθέτησε με τον 15οΚανόνα της, ἡ Πρωτοδευτέρα Σύνοδος). Δεν μπορεῖ λοιπόν να εἶναι δυνητικός (δηλ.ἂν θέλει κάποιος τον τηρεῖ, ἂν δεν θέλει δεν τον τηρεῖ) ὁ Κανόνας τῆς Α’και Β’Συνόδου ὃπως μερικοί κακόδοξα διδάσκουν και παρασύρουν πολλούς. Γιατί ὑπάρχει Συμφωνία τῶν Ἁγίων  τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας, ἀλλά και τοῦ ἰδίου τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ ὃπως σε πολλά ἀποφθέγματά των φαίνεται καθαρά, ἀλλά και στο παρόν πόνημα μπορεῖ εὒκολα ὁ ἀναγνώστης να ἐντοπίσει, περί τοῦ ὑποχρεωτικοῦ τῆς διακοπῆς Ἐκκλησιαστικῆς Κοινωνίας ἀπό τους αἱρετικούς.Ἐπίσης ἓνας ἀκόμα λόγος, που πρέπει να τονιστεῖ εἷναι, ὃτι ἓνας Κανόνας δεν μπορεῖ ποτέ να εἶναι δυνητικός, γιατί τότε παύει να εἶναι Κανόνας].

Καί: «Για μένα, σεβάσμιο πλῆθος (ἀνθρώπων) δεν εἶναι ἐκείνο πού ἀποδέχεται  την καινοτομία, ἀλλά αὐτό που διαφυλάττει την Πατρώα κληρονομία (την Ὀρθόδοξη Παράδοση)»(Ἃγ. Θεόδωρος  ὁ Στουδίτης PG 99, ἐπιστολή 45). 

Καί: «Ἔχουμε παραγγελία ἀπὸ τὸν Ἀπόστολο Παῦλο, νὰ θεωροῦμε ἀπαράδεκτους στὸν ἅγιο κλῆρο αὐτοὺς τοὺς ποιμένες, ποὺ διδάσκουν διαφορετικὰ ἀπὸ ὅσα παραλάβαμε ἀπὸ τοὺς ἁγίους Πατέρες καὶ τὶς Ἃγιες Συνόδους».

Ὁ Ἃγιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης: Καὶ σὲ ἄλλη, ἐπίσης, ἐπιστολὴ ὁ ὅσιος ἀναφέρει: «Ἐπειδὴ καθένας που σε ὃλα ὀρθοδοξεῖ, κάθε αἱρετικόν δυνάμει, (μέσα του) τον ἀναθεματίζει, ἀκόμα και χωρίς να το λέει φωναχτά,». (Ἁγ.Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου Φατ. 49, 142,85) 

Καί: «Πολύ μεγάλες ἀπειλές ἒχουν ἐκφωνηθεῖ ἀπό τους Ἁγίους, γι’αὐτούς που  συγκαταβαίνουσιν στην αἳρεση) μέχρι και συνεστιάσεως. Ἀκόμα και ἄν μόνο στο φαγητό και στο ποτό και στην φιλία συγκοινωνεῖμε τους αἱρετικούς (αὐτός που νομίζει ὃτι εἶναι ὀρθόδοξος), ἒχει εὐθύνη (δηλ.θα δώσει λόγο). Τοῦ Χρυσοστόμου εἶναι αὐτή ἡ ἀπόφαση. Ἀλλά και κάθε Ἁγίου».  (P.G. 99, 1048C-D)

Καί: «Kάθε ἓνας που ἀντιστέκεται κατά τῆς αἱρέσεως και ὑπέρ τῆς Ὀρθοδοξίας,  εἶναι ἀγωνιστής τοῦ καλοῦ ἀγώνα τῆς Ὀρθόδοξης και Θεάρεστης ἐνστάσεως, και για τοῦτο λογίζεται ὡς ὀμολογητής».(P.G. 99 σελ.1064C, 1045D, 1177C)

Καί: «…Γιατί ἡ αἵρεση εἶναι ἀδελφὲ ἀληθινὸς βόθρος καὶ παγίδα τοῦ διαβόλου, ἡ δὲ κοινωνία αὐτῶν ἀποχωρίζει ἀπὸ τὸν Χριστὸ αὐτὸν ποὺ τὴν δέχεται καὶ τὸν τοποθετεῖ ἔξω ἀπὸ τὴν ποίμνη τοῦ Κυρίου τὴν Ἐκκλησία. Γιατί ὅσο διαφέρει τὸ φῶς ἀπὸ τὸ σκοτάδι, τόσο διαφέρει καὶ ἡ ὀρθόδοξη Μετάληψη ἀπὸ τὴν αἱρετικὴ κοινωνία• γιατί ἡ μὲν φωτίζει τὸν μετέχοντα, ἡ δὲ σκοτίζει, ἡ μὲν ἑνώνει μὲ τὸν Χριστό, ἡ δὲ μὲ τὸν διάβολο, ἡ μὲν ζωοποιεῖ τὴν ψυχή, ἡ δὲ τὴν θανατώνει….».(Ἐπιστολή 233. Κωνσταντίνῳ κουράτορι)

Καί: «…Ὅπως, λοιπόν, ὁ Θεῖος ἄρτος ὅταν μετέχεται ἀπὸ τοὺς ὀρθοδόξους, κάνειὅλους τους μετόχους ἕνα σῶμα, ἔτσι λοιπὸν καὶ ὁ αἱρετικὸς ἄρτος κάνει αὐτοὺς ποὺμετέχουν σ΄ αὐτὸν ἕνα σῶμα ἀντίθετο ἀπὸ τὸν Χριστό, καὶ ὁ ματαιολόγος ἄδικα ματαιολογεῖ….Ἀφοῦ αὐτὰ ἔχουν ἔτσι, καθένας ποῦ κοινώνησε, δηλαδὴ πού μετέλαβε τὸν φαρμακερὸ ἄρτο, δὲν εἶναι ἀρνητὴς τοῦ Χριστοῦ, ἔκθετος, ἀνόσιος, ἐὰν δὲν ἐπανέλθει ἔστω μὲ μετάνοια;…»  (Ἐπιστολή ΡΝΔ΄(154) Νικήτᾳ ἠγουμένῳ)]

Καί: «…..Γιατί ποιὰ εἶναι ἡ κοινωνία λέει ὁ Ἀπόστολος ἀνάμεσα στὸ φῶς καὶ στὸ σκοτάδι, ἢ ποιὰ κοινὴ μερίδα ὑπάρχει τοῦ πιστοῦ μὲ τὸν ἄπιστο; Ἂν λοιπὸν τὸ ποτήριο τῆς εὐλογίας εἶναι τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ καὶ ὁ ἄρτος ποὺ κάνουμε κλάση εἶναι τὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ (Θ.Εὐχαριστία), εἶναι φανερὸ ὅτι καὶ τὸ αἱρετικὸ ποτήριο καὶ ὁ ἄρτος εἶναι κοινωνία τοῦ διαβόλου…» (Ἐπιστολή 534. Συμεὼν μονάζοντι.) 

Ὁ Ἃγιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης: «Ἡ κοινωνία ἀπὸ τοὺς αἱρετικοὺς δὲν εἶναι κοινὸς ἄρτος, ἀλλὰ δηλητήριο, ποὺ δὲν βλάπτει τὸ σῶμα, ἀλλὰ ἀμαυρώνει καὶ σκοτίζει τὴν ψυχή. Τὸ νὰ τὴν ρίχνουμε καὶ νὰ τὴν κρύβουμε δὲν τὸ λέω ἐγώ, ἀλλὰ ἐκεῖνοι ποὺ τὸ κάνουν μὲ φόβο, γιὰ τοὺς ὁποίους μποροῦμε νὰ ποῦμε τοῦτο, ὅτι: «Πολλοὶ ἀπὸ τοὺς ἄρχοντες πίστευαν Αὐτὸν (τον Κύριο ἠμῶν Ἰησοῦ Χριστό), ἀλλὰ δὲν τὸ ὁμολογοῦσαν ἐπειδὴ φοβοῦνταν τοὺς Φαρισαίους, γιὰ νὰ μὴ γίνουν ἀποσυνάγωγοι. Γιατί ἀγάπησαν τὴ δόξα τῶν ἀνθρώπων μᾶλλον, παρὰ τὴ δόξα τοῦ Θεοῦ».Καὶ ἐὰν οἱ εὐχὲς τῆς λειτουργίας εἶναι τῶν Ὀρθοδόξων, τί σημασία ἔχει αὐτό, ἐὰν γίνεται ἀπὸ αἱρετικούς; Γιατί δὲν πιστεύουν ὅπως πίστευε ἐκεῖνος ποὺ τὶς συνέταξε, οὔτε καὶ πιστεύουν σ’ αὐτὰ ποὺ σημαίνουν οἱ λέξεις….Ἔτσι λοιπόν, οὔτε ἐδῶ πιστεύει αὐτὰ ποὺ λέγει, ἔστω κι’ἂν ἡ λειτουργία εἶναι ὀρθόδοξη, ἀλλὰ αὐτὸς φλυαρεῖ ἀνόητα, ἢ μᾶλλον ἐξυβρίζει, ἐμπαίζοντας τὴ λειτουργία, γιατί και οἱ γόητες και οἱ ἐπαοιδοὶ χρησιμοποιοῦν θεϊκὲς ὠδὲς στὶς δαιμονικὲς τελετές τους….»(ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΚΔ΄.Ἰγνατίῳ Τέκνῳ).[σ.σ. Βλέπουμε ἀπό τα παραπάνω ἀποφθέγματα τοῦ Ἁγίου Θεοδώρου, (ἀλλά και πολλῶν ἂλλων Ἁγίων, τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων και Οἰκουμενικῶν Συνόδων), ὃτι τα μυστήρια που τελοῦν οἱ αἱρετικοί ὂχι μόνο δεν εἶναι ἒγκυρα ὃπως θἐλουν κάποιοι σημερινοί φιλόσοφοι θεολογοῦντες κακόδοξα,(ὃπως τους ὀνομάζει ὁ Μακαριστός πατέρας Θεόκλητος Διονυσιάτης ὁ Ἁγιορείτης) και μάλιστα  “ἀποτειχισμένοι”,  ἀλλά ἂκυρα και κοινωνία τοῦ διαβόλου, και θάνατος τῆς ψυχῆς και ἀποχωρισμός άπό τον Χριστό και την Ἐκκλησία Του. (Βλέπε και παρακάτω στα ἀποφθέγματα τοῦ Ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ  σχετικό σχόλιο)].

Καί: «Σύνοδοι λοιπόν σημαίνει ὂχι το να συνάγωνται ἁπλῶς Ἱεράρχες και Ἱερεῖς ἀκόμα και ἂν εἶναι πολλοί. Διότι εἶναι καλύτερος ἓνας πού κάνει το θέλημα τοῦ Κυρίου, με εἰρήνη και πού φυλάττει τους Κανόνες, παρά μυριάδες που τους παραβαίνουν· καί τό χάρισμα τοῦ “δεσμεῖν καί λύειν” που δόθηκε (ἀπό τον Κύριο) στους Ἰερεῖς, δεν ἐδόθη για να χρησιμοποιεῖται ἐκεῖ κι’ὡς ἒτυχε, ἀλλά με το μέτρο της ἀλήθειας και τοῦ Κανόνα και με τον γνώμονα τῆς ἀκριβείας·…...Καί ἐξουσία στους  Ἱεράρχες δεν ἒχει δοθεῖ  σε  κανέναν ἀπ’ αὐτούς,  για  να  παραβαίνουν  κάθε  Κανόνα, παρά μόνο για να ὑποστηρίζουν ὃσα τους δόθηκαν (την Παράδοση), καί να ἀκολουθοῦν τους πρό  αὐτῶν Ἁγίους Πατέρες».»(Επιστολή 1, 24. P.G. 99, 985 C)

Καί: «…Ἐάν, ὅμως, δὲν ἔγινε τίποτε ἀπὸ αὐτά, ἀλλὰ κοινωνοῦσε μὲ τὴν αἵρεση καὶ δὲν πρόλαβε νὰ κοινωνήσει τὸ Σῶμα καὶ Αἷμα Τοῦ Κυρίου (ἀπέθανε μέσα στην αἳρεση),ἐπειδὴ ὁ ἄρτος ἐκεῖνος ἦταν αἱρετικὸς καὶ ὄχι σῶμα τοῦ Χριστοῦ, δὲν τολμῶ νὰ πῶ νὰ γίνεται Λειτουργία γι’ αὐτὸν (γιατί τὰ θεία δὲν εἶναι παιχνίδια)……Γιατί καμμιὰ ἐπικοινωνία δὲν ὑπάρχει τοῦ φωτὸς πρὸς τὸ σκότος.Οὔτε μὲ τὴ μερίδα τῶν ὀρθοδόξων νὰ κατατάσσεται αὐτὸς ποὺ δὲν κοινωνεῖ μὲ τὴν ὀρθοδοξία ἀκόμα καὶ τὴν τελευταία ὥρα…» (Ἐπιστολή466 Δωροθέῳ τέκνῳ Δ’Βιβλίο ‘Ἐπιστολῶν).

Ὁ Ἃγιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης: «Ἐάν δέ ἐρωτᾶ ἡ ὁσιότης σου, πῶς δέν τό εἴπαμε αὐτό πρίν ἀπό τήν λεηλασία, ἀλλά καί ἐμεῖς ἐμνημονεύαμε τούς ἐπισκόπους τῆς Κων/πόλεως, πρέπει νά ξέρης τοῦτο. Ὅτι ἀκόμη δέν εἶχε γίνει σύνοδος, οὔτε ἐπίσημα εἶχε ἐκφωνηθῆ καί διατυπωθῆ τό αἱρετικό δόγμα καί ὁ ἀναθεματισμός σ' αὐτούς πού δέν τό ἐδέχοντο. Καί πρίν γίνουν αὐτά ἦταν ἐπικίνδυνο νά  χωριστοῦμε τελείως  ἀπό αὐτούς πού παρανομοῦσαν, ἀλλά μόνο τό νά ἀποφεύγουμε τήν φανερή ἐπικοινωνία μαζί τους  καί χάριν οἰκονομίας νά τούς μνημονεύουμε προσωρινά. Ἐπειδή ὅμως ἐκφωνήθηκε πλέον καί διατυπώθηκε ἡ αἱρετική διδασκαλία ὁλοφάνερα ἀπό τήν σύνοδο, πρέπει τώρα καί σύ μαζί μέ ὅλους τούς ὀρθοδόξους νά ὁμολογήσης μέ παρρησία, μέ τό νά μήν ἔχετε καμμία ἐπικοινωνία μέ τούς αἱρετικούς, οὔτε νά μνημονεύετε στήν Θεία Λειτουργία ὅποιον παρευρέθηκε στή σύνοδο, ἤ ὅποιον συμφωνεῖ μέ τίς ἀποφάσεις  της. Γιατί εἶναι δίκαιο ὅσιε πάτερ, πού σύμφωνα μέ τό ὄνομά σου εἶσαι φίλος μέ τόν Θεό, νά ἀγαπᾶς καί μέ αὐτόν τόν τρόπο τόν Θεό. Ἐπειδή, ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, μέ δυνατή φωνή ἐχαρακτήρισε ἐχθρούς τοῦ Θεοῦ, ὄχι μόνον τούς αἱρετικούς, ἀλλά καί αὐτούς πού ἐπικοινωνοῦν μαζί τους.  Καί ἐάν σύ πού φάνηκες στερεός προηγουμένως, τώρα μετά τή σύνοδο δέν ἀσφαλιστῆς, ποιός ἄλλος εἶναι δυνατόν νά σωθῆ; Καί ἐάν σύ πού μέ παρρησία καί δύναμι θεϊκή μίλησες σάν ἅγιος, πρίν ἐκδηλωθῆ τελείως ἡ αἵρεσις, τώρα, μετά τήν αἵρεσι ὑποχωρήσης, πῶς θά τολμήση κάποιος ἄλλος νά φέρη τήν παραμικρή ἀντίρρησι;(Ἐπιστολή ΛΘ (39) Θεοφίλῳ ἡγουμένῳ (Ρ.G. 99, 1048D).

Ὁ Ἃγιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης: «… Τὸ ὅτι λοιπὸν ἀπέχεις ἐντελῶς ἀπὸ τὴν κοινωνία μὲ αἱρετικοὺς καὶ ἀγωνίσθηκες καὶ ἀπεῖχες, ὅπως λές, μὲ τὴν χάρη τοῦ Χριστοῦ, καὶ νὰ ἐξακολουθήσεις νὰ ἀπέχεις ἀκόμα. Γιατί ἔτσι θὰ δείξεις τὴν ἀγάπη καὶ τὴν κοινωνία σου μὲ τὸν Θεό, ἀφοῦ ἡ ἀντίθετη κοινωνία σὲ χωρίζει ἀπὸ τὸν Χριστό… Γιατί ἡ ἀκρίβεια ἀπαιτεῖ αὐτὸς ποὺ πιστεύει ὀρθά, νὰ μὴν ἐπικοινωνεῖ μὲ τοὺς ἑτεροδόξους οὔτε στὸ φαγητό, οὔτε στὸ πιοτό, οὔτε καὶ νὰ ἔχει σχέσεις μὲ αὐτούς…» (Ἐπιστολή ΡΟΔ΄. Φιλοθέω κτήτορι.)

Καί: «Διότι το να ἐπικοινωνεῖ κάποιος με αἱρετικό ἢ φανερά διεστραμένο στην ζωή του, τον κάνει να γίνεται ἀλλότριος τοῦ Θεοῦ, καὶ τον προσοικειώνει με τον διάβολο….Πλὴν (να ξέρεις) ὅτι μολυσμὸ ἔχει ἡ κοινωνία και μόνο με το να τον μνημονεύει, ἀκόμα και ἂν αὐτός που τον μνημονεύει εἶναι ὀρθόδοξος» (Ἐπιστολὴ 553. Πρὸς τὴν σπαθαρέαν, ἧς τὸ ὄνομα Μαχαρᾶ, Φατοῦρος σελ. 846, στιχ. 16, P.G. 99, 1668C).

Ὁ Πανόσιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης:  «Τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ δέν ἀποτελοῦν οἱ πολλοί, ἀλλά ἐκείνοι πού φυλάσσουν τήν ὀρθή καί σωτήρια τῆς Πίστεως Ὀμολογία, ἒστω και ἂν εἶναι λίγοι».
(Ἃγιος Θεόδωρος Σουδίτης).

Καί: «Καὶ ἐάν εἶναι φίλοι κατά Θεόν, πῶς ἒχουν κοινωνία με τους ἑτερόδοξους; Δεν εἶναι φίλοι ἀληθινοὶ καὶ πιστοί αὐτοί». (P.G. 99,1081A).

Οἱ Ὃσιοι ὁμολογητές Θεόδωρος και Θεοφάνης οἱ Γραπτοί (778-845): «… Ἐμεῖς ἀπορρίψαμε τὶς προτάσεις του μὲ πεῖσμα καὶ εἴπαμε, ὅτι εἴμαστε ἕτοιμοι νὰ ὑπομείνουμε μυρίους θανάτους. Εἴπαμε ἀκόμη, ὅτι δὲν θὰ μολυνθοῦμε ποτὲ μὲ τὴν ἐκκλησιαστικὴ κοινωνία ἢ ἔστω μὲ τὴν ἁπλὴ συμφωνία μὲ ὅσους ἀθέτησαν τὴν πίστη καὶ τὴν ὁμολογία τῶν Χριστιανῶν, ἔστω καὶ ἂν μᾶς βγάλουν τὰ μάτια ἢ κάψουν στὴ φωτιὰ τὰ σώματά μας…   (Οἱ ἀγῶνες τῶν Μοναχῶν ὑπὲρ τῆς Ὀρθοδοξίας, σελ. 200)

Καί: Ὁ ἔπαρχος ἄρχισε πάλι νὰ μᾶς κολακεύει καὶ εἶπε: «μία μόνο, μία φορὰ κοινωνῆστε μαζί μας καὶ δὲν ἀπαιτοῦμε τίποτε ἄλλο. Θὰ ἔλθω καὶ ἐγὼ μαζί σας στὴν ἐκκλησία καὶ ἔπειτα πηγαίνετε ὅπου σας ἀρέσει».Ἐγὼ γέλασα καὶ τοῦ εἶπα: «Κύριε ἔπαρχε, αὐτὸ ποὺ λέγεις εἶναι ὅμοιο μὲ τὸ νὰ μᾶς ἔλεγε κανεὶς γιὰ κάποιον ἄλλο λόγο ὅτι: δὲν σοῦ ζητῶ τίποτε, παρὰ μόνο μία φορὰ νὰ σοῦ κόψω τὸ κεφάλι καὶ μετὰ ἀπ’ αὐτὸ πήγαινε ὅπου θέλεις. Γνώριζε λοιπὸν ὅτι σὲ μᾶς εἶναι ντροπὴ ἀκόμη καὶ τὸ νὰ τολμᾶ κάποιος νὰ μᾶς προτρέπει νὰ ἔλθουμε σὲ κοινωνία, σὰν αὐτὴ ποὺ ἐσὺ τώρα –ἄγνωστο γιατί- μᾶς προσκαλεῖς, καὶ νὰ μὴν εἶναι ἀπὸ πολὺ νωρίτερα πεπεισμένος, ὅτι εἶναι εὐκολότερο νὰ κάνει ἄνω κάτω τὴν γῆ καὶ τὸν οὐρανό, παρὰ νὰ μεταβάλλει ἐμᾶς ἀπὸ τὴν εὐσέβεια”. (Οἱ ἀγῶνες τῶν Μοναχῶν ὑπὲρ τῆς Ὀρθοδοξίας, σελ. 201)

Ὁ Ἃγιος Μέγας Φώτιος (820 -893 μ.Χ.)‘‘Σε ὃσα ἀφοροῦν την πίστη και το να παρακλίνει κανείς ἒστω και λίγο, διαπράττει ἁμαρτία θανάσιμη’’.(Μ.Φώτιος Ἐπιστολὴ πρὸς τὸν Ρώμης Νικόλαον) (P.G. 102, 604C)

Καί: ….ἀπό αὐτούς (τους αἱρετικούς) πρέπει να πεταγόμαστε μακρυά, ὃπως πεταγόμαστε ὃταν συναντᾶμε ἓνα φίδι και να διακόπτουμε κάθε κοινωνία και να φεύγουμε με ὃλη μας την δύναμη, ἀκόμα κ’ἂν μᾶς φαίνονται σεβάσμιοι και πρᾶοι’’.(Ε.Π.Ε. 12,400,31)

Καί: «Ὡρίσθη ἀπό τους Ἁγίους Πατέρες ὃτι πρέπει καὶ μετὰ θάνατο να ἀναθεματίζονται αὐτοί, πού εἴτε σε κανόνες, εἴτε στην Πίστη ἁμάρτησαν».

Καί: «Ἡ πλάνη τῶν ποιμένων (ἡ αἳρεσή τους), προκαλεῖ το ναυάγιο ὃσων ἐπικοινωνοῦν με αὐτούς»(Μ.Φώτιος P.G. :102,698)

Καί: Στὸ ἔργο τοῦ Μεγάλου Φωτίου «Σύνταγμα τῶν Κανόνων» (ΤίτλοςΑ΄Κεφάλ.2) ἀναφέρονται καὶ τὰ ἑξῆς:«Ὃλα ὃσα ἒχουν καινοτομηθεῖ (νέες διδασκαλίες) ἢ ἒχουν ἐφαρμοστεῖ στην πράξη, τα ὁποῖα εἶναι ἀντίθετα με τὴν ἐκκλησιαστικὴ παράδοση καὶ τὴν διδασκαλία καὶ ὑποτύ-πωση τῶν ἁγίων καὶ μακαρίων Πατέρων, ἢ θα πραχθοῦν στο μέλλον, ἀ ν ά θ ε μ α».(ΕΠΕ 10, 30). (Ἡ ὑπογράμιση και ἡ ἒμφαση δική μας)

Συνεχίζεται στο Δ' μέρος (και τελευταῖο): https://maxomaiyperpistews.blogspot.com/2021/06/v-behaviorurldefaultvmlo.html

 

«Με ἀγάπη Χριστοῦ, ἀγωνία  και πόνο ψυχῆς για την πτώση τῶν σημερινῶν (μη ἀντιδρώντων σε τίποτα παρά τους Ἱερούς Κανόνες) ”κληρικῶν” και “μοναχῶν” που  ἐπέφερε  ὃσα  κακά βιώνουμε  στις μέρες μας και τα χειρότερα που ἒρχονται σύντομα, και με την εὐχή για μετάνοια ὃλων και ἀπομάκρυνση ἀπό τους παναιρετικούς οἰκουμενιστές “ἐπισκόπους” και ἀπό ὃσους τους ἀκολουθοῦν και τους μνημονεύουν, ὃπως διατάσσει ὁ Χριστός, ἡὙπεραγία Θεοτόκος και οἱ Ἃγιοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας,  μήπως  μᾶς λυπηθεῖ ὁ Θεός και μετριαστεῖ ἡ καταστροφή».

Ἒγραφα τελευταία, το Σάββατο τῆς Δ’Ἑβδομάδας τῶν Νηστειῶν 2021 

Νεκτάριος Μοναχός ὁ ἐκ Κορίνθου.

pnektariosmon@gmail.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Ἡ Πανορθόδοξη Σύνοδος τῆς Μόσχας (1666-7) καί ἀναίρεση συκοφαντιῶν τοῦ π. Εὐφροσύνου Σαββαϊτου. (Νεκταρίου Μοναχοῦ τοῦ ἐκ Κορίνθου)

      Ἡ Πανορθόδοξη Σύνοδος τῆς Μόσχας (1666-7) καί ἀναίρεση συκοφαντιῶν τοῦ π. Εὐφροσύνου Σαββαϊτου. Νεκταρίου Μοναχοῦ τοῦ ἐκ Κορίνθο...